Δεκατρία χρόνια συμπληρώθηκαν χωρίς τον «αιώνιο έφηβο», Δημήτρη Ποταμίτη. Έναν ασυμβίβαστο καλλιτέχνη που αφοσιώθηκε στα ιδανικά του κι έφυγε νέος και απογοητευμένος.
Γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1945 στη Λεμεσό της Κύπρου. Το 1962 ταξίδεψε στην Αθήνα για να σπουδάσει στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, αλλά τον κέρδισε το θέατρο και συγχρόνως, παρακολουθούσε μαθήματα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Το ταλέντο του ξεχώρισε και στην πρώτη του εμφάνιση έπαιξε στην Επίδαυρο, στο πλευρό της καθηγήτριάς του, Κατίνας Παξινού.
Σε αντίθεση με άλλους ηθοποιούς, δεν δυσκολεύτηκε να βρει ρόλους.
Συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα όπως ο Μάνος Κατράκης και πέρασε πέντε χρόνια στο Θέατρο «Προσκήνιο» του Αλέξη Σολομού.
Όταν έκλεισε το θέατρο «Προσκήνιο», ο Ποταμίτης βρέθηκε μπροστά στο μεγάλο δίλημμα της ζωής του.
Από τη μία ήταν ο προφανής δρόμος των εμπορικών έργων. Θα έβρισκε εύκολα δουλειά, γιατί ήταν αγαπητός στον κόσμο.
Όμως, θα έπρεπε να ακολουθεί εντολές και να κάνει καλλιτεχνικές εκπτώσεις και ενδεχομένως να υποκύψει στα εμπορικά κόλπα που αντιπαθούσε.
Σε μια συνέντευξή του είχε πει: «Σαν Kύπριος που μεγάλωσε με μονομανίες και ιδεολογίες σε μια χώρα που εξακολουθεί να έχει εθνικά ιδεώδη, δεν μπορούσα να μη γίνω ιδεολόγος. Eίναι στάση ζωής αυτό. Ως ιδεολόγος και κυπριακό μουλάρι, είχα βάλει στόχο να μην κάνω κάτι αν δεν μου αρέσει.
Δεν με ενδιέφερε αν θα πεινάσω. Eίχα μια ακαταδεξία στα εύκολα, που στην Eλλάδα ήταν και τα εμπορικά».
Το 1972 αγόρασε τον κινηματογράφο «Ρέα» στο Ζωγράφου και τον μετέτρεψε σε θέατρο, με το όνομα «Έρευνα».
Το κεφάλαιό που είχε να επενδύσει ίσα που έφτανε τις 30 χιλιάδες δραχμές. Ήταν όλες οικονομίες της μητέρας του.
Τα εγκαίνια έγιναν τις ταραγμένες μέρες του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβριο του 1973.
Το θέατρο «Έρευνα» ήταν το καλλιτεχνικό του δημιούργημα και ο Ποταμίτης είχε αφιερωθεί σε κάθε του πτυχή.
Εκτελούσε χρέη σκηνοθέτη, πρωταγωνιστή, φωτιστή, ενδυματολόγου ακόμα και σκηνογράφου.
Κάθε χρόνο ταξίδευε στο Λονδίνο για να βρει τις καλύτερες παραστάσεις.
Έφερνε πίσω στην Αθήνα έργα πρωτοποριακά, που αγαπούσε ιδιαίτερα η αθηναϊκή νεολαία.
Όταν έπρεπε να ανεβάσει ελληνικά έργα για να πληροί τους όρους της κρατικής επιχορήγησης, τα κριτήριά του ήταν εξίσου αυστηρά.
Αν δεν έβρισκε κάτι ποιοτικό, δεν προβληματιζόταν ούτε στιγμή, έγραφε κάτι δικό του.
Άλλωστε το ταλέντο του δεν περιοριζόταν στην υποκριτική.
Έγραφε ποιήματα που δημοσιεύτηκαν σε πολλά περιοδικά και μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, πολωνικά και ιταλικά.
Ονειρευόταν και υποστήριζε δημόσια, ότι μέσω του θεάτρου θα ενέπνεε τους μελλοντικούς πολιτικούς:«Με το θέατρο για παιδιά, προετοιμάζεται ο αυριανός καλός θεατής, ο αυριανός ευσυνείδητος πολίτης, αλλά κυρίως ο αυριανός πρωθυπουργός της Ελλάδος».
Τον Νοέμβριο του 2002 έκλεισε το θέατρο.
Οι λόγοι ήταν κυρίως οικονομικοί, γιατί οι κρατικές επιχορηγήσεις δεν έφταναν για να αντιμετωπιστούν τα έξοδα.
Ο Ποταμίτης παρέδωσε τα όπλα, απογοητευμένος από την αισθητική της εποχής.
Έγραφε ότι «δεν μπορεί να αντισταθεί στον κουλτουριάρικο χαβαλέ και την κουλτουριάρικη τσόντα».
Η απώλεια της θεατρικής δράσης ήταν βαρύ πλήγμα.
Άρρωστος και καταπονημένος, έχασε τη μάχη για τη ζωή στις 26 Φεβρουαρίου του 2003.
Ήταν μόλις 58 ετών.