Ο “μεγάλος εκσυγχρονιστής” γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου του 1832. Ο ίδιος μεγάλωσε μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης.
Ο πατέρας του, Σπυρίδωνας, ήταν αρχηγός του Αγγλικού Κόμματος στην Ελλάδα και αργότερα διορίστηκε πρέσβης στη Μεγάλη Βρετανία. Η μητέρα του, Αικατερίνη, καταγόταν από την οικογένεια των Μαυροκορδάτων.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης σπούδασε Νομικά στην Αθήνα, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι και εργάστηκε για χρόνια στο Λονδίνο στο διπλωματικό σώμα, επικεφαλής του οποίου ήταν ο πατέρας του. Από τη ζωή του στην Αγγλία, ο Τρικούπης απέκτησε ορισμένα χαρακτηριστικά ξένα προς την ελληνική νοοτροπία της εποχής του. Η “βρετανική φλεγματικότητα”, οι αποστάσεις από πρόσωπα και η εκλεπτυσμένη συμπεριφορά έγιναν αιτία ώστε αργότερα οι αντίπαλοί του να τον αποκαλούν κοροϊδευτικά “Μυλόρδο”. Όμως, οι εμπειρίες του από τον βρετανικό πολιτισμό και την ευρωπαϊκή πολιτική, του επέτρεπαν να βλέπει τη μεγάλη εικόνα και να οραματίζεται τον εκσυγχρονισμό της Ελλάδας.
Το 1863 συμμετείχε ως διπλωμάτης στις διαπραγματεύσεις για την παραχώρηση των νησιών του Ιονίου από τη Μεγάλη Βρετανία στην Ελλάδα. Αμέσως ξεχώρισε για τις ικανότητές του. Δύο χρόνια αργότερα, σε ηλικία μόλις 33 ετών, εγκατέλειψε το διπλωματικό σώμα, επέστρεψε στην Ελλάδα και εκλέχτηκε βουλευτής Μεσολογγίου.
Στάθηκε τυχερός, καθώς η πολιτική συγκυρία και οι ικανότητές του βεβαίως, τον οδήγησαν σε υπουργική θέση και συγκεκριμένα στο κρίσιμο Υπουργείο Εξωτερικών, υπό την πρωθυπουργία του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Παρά τη νεαρή του ηλικία, ο Τρικούπης κατάφερε να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις του αξιώματος.
Αρνήθηκε να επισκεφτεί τους διάφορους πρεσβευτές, όπως γινόταν μέχρι τότε και αντιθέτως, απαίτησε να έρθουν εκείνοι στο γραφείο του.
Ήταν μια επιλογή εθνικής υπερηφάνειας και ανεξαρτησίας. Όση μπορούσε να έχει μια μικρή και οικονομικά εξαρτώμενη χώρα. Από τότε πάντως κανένας υπουργός δεν ξαναπήγε σε γραφείο πρέσβη. Τον Δεκέμβριο του 1867 η κυβέρνηση Κουμουνδούρου διαλύθηκε και ο Τρικούπης ανεξαρτητοποιήθηκε πολιτικά, ιδρύοντας το “Πέμπτο Κόμμα”.
Τίς Πταίει
Η μεγάλη στιγμή του Τρικούπη ήρθε τον Ιούνιο του 1874, όταν δημοσίευσε το περίφημο άρθρο με τίτλο “Τίς Πταίει”. Ο πολιτικός κατηγορούσε τον βασιλιά Γεώργιο Α’ ότι διόριζε τους κυβερνήτες ανάλογα με τα δικά του συμφέροντα, χωρίς να τηρεί τις δημοκρατικές διαδικασίες. Το πρόβλημα αυτό έλυσε λίγο αργότερα με την ψήφιση της “αρχής της δεδηλωμένης”, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση πρέπει να έχει τη “δεδηλωμένη” εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε ανώνυμα στην εφημερίδα “Καιροί” και όταν αποκαλύφθηκε η ταυτότητα του αρθρογράφου, ο Τρικούπης φυλακίστηκε για μερικές μέρες. Η καριέρα του όχι μόνο δεν ζημιώθηκε, αλλά η πολιτική του στάση κέρδισε πολλούς υποστηρικτές. Τον επόμενο χρόνο, τον Απρίλιο του 1875, έγινε για πρώτη φορά Πρωθυπουργός, ένα αξίωμα που πήρε άλλες εφτά φορές μέχρι το τέλος της ζωής του.
Οι μεταρρυθμίσεις και η πτώχευση
Όνειρο του Τρικούπη ήταν να εκσυγχρονίσει την Ελλάδα. Να τη μετατρέψει από μία αγροτική επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος. Για ένα διάστημα φάνηκε ότι θα τα κατάφερνε.
Ξεκίνησε σημαντικά, μεγαλεπήβολα δημόσια έργα και έκανε ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Αποξήρανε τη λίμνη Κωπαΐδα, δημιούργησε σιδηροδρομικό δίκτυο, κατασκεύασε τη διώρυγα της Κορίνθου, αναδιοργάνωσε την αστυνομία και τη Σχολή Ευελπίδων.
Δυστυχώς όμως, η ελληνική οικονομία δεν μπορούσε να αντέξει τα φαραωνικά έργα.
Ο Τρικούπης χρηματοδότησε τις κατασκευές με συνεχόμενα δάνεια από το εξωτερικό, τα οποία η χώρα δεν μπορούσε να αποπληρώσει, καθώς παράλληλα ξέσπασε και η σταφιδική κρίση η οποία έπληξε καίρια την οικονομία.
Το 1892 επέβαλε βαριά φορολογία και μέτρα λιτότητας, αλλά η αντίδραση του κόσμου ήταν βαθύτατα αρνητική. Από εκσυγχρονιστής για τους αντιπάλους του και μερίδα της κοινής γνώμης, έγινε «φορομπήχτης». Οι προσπάθειές του δεν καρποφόρησαν και το 1893 κήρυξε πτώχευση.
Δείτε το βίντεο της “Μηχανής του Χρόνου” για την πτώχευση του Τρικούπη και το περίφημο “Δυστυχώς επτωχεύσαμεν”.
Αυτό ήταν ουσιαστικά και το τέλος της καριέρας του ως πολιτικός. Η κυβέρνηση παραιτήθηκε και ο Τρικούπης αποσύρθηκε. Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ταξιδεύοντας στην Ευρώπη και εγκαταστάθηκε στις Κάννες, όπου και πέθανε στις 30 Μαρτίου του 1896. Ο πολιτικός του αντίπαλος, Θεόδωρος Δηλιγιάννης, αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει πολεμικό σκάφος για να μεταφέρει τη σορό του στην Ελλάδα και τελικά κάλυψαν τα έξοδα φίλοι του, με πρώτο τον τραπεζίτη Ανδρέα Συγγρό.
Στη κηδεία του παρευρέθηκαν χιλιάδες Έλληνες, ανάμεσά τους και ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, που είπε: «Ακόμη αδυνατώ να συνοικειωθώ προς την ιδέα ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν υπάρχει πλέον εν τοις ζώσιν, ότι ο κολοσσός ούτος της πολιτικής κείται νεκρός».