Στις 3 Μαρτίου 1948, ο ραδιοφωνικός σταθμός των ανταρτών μετέδωσε ότι οι χώρες της Κομινφόρμ είχαν δεχτεί να προσφέρουν φιλοξενία στα θύματα των Αμερικανών, ώστε παιδιά 3 έως 14 ετών να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 7 Μαρτίου 1948, η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση ανακοίνωσε την απόφασή της για την αποστολή παιδιών στις ανατολικές χώρες.
Η οργάνωση των αποστολών είχε ξεκινήσει, βέβαια, αρκετές εβδομάδες νωρίτερα, ήδη από τον Ιανουάριο, αλλά κρατούνταν μυστικές μέχρι οι καταγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης να αναγκάσουν την ηγεσία του ΚΚΕ να τοποθετηθεί δημόσια.
Σύμφωνα με την κομματική εφημερίδα «Εξόρμηση», «από τα μέσα Φλεβάρη έως τις 5 του Μάρτη από 59 χωριά, οι γονείς έδωσαν 4.784 παιδιά».
Μέχρι τον Ιανουάριο του 1950, σύμφωνα με την έκθεση της Ειδικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Βαλκάνια, μετακινήθηκαν από τον Δημοκρατικό Στρατό στις λαϊκές δημοκρατίες συνολικά 28.296 παιδιά.
Από αυτά, περίπου 11.000 έως 12.000 κατευθύνθηκαν στη Γιουγκοσλαβία, ενώ τα υπόλοιπα κατανεμήθηκαν στις άλλες χώρες του ανατολικού συνασπισμού.
Η βασική επιχειρηματολογία του ΚΚΕ, ότι η μετακίνηση αποφασίστηκε για ανθρωπιστικούς λόγους, μόνο εν μέρει είναι αληθινή.
Στην πραγματικότητα, το ΚΚΕ κατέληξε σε αυτή την απόφαση περισσότερο λόγω της δυσμενούς εξέλιξης της εμφύλιας σύρραξης και της έλλειψης εφεδρειών που αντιμετώπιζε παρά για ανθρωπιστικούς λόγους.
Ιδιαίτερα από τη στιγμή που η κυβέρνηση έθεσε σε εφαρμογή την πολιτική της μαζικής απομάκρυνσης αγροτικών πληθυσμών από τις περιοχές που βρίσκονταν κοντά σε ισχυρές δυνάμεις των ανταρτών, η κατάσταση για το ΚΚΕ επιδεινώθηκε.
Ο ΔΣΕ απομονώθηκε από τους τοπικούς πληθυσμούς και άρα από πηγές ανεφοδιασμού και εφεδρείες.
Είναι γεγονός ότι ο ΔΣΕ αντιμετώπιζε σοβαρότατο πρόβλημα μαχητών.
Ο Μάρκος Βαφειάδης υποστήριξε πως η εθελοντική κατάταξη στο αντάρτικο δεν έφτανε ούτε το 10% το 1947.
Από ένα σημείο και μετά όμως, οι αντάρτες δεν έβρισκαν άνδρες και έφηβους στα χωριά για να στρατολογήσουν και έπαιρναν με το ζόρι ακόμη και γυναίκες και έφηβες, η παρουσία των οποίων αυξήθηκε δραστικά όσο περνούσε ο χρόνος.
Συνεπώς, η απόφαση του «παιδομαζώματος» ελήφθη προκειμένου οι γονείς των παιδιών, και ιδιαίτερα οι μάνες, να μπορούν να πολεμούν απρόσκοπτα και με μειωμένο τον κίνδυνο της λιποταξίας.
Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για κάτι μεταξύ ομηρίας και ιδιότυπης «κοινωνικής πολιτικής» σε συνθήκες πολέμου.
Με τα παιδιά «μέσα» αφενός διασφαλιζόταν η αφοσίωση των γυναικών, στις οποίες εκ των πραγμάτων έπεφτε το βάρος της μέριμνας των παιδιών.
Σε αυτό συνηγορούν και τα στοιχεία που δείχνουν ότι πολλά από τα παιδιά του «παιδομαζώματος» είχαν γονείς ή αδέλφια στο αντάρτικο.
Αφετέρου ο ΔΣΕ απαλλασσόταν από την ευθύνη και τη μέριμνα για την ασφάλεια και τη διατροφή των παιδιών και των οικογενειών τους.
Η μέριμνα αυτή περνούσε τώρα στις ανατολικές χώρες, που δήλωναν έτσι την υποστήριξή τους προς τους συντρόφους του ΚΚΕ.
Διαβάστε ακόμα: Τα παιδιά του Εμφυλίου. Τι απαντάει το Κομμουνιστικό Κόμμα μέσα από τις σελίδες του Ριζοσπάστη στις κατηγορίες ότι έκανε «παιδομάζωμα»;
Οι ανήλικοι μαχητές και τα κέντρα στρατιωτικής εκπαίδευσης
Το «παιδομάζωμα» συνδέεται άμεσα με το ζήτημα των ανήλικων μαχητών του ΔΣΕ.
Ο κόσμος των ανήλικων ανταρτών παραμένει σχεδόν ανεξερεύνητος, καθώς για τη στρατολόγηση και την πολεμική τους δράση μόνο σκόρπιες πληροφορίες βρίσκει κανείς.
Από τα στοιχεία πάντως που διαθέτουμε, υπολογίζεται πως το 1949 ένας στους πέντες μαχητές του ΔΣΕ ήταν σίγουρα κάτω των 18 ετών;
Στον κομματικό τύπο του ΚΚΕ το θέμα παρουσιαζόταν ωραιοποιημένο.
Άρθρα όπως αυτό για την 15χρονη Αλίκη που υπηρετούσε στην Πολιτοφυλακή «και η επιμονή της για τη δουλειά έχει κάνει σ’ όλους εντύπωση», φρόντιζαν να εξιδανικεύουν την κατάσταση.
Αναφορές στελεχών μιλούσαν για 15χρονα «Παιδιά του Κόμματος» που είχαν μπει στον αγώνα και είχαν καιρό να δουν την οικογένειά τους.
Ωστόσο, περισσότερο από ρομαντισμό, η κατάσταση αποκάλυπτε μια ωμή στρατιωτική επιλογή.
Ο ΔΣΕ είχε επιτακτική ανάγκη από εφεδρείες και βοηθητικό προσωπικό κι οι έφηβοι ήταν μια πηγή στρατολόγησης.
Ένας σημαντικός αριθμός παιδιών συγκεντρώθηκαν σε στρατόπεδα της Ανατολικής Ευρώπης για να εκπαιδευτούν και να σταλούν στη συνέχεια πίσω στα μέτωπα του Γράμμου και του Βίτσι.
Η απόφαση αυτή, που αναμφίβολα ήταν από τις πιο σκληρές του πολέμου, λήφθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ σε πλήρη γνώση και συντονισμό με τις λαϊκές δημοκρατίες στο έδαφος των οποίων οργανώθηκαν τα στρατόπεδα.
Χαρακτηριστικά, στη Βουλγαρία στις αρχές του 1949, ο κομματικός υπεύθυνος διάλεξε 88 από τα 400 αγόρια του στρατοπέδου για να τα στείλει στο βουνό να πολεμήσουν.
Τα περισσότερα ήταν κάτω των 14 ετών και τόσο καχεκτικά που αντέδρασε ακόμη και η κομματική ηγεσία, η οποία, εκτός του ότι έκρινε τα παιδιά ακατάλληλα να πολεμήσουν, θεώρησε πως «ο ερχομός τους μας δημιουργεί μεγάλα ζητήματα».
Στην Τσεχοσλοβακία, εκατοντάδες έλληνες έφηβοι ηλικίας 16 έως 18 ετών συγκεντρώθηκαν την άνοιξη του 1949 σε στρατόπεδο της Μπρατισλάβα για να σταλούν στην Ελλάδα.
Το σχέδιο τελικά δεν υλοποιήθηκε, καθώς στο μεταξύ έκλεισαν τα σύνορα από τη Γιουγκοσλαβία προς τους αντάρτες.
Ποιος είναι ο αριθμός των παιδιών που βρέθηκαν με το όπλο στο χέρι στα ελληνικά βουνά;
Σύμφωνα με γιουγκοσλαβικές και πολωνικές πηγές, υπολογίζεται πως περίπου 2.000 παιδιά στάλθηκαν στα μέτωπα του Εμφυλίου, εκπαιδευμένα σε αυτά τα στρατόπεδα.
Ακόμη κι αν ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από τον πραγματικό, είναι απολύτως βέβαια ότι πολλά ήταν παιδιά που χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορες θέσεις στο αντάρτικο.
Πόσα πάλι απ’ αυτά σκοτώθηκαν, τραυματίστηκαν ή συνελήφθησαν με το όπλο στο χέρι και στάλθηκαν φυλακή ή εξορία δεν γνωρίζουμε.
Στα αρχεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού έχουν εντοπιστεί αναφορές για μερικές εκατοντάδες ανήλικων κρατούμενων σε στρατόπεδα και φυλακές.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αρκετοί από αυτούς τους ανήλικους κρατούμενους είχαν συλληφθεί ως αντάρτες.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Εμφύλια Πάθη: 23 Ερωτήσεις και απαντήσεις για τον εμφύλιο»
των Στάθη Καλύβα και Νίκου Μαραντζίδη.
Εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Διαβάστε ακόμα: Τα παιδιά του Εμφυλίου. Τι απαντάει το Κομμουνιστικό Κόμμα μέσα από τις σελίδες του Ριζοσπάστη στις κατηγορίες ότι έκανε «παιδομάζωμα»;