Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών ο δάσκαλος και ακαδημαϊκός Παναγιώτης Τέτσης, μια από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες στην ιστορία της νεοελληνικής ζωγραφικής.
«Χωρίς τον Τέτση, η συνολική εικόνα της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής θα έχανε ακαριαία τους υψηλότατους τόνους της και κυρίως αυτόν τον μεταδοτικό παλμό, αυτόν τον ακαταμάχητο οίστρο, το ιαματικό αίσθημα ζωτικής ευφορίας και ψυχικής υγείας που αποπνέουν τα έργα του Υδραίου δημιουργού», είχε δηλώσει πρόσφατα η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης και στενή του φίλη , Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα, στην εκδήλωση του υπουργείου Πολιτισμού, το οποίο του απένειμε το εικαστικό βραβείο «Γιάννη Μόραλη», όμως η ήδη επιβαρημένη υγεία του δεν του επέτρεψε να παραστεί.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ – ΜΠΕ, ο δάσκαλος και ακαδημαϊκός Παναγιώτης Τέτσης, «ο ζωγράφος με τα πινέλα και τα χρώματα», έχει κληροδοτήσει 210 έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη και ζητήσε με επιστολή του να διαθέσουν το 20% αυτών προκειμένου να αγοράσουν έργα τέχνης άλλων καλλιτεχνών που λείπουν από τις συλλογές της.
Προς τιμήν του στη νέα Εθνική Πινακοθήκη θα φιλοξενείται η μνημειακή «Λαϊκή αγορά» του ,στην κεντρική αίθουσα που φέρει το όνομά του. Ο Παναγιώτης Τέτσης διερεύνησε στο έργο του τη ζωγραφική του βλέμματος, με εικόνες βιωμένες, γνήσιες και οικείες, συνδεδεμένες με τη ζωή του. Δεινός κολορίστας, μάστορας της ελαιογραφίας και της ακουαρέλας αποθέωσε το ζωγραφικό τοπίο και την φύση . Ύμνησε στους πίνακες του τα βράχια και την θάλασσα της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ύδρας, το φως και το χρώμα.
Ο Υδραίος εικαστικός, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών
Ο Παναγιώτης Τέτσης γεννήθηκε στην Ύδρα το 1925 και το 1940 πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής ενώ την ίδια χρονιά γνωρίζει τους «πραγματικούς του δασκάλους», τον Πικιώνη και τον Χατζηκυριάκο – Γκίκα. Το 1943 σπουδάζει ζωγραφική στο προπαρασκευαστικό τμήμα της «Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών» στην Αθήνα, κοντά στους Δ. Μπισκίνη και Π. Μαθιόπουλο.
Ακολουθεί η εισαγωγή του στα εργαστήρια της Σχολής, κοντά στον Κ. Παρθένη, απ’ όπου αποφοίτησε το 1949. Μέλος της ομάδας Αρμός Α και αργότερα της ομάδας Αρμός Β, το 1951 διορίστηκε επιμελητής στην έδρα του ελεύθερου σχεδίου με καθηγητή τον Χατζηκυριάκο – Γκίκα στην Ανώτατη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ. Από το 1953 έως το 1956, ο Π. Τέτσης εγκαθίσταται στο Παρίσι, με υποτροφία του ΙΚΥ. Εκεί, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού διδάσκεται την τέχνη της χαλκογραφίας. Από το 1958 έως το 1976 διδάσκει στο Ελεύθερο Σπουδαστήριο Καλών Τεχνών (γνωστή αργότερα ως «Σχολή Βακαλό»), ενώ παράλληλα (έως το 1962) διδάσκει ελεύθερο σχέδιο στη «Σχολή Σχεδιαστών του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ομίλου».
Το 1958 το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης τον εκλέγει μεταξύ Ελλήνων υποψηφίων, για το διεθνές βραβείο του Μουσείου Γκουνγκενχάιμ, όπου και εκτίθεται το έργο του. Ακολουθεί (1962) το Βραβείο Κριτικών για το έργο «Το Ναυπηγείο», ενώ το 1970 ορίζεται εκπρόσωπος της Ελλάδας στην Μπιενάλε Βενετίας. Λόγω των ειδικών πολιτικών συνθηκών αρνείται τη συμμετοχή.
Το 1976 ο Π. Τέτσης εκλέγεται καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, στο Γ΄ Εργαστήριο Ζωγραφικής, όπου διδάσκει έως το 1991. Το 1989 η σύγκλητος τον εκλέγει πρύτανη του Ιδρύματος και το 1993 εκλέγεται τακτικό μέλο στην Ακαδημία Αθηνών. Έχει λάβει μέρος σε διεθνείς εκθέσεις ως εκπρόσωπος της Ελλάδας. Έχει παρουσιάσει έργα του σε 90 ατομικές και σε πάρα πολλές θεματικές – ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.