Είναι γνωστή και ως «πέλαγος της Αιτωλίας», καθώς το μέγεθος της παραπέμπει σε θάλασσα. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη λίμνη της Ελλάδας.
Βρίσκεται στο νομό Αιτωλοακαρνανίας και περιβάλλεται από τα βουνά Παναιτωλικό και Αράκυνθο.
Κάποτε η λίμνη Τριχωνίδα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, καθώς ήταν ενωμένη με τη λίμνη Λυσιμαχία, που σήμερα βρίσκεται μερικά μέτρα μακριά της.
Η εύφορη γη που την περιβάλλει ευνόησε την εγκατάσταση πληθυσμών από τα αρχαία χρόνια. Οι Κουρήτες, οι Ίωνες, οι Επειοί, οι Βοιωτοί και οι Αιολείς ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της Αιτωλίας.
Το όνομα της οφείλεται πιθανόν από το αρχαίο Τριχώνιο, μια από τις πόλεις που είχαν ιδρύσει οι Αιτωλείς στην περιοχή και καταστράφηκε από τους Μακεδόνες του Φιλίππου Ε’.
Βρισκόταν στη νότια πλευρά της λίμνης και τα ερείπια των τειχών του βρίσκονται βυθισμένα στη λίμνη.
Οι Αιτωλείς είχαν εγκατασταθεί δυτικά της λίμνης και είχαν ως βάση τους το χωριό Θέρμο. Ο βάλτος που ένωνε τις δυο λίμνες το χειμώνα πλημμύριζε και φαινόταν σαν μία, η λεγόμενη «Λίμνη του Απόκουρου». Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν γνωστή ως λίμνη του «Βραχωριού».
Ο Παλαμάς στο ποίημα του «Η νιότη» κάνει αναφορά στη Τριχωνίδα και τη γειτονική της Λυσιμαχία, που την αποκαλεί «λίμνη τ’Αγγελόκαστρου».
«Ξέρω δυο λίμνες ξωτικές, δυο λίμνες αδερφάδες
με του χωριού, με του νερού, με του χλωρού τα κάλλη.
Για ονειροπλέκτες έρωτες και για τραγουδιστάδες
τη λίμνη τ’ Αγγελόκαστρου του Βραχωριού την άλλη»
Τα γεφύρια του Αλάμπεη
Το 1773 ο μουσελίμης του Καρέλι Αλά Μπεη κατασκεύασε γεφύρια, που ένωναν τη Τριχωνίδα με τη Λυσιμαχία και σύμφωνα με τον περιηγητή Δ. Βικελά, είχε καταφέρει να δημιουργήσει το γοητευτικότερο περίπατο της γης. Χαρακτηριστικά είχε 373 καμάρες και είχε έκταση 3 χιλιόμετρα. Για την πατρότητα της κατασκευής όμως υπάρχουν και άλλες απόψεις.
Το θέμα ερεύνησε και παρουσίασε η πολιτική μηχανικός Θεώνη Λειβαδίτη που έγραψε ότι η παλαιότερη μαρτυρία για την ύπαρξη των γεφυριών ανάγεται στις 15 Ιουνίου 1805, όταν ο Συνταγματάρχης Leake, περιηγήθηκε στην Αιτωλοακαρνανία.
«…. Αφήνοντας τις Παπαδάτες λίγα μίλια αριστερά μας, μπαίνουμε στην υπερυψωμένη οδογέφυρα στις 8,10 και πορευόμαστε έφιπποι μέσω μιας εξαιρετικά ευχάριστης σκιάς από βαλανιδιές, αγριελιές και πλατάνια, που μπλέκονται με γιρλάντες απ’ τ’ αγριοκλήματα, και μεγάλες καλαμιές στα πιο ελώδη σημεία. Η υπερυψωμένη οδογέφυρα, που στηρίζεται σε έναν μεγάλο αριθμό τόξων, λέγεται ότι είναι διακοσίων ετών, και ότι χτίστηκε από κάποιο μπέη του Βραχωριού, ο οποίος πιθανώς εκμεταλλεύθηκε τα θεμέλια ενός αρχαιότερου έργου. Ένα ήρεμο ρεύμα ρέει κάτω από τις κάμαρες από τα δεξιά προς τα αριστερά. Φθάνουμε στο τέλος της οδογέφυρας στις 8.30, διασχίζουμε την υπόλοιπη πεδιάδα, και, ανεβαίνοντας την τελευταία πλαγιά των υψωμάτων που την οριοθετούν από τον Βορρά, φθάνουμε στις 9.45 στο Βραχώρι»
Ο περιηγητής Πουκεβίλ μερικά χρόνια αργότερα, γράφει ότι επρόκειτο για μια κατασκευή που αποτελούνταν από 370 τόξα συνολικού μήκους 600 οργιών. Κατά τον ίδιο οι Έλληνες τα αποδίδουν στους Νορμανδούς, ενώ οι τούρκοι στον Σουλεϊμάν, ενώ ο ίδιος ο Πουκεβίλ δεν αποκλείει την πιθανότητα να επρόκειτο για Ρωμαϊκή κατασκευή.
Ο Μαστροκώστας υποστηρίζει ότι η οδογέφυρα δεν κατασκευάστηκε επί Τουρκοκρατίας, αλλά ότι πιθανόν επισκευάστηκε από τον Αλάμπεη, που η κυρίαρχη παράδοση τον ήθελε ως κατασκευαστή των γεφυριών. Ο Δ. Βικέλας περίπου την ίδια εποχή κρατά πιο επιφυλακτική στάση ως προς την παλαιότητα τους, κλίνοντας μάλλον προς την άποψη περί τούρκικης κατασκευής.
Σήμερα η γέφυρα δεν υπάρχει, καθώς καταστράφηκε. Το καταπληκτικό είναι ότι τα γεφύρια του Αλάμπεη κηρύχτηκαν διατηρητέα το 1968 (ΦΕΚ 418/29-8-68) δηλαδή σε χρόνο μεταγενέστερο της ολικής επίχωσης και καταστροφής τους…
Ενδεχομένως σε κάποια σημεία να κρύβονται κάποια ανέπαφα τμήματα εκατέρωθεν της ενωτικής τάφρου που συνδέει τις δυο λίμνες. Μια μελέτη θα μπορούσε να απαντήσει αν μπορούν έστω και τώρα να διασωθούν και να αναδειχθούν προς όφελος της περιοχής και της ιστορίας του τόπου.
Η φύση ευνόησε το αντάρτικο
Η περιοχή της λίμνης δεν παύει να αποτελεί εδώ και χιλιάδες χρόνια ένα μέρος φυσικού κάλους και ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σημασίας.
Γύρω από τη λίμνη βρίσκονται χωριά όπως το Παναιτώλιο, η Παραβόλα και η Μυρτιά, όπου πραγματοποιήθηκε το 1943 ενέδρα των ανταρτών του ΕΛΑΣ εναντίον των Γερμανών.
Η μάχη της Μυρτιάς ήταν μια από τις πρώτες συγκρούσεις του ΕΛΑΣ με τους Γερμανούς. Οι αντάρτες υπό την καθοδήγηση του καπετάν-Επαμεινώνδα οργάνωσαν το σχέδιο τους από το μοναστήρι της Μυρτιάς. Όταν ειδοποιήθηκαν ότι η φάλαγγα των Γερμανών ξεκίνησε από το Αγρίνιο, έστησαν ενέδρα στον δρόμο που οδηγούσε στο χωριό.
Μόλις η αυτοκινητοπομπή πλησίασε, επιτέθηκαν και σκότωσαν 117 από τους 120 Γερμανούς.
Η καλύτερη θαλασσινή αθερίνα ψαρεύεται στη Λίμνη
Η λίμνη Τριχωνίδα θεωρείται από τις καθαρότερες λίμνες της χώρας. Υπόγεια ρεύματα, οι ασβεστούχοι βάλτοι και καλαμώνες που τη περιβάλουν συμβάλουν στη διατήρηση της καθαρότητας του νερού.
Χαρακτηριστικά στη λίμνη βρίσκουν καταφύγιο περίπου 200 είδη πουλιών και 25 είδη ψαριών. Το πιο σπάνιο είναι ο νανογωβιός, ο οποίος θεωρείται το μικρότερο ψάρι της Ευρώπης και δεν υπάρχει αλλού στον κόσμο. Τα ώριμα και ενηλικιωμένα άτομα δε ξεπερνούν σε μήκος τα 35 χιλιοστά. Διακρίνεται από το λεπτό και ωχροκίτρινο σώμα του, με κάθετες σκοτεινόχρωμες λωρίδες, που είναι πολύ χαρακτηριστικές και εμφανίζονται στα δυο φύλα.
Από τα σημαντικά ενδημικά ψάρια είναι και το γλανίδι (Silurus aristotelis). Έλαβε το όνομά του προς τιμήν του μεγάλου μας φιλόσοφου Αριστοτέλη. Ήταν ο πρώτος που το περιέγραψε στο βιβλίο του «Ιστορίες των ζώων». Η γλανιδόπιτα μάλιστα είναι από τις αγαπημένες γαστρονομικές σπεσιαλιτέ της Τριχωνίδας
Η λίμνη κατέχει άλλη μία πρωτιά. Είναι η μοναδική που φιλοξενεί τη θαλασσινή Αθερίνα, ένα ψάρι που ζει μόνο στις θάλασσες. Σε άγνωστη γεωλογική εποχή, εισήλθε στη λίμνη και προσαρμόστηκε απόλυτα στο γλυκό νερό. Ο αξιόλογος πληθυσμός της είναι αντικείμενο ιδιαίτερα αποδοτικής αλιείας με μεγάλη εμπορική αξία στην αγορά της Αθήνας.
Με πληροφορίες από agriniopress και agriniomemories
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η «μικρή Ελβετία» της Ελλάδας. Ένα καταπληκτικό φυσικό τοπίο και η λίμνη που δημιουργήθηκε από την καταστροφή δυο χωριών