«Οι σημερινές γυναίκες έχουν σχεδόν εκθρονίσει τον μύθο της θηλυκότητας. Αρχίζουν να κάνουν αισθητή την ανεξαρτησία τους με πολύ συγκεκριμένους τρόπους. Δεν καταφέρνουν όμως εύκολα να βιώσουν απόλυτα την κατάστασή τους ως ανθρώπινα όντα. Έχοντας ανατραφεί από γυναίκες, μέσα στους κόλπους ενός γυναικείου κόσμου, ο φυσιολογικός προορισμός τους είναι ο γάμος, ο οποίος στην πραγματικότητα τις υποδουλώνει ακόμα και σήμερα στον άντρα. Το ανδρικό κύρος κάθε άλλο παρά έχει εξαλειφθεί: στηρίζεται ακόμα σε γερές οικονομικές και κοινωνικές βάσεις…»
H περίληψη του θρυλικού βιβλίου «Δεύτερο φύλο», γραμμένη από την ίδια τη συγγραφέα, Σιμόν Ντε Μπορβουάρ, μια από τις πιο ένθερμες φεμινίστριες της ιστορίας, που έγραψε τη φράση: «Δεν γεννιέσαι γυναίκα, γίνεσαι».
Με αυτή τη φράση συμπύκνωσε την άποψή της ότι η θηλυκή ταυτότητα όπως έχει διαμορφωθεί ιστορικά είναι δημιούργημα της κοινωνίας και όχι αναπόδραστη αναγκαιότητα.
Σύμφωνα με τη συγγραφέα, η κοινωνία κρατάει τις γυναίκες σε θέση κατωτερότητας, στη θέση του «άλλου», που περιγράφεται με όρους αρνητικούς σε σχέση με του άνδρα.
Το βιβλίο εκδόθηκε το 1949 και οι πωλήσεις του ξεπέρασαν κάθε φαντασία. Η πρώτη έκδοση, που περιελάμβανε 50.000 αντίτυπα, εξαντλήθηκε μέσα σε μια εβδομάδα και η Μποβουάρ έγινε διάσημη παγκοσμίως.
Τα σχόλια για τη συγγραφέα και το έργο της δεν ήταν μόνο θετικά.
Το Βατικανό συμπεριέλαβε το «Δεύτερο Φύλο» στη μαύρη λίστα με τα απαγορευμένα βιβλία για πολλά χρόνια.
Ωστόσο η απαγόρευση δεν εμπόδισε την εξάπλωση της φήμης της Μποβουάρ. Ίσως και να βοήθησε.
Το βιβλίο θεωρείται ως ένας από τους θέμελιους λίθους για το φεμινιστικό κίνημα.
Η σχέση της με τον Σαρτρ επηρεάζει και διαμορφώνει τη σκέψη της
Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ γεννήθηκε στις 9 Ιανουαρίου του 1908 στο Παρίσι και μεγάλωσε σε μια ξεπεσμένη αριστοκρατική οικογένεια.
Φοίτησε σε ιδιωτικά σχολεία και σπούδασε φιλοσοφία στη Σορβόννη.
Στο Πανεπιστήμιο, γνώρισε τον μετέπειτα διάσημο υπαρξιστή και φιλόσοφο Ζαν Πωλ Σαρτρ, με τον οποίο δημιούργησε μια ελεύθερη ερωτική σχέση που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Η σχέση τους επηρέασε πολύ το έργο της Μποβουάρ και πολλά γραπτά της βασίστηκαν στον υπαρξισμό του Σαρτρ.
Ακόμα και σήμερα πολλοί θεωρούν παράδοξη, την επιρροή που ασκούσε ένας άντρας σε μια ένθερμη φεμινίστρια σαν τη Μποβουάρ. Ωστόσο τον επηρέαζε βαθιά και η ίδια.
Η προσωπική τους σχέση όμως, δεν ήταν τυπική και συμβατική. Δεν παντρεύτηκαν ποτέ, αν και ο Σαρτρ της είχε κάνει πρόταση την οποία η Σιμόν απέρριψε. Τον περισσότερο καιρό έμεναν σε διαφορετικά σπίτια. Ήταν ελεύθεροι να έχουν σεξουαλικές σχέσεις και με άλλους συντρόφους ή να συνευρίσκονται ακόμα και όλοι μαζί.
Το 1931 όταν ο Σαρτρ ζήτησε από τη σύντροφό του να τον παντρευτεί, η απάντηση της ήταν συνεπής με την κοσμοθεωρία της: «ο γάμος, είναι περιορισμός, αστικοποίηση, αλλά και θεσμοθετημένη παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών».
Παρά την άρνησή της, η σχέση τους συνεχίστηκε με το ίδιο πάθος και αφοσίωση. Το ίδιο και η αλληλεπίδραση στις απόψεις και τις θεωρίες τους.
Μετά το τέλος του πολέμου μάλιστα, συνεργάστηκαν στην έκδοση του περιοδικού, Les Temps Modernes, δηλαδή Μοντέρνοι Καιροί.
Ο ελεύθερος έρωτας που ζούσε με τον Σαρτρ, αποτέλεσε και θέμα αρκετών γραπτών της Μποβουάρ προκαλώντας τα σχόλια των συντηρητικών, που τη θεωρούσαν «πορνογράφο» και «νυμφομανή».
Η Μποβουάρ πέθανε στις 14 Απριλίου του 1986 από πνευμονία και τάφηκε στο κοιμητήριο Μονπαρνάς του Παρισιού, δίπλα στον σύντροφο της ζωής της τον Σαρτρ που είχε φύγει έξι χρόνια νωρίτερα.
Η Σιμόν Ντε Μπονουάρ θεωρείται μέχρι σήμερα η «ιέρεια» του φεμινισμού.
Η ίδια αν και δεν έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ακτιβιστική δράση του φεμινιστικού κινήματος, προσέφερε την υποστήριξή της στις μαχητικές φεμινίστριες του Κινήματος για την Απελευθέρωση της γυναίκας.
Το «Δεύτερο Φύλο» παραμένει ένα επίκαιρο σύγγραμμα που περιγράφει την γυναικεία καταπίεση στο δυτικό κόμσο και σε μεγάλες περιοχές της Ασίας, της Αφρικής και της λατινική Αμερικής.