Μπορεί να μην του άρεσαν οι γυναίκες, αλλά ο Τσαϊκόφσκι επηρεαζόταν απ’ αυτές με το παραπάνω.
Βέβαια δεν είναι ότι δεν του άρεσαν, απλώς δεν ήθελε να κοιμάται μαζί τους.
Με σημερινά δεδομένα δεν ήταν κάτι το εξαιρετικό, αλλά στη Ρωσία του 19ου αιώνα το να δηλώνεις ομοφυλόφιλος σήμαινε φυλακή.
Έτσι, ο Τσαϊκόφσκι αποφάσισε να κρύψει τις προτιμήσεις του με έναν γάμο.
Κατέληξε με μια γυναίκα που προσπάθησε επανειλημμένα να του διαλύσει τη ζωή.
Κι όσο για τη δεύτερη γυναίκα που κυριάρχησε στη ζωή του, η σχέση παραήταν παράξενη: είχαν μόνο μία, απίστευτα αμήχανη συνάντηση.
Μέσα σε όλο αυτόν τον σεξουαλικό αναβρασμό και τη συναισθηματική αγωνία, είναι απίστευτο που ο Τσαϊκόφσκι κατάφερε να συνθέσει, πόσο μάλλον να δημιουργήσει την ανάλαφρη και σπινθηροβόλα μουσική που τον έκανε έναν από τους πιο αγαπητούς συνθέτες στον κόσμο.
Η τέχνη ενός δημοσίου υπαλλήλου
Η μεσοαστική οικογένεια Τσαϊκόφσκι είχε έξι παιδιά και ο Πιοτρ Ίλιτς ήταν το δεύτερο.
Ζούσαν στο Βότκινσκ, μια μικρή πόλη της αυτοκρατορικής Ρωσίας.
Το ενδιαφέρον του Πιοτρ για τη μουσική άρχισε όταν ο πατέρας του έφερε στο σπίτι ένα είδος λατέρνας που ονομαζόταν ορχήστριον.
Έκθαμβο το 4χρονο αγόρι προσπάθησε να παίξει τις μελωδίες του στο πιάνο.
Οι γονείς του προσπάθησαν να περιορίσουν αυτή τη συνήθειά του, αλλά εκείνος συνέχισε να εξασκείται σε όποια επιφάνεια έβρισκε, μέχρι που κάποτε, χτυπώντας το τζάμι ενός παραθύρου, το έσπασε και έκοψε το χέρι του.
Οι γονείς του παραιτήθηκαν και τον πήγαν να μάθει πιάνο.
Δεν σκέφτηκαν βέβαια να τον εκπαιδεύσουν ως βιρτουόζο κι έτσι πήγε εσωτερικός σε ένα σχολείο της Αγίας Πετρούπολης και κατόπιν βρήκε δουλειά στο υπουργείο Δικαιοσύνης.
Όλα εκείνα τα χρόνια συνέχισε να εξασκείται και να μελετά κι έπειτα από τριετή θητεία στο Δημόσιο, έπεισε τον πατέρα του να πληρώσει για σπουδές στο Ωδείο της Αγίας Πετρούπολης.
Μόλις αποφοίτησε, το 1865, έγινε καθηγητής αρμονίας στο Ωδείο της Μόσχας.
Έγραψε την πρώτη του συμφωνία το 1866, την πρώτη όπερα το 1868, την πρώτη του ουβερτούρα το 1870 και το πρώτο του κουαρτέτο για έγχορδα το 1871.
Επίσης, δέχθηκε την ανάθεση ενός μπαλέτου, παράξενη επιλογή, αφού οι σοβαροί συνθέτες τότε σπάνια ασχολούνταν με μπαλέτα.
Όμως, ο Τσαϊκόφσκι θυμόταν μια ερασιτεχνική οικογενειακή παράσταση που είχε οργανώσει πριν από χρόνια στο εξοχικό του αδελφού του, μαζί με τα ανίψια του, βασισμένη σε ένα ρωσικό παραμύθι.
Το αποτέλεσμα ήταν “Η Λίμνη των Κύκνων”, ένα από τα πιο διάσημα μπαλέτα όλων των εποχών.
Ο γάμος με την πρώην σπουδάστριά του
Ο στιγματισμός της ομοφυλοφιλίας ήταν τόσο έντονος στη ρωσική κοινωνία, που η ερωτική ζωή του Τσαϊκόφσκι παραμένει άγνωστη.
Πάντως, είναι σαφές από σκόρπιες αναφορές ότι συμμετείχε στους ομοφυλοφιλικούς κύκλους της Μόσχας.
Για να αποφύγει τον διασυρμό, ο Τσαϊκόφσκι αποφάσισε το 1877 να παντρευτεί.
Ξαφνικά έλαβε μια επιστολή από την Αντονίνα Μιλιούκοβνα, πρώην σπουδάστρια του Ωδείου και εννέα χρόνια νεότερή του.
Του ανακοίνωσε ότι ήταν ερωτευμένη μαζί του εδώ και πολλά χρόνια.
Απ’ αυτό και μόνο θα ‘πρεπε να ανησυχήσει, αφού δεν είχαν συναντηθεί ποτέ, αλλά εκείνος πίστεψε ότι η μοίρα τού είχε στείλει μια νύφη.
Σε λιγότερο από δύο μήνες παντρεύτηκαν.
Ο Τσαϊκόφσκι το μετάνιωσε αμέσως.
Στο τρένο, όταν έφευγαν για τον μήνα του μέλιτος, ο γαμπρός εξήγησε με λυγμούς και υστερίες ότι δεν μπορούσαν να έχουν σεξουαλική σχέση.
Άγνωστο αν η Αντονίνα κατάλαβε τι εννοούσε.
Ο Τσαϊκόφσκι ήταν τόσο αμήχανος από την επιμονή της γυναίκας του, ώστε απέφευγε τους φίλους και, αδυνατώντας να αντέξει την παρουσία της στο σπίτι, έβγαινε κάθε βράδυ για μακρινούς περιπάτους μες το κρύο.
Μια νύχτα αποφάσισε να πέσει στον παγωμένο ποταμό της Μόσχας, ελπίζοντας να πεθάνει απ’ το κρυολόγημα.
Γύρισε σπίτι μισοπαγωμένος, αλλά είχε γερή κράση και δεν έπαθε τίποτα.
Τέλος, έβαλε τον αδελφό του να του στείλει ένα ψεύτικο τηλεγράφημα με το οποίο να τον καλεί στην Αγία Πετρούπολη.
Εγκατέλειψε τη γυναίκα του και δεν επέστρεψε ποτέ. Σε λίγους μήνες βρισκόταν στο Παρίσι και τα αδέλφια του άρχισαν να πληρώνουν την Αντονίνα για να κρατήσει το στόμα της κλειστό.
Πέρασαν μήνες μέχρι να ξαναρχίσει να συνθέτει.
Η μυστηριώδης χήρα και η σχέση δι’ αλληλογραφίας
Ενώ ο γάμος του διαλυόταν, ο Τσαϊκόφσκι ανέπτυξε μια πολύ πιο ευχάριστη σχέση με άλλη μια ξένη γυναίκα.
Και πάλι έλαβε ξαφνικά ένα γράμμα, αυτή τη φορά από μια πλούσια χήρα ονόματι Ναντέζντα φον Μεκ.
Ήθελε να του παραγγείλει κάποια κομμάτια μουσικής δωματίου.
Άρχισαν να αλληλογραφούν και σύντομα αντάλλασσαν μακροσκελείς επιστολές περί τέχνης, βιβλίων, έρωτα και ζωής.
Η φον Μεκ πρόσφερε στον Τσαϊκόφσκι ένα μισθό που θα του επέτρεπε να αφήσει τη δουλειά του στο Ωδείο της Μόσχας.
Υπήρχε μόνο ένας όρος: δεν μπορούσαν να συναντηθούν.
Η επιμονή της φον Μεκ για μια σχέση δι’ αλληλογραφίας ήταν ακατανόητη, αλλά ο Τσαϊκόφσκι τη σεβάστηκε.
Κατέληξαν να καταφεύγουν σε ακρότητες για να τηρήσουν τον όρο.
Έλεγαν ο ένας στον άλλον τα ταξιδιωτικά τους δρομολόγια για να μη συναντηθούν κατά τύχη στο Παρίσι ή τη Φλωρεντία.
Όταν ο Τσαϊκόφσκι έμενε στο αρχοντικό της φον Μεκ, εκείνη του έδινε το καθημερινό της πρόγραμμα για να μην πέσουν ο ένας πάνω στον άλλον.
Ήταν μοιραίο όμως μια μέρα να αρχίσει ο Τσαϊκόφσκι τον περίπατό του νωρίς, ενώ η φον Μεκ είχε καθυστερήσει.
Οι δυο τους συναντήθηκαν σε ένα εξοχικό δρόμο.
Δεν είπαν λέξη, αλλά ο Τσαϊκόφσκι της έβγαλε το καπέλο και συνέχισε την πορεία του.
Ήταν απίστευτα αλλόκοτο, αλλά στην φον Μεκ ο Τσαϊκόφσκι βρήκε μια πραγματική φίλη και υποστηρίκτρια.
Την Αντονίνα μπορούσε να την αγνοήσει.
Καμιά φορά του ζητούσε διαζύγιο, αλλά εκείνος πάντα τη μετέπειθε στέλνοντας κι άλλα λεφτά: φοβόταν μήπως ακουστεί κάτι στο δικαστήριο.
Κάποτε εκείνη πήγε στο σπίτι του Τσαϊκόφσκι, τον αγκάλιασε κι είπε ότι γνώριζε πια πως θα πυροδοτούσε τα πάθη του.
Με εκατό ρούβλια ξανάφυγε.
Η σχέση με την φον Μεκ τελείωσε τόσο παράξενα όσο είχε αρχίσει.
Η φον Μεκ είχε χάσει πολλά χρήματα και το 1890 του έγραψε ότι έπρεπε να διακόψει την οικονομική στήριξη και την αλληλογραφία.
Ο Τσαϊκόφσκι το πήρε βαριά.
Η μείωση του εισοδήματός του ήταν πρόβλημα, αλλά πολύ χειρότερη ήταν η απώλεια της σταθερής φιλίας της.
Ο μυστηριώδης θάνατος και το σενάριο του «απαγορευμένου» έρωτα
Με τα χρόνια, η φήμη του Τσαϊκόφσκι μεγάλωσε.
Κατά τις περιοδείες του σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, έβλεπε με χαρά να τον υποδέχονται στους σταθμούς οι θαυμαστές του.
Το 1888 επισκέφθηκε την Αμερική. Επανήλθε στο μπαλέτο το 1892 κι έγραψε το γνωστότερο έργο του, τον “Καρυοθραύστη”.
Η επιτυχία κι η αναγνώριση καθιστούν ακόμα πιο ανεξήγητο αυτό που συνέβη στη συνέχεια.
Στις 6 Νοεμβρίου 1893 ο Τσαϊκόφσκι πέθανε.
Οι έπαινοι και η επικήδειοι έπεσαν βροχή και το κράτος πλήρωσε για μια μεγαλοπρεπή κηδεία, όπου έψαλε η Χορωδία του Παρεκκλησίου των Αυτοκρατορικών Ανακτόρων.
Ο ίδιος ο τσάρος είπε: “Έχουμε πολλούς δούκες και βαρόνους, αλλά μόνο έναν Τσαϊκόφσκι”.
Υποτίθεται ότι πέθανε από χολέρα, που την κόλλησε πίνοντας ένα ποτήρι άβραστο νερό.
Προκύπτουν όμως ερωτήματα με αυτήν την εκδοχή.
Οι αναφορές για το πού και πώς ήπιε το μοιραίο ποτήρι ποικίλλουν, όπως κι οι περιγραφές για την εξέλιξη της ασθένειας. Υπήρξαν φήμες ότι επρόκειτο για αυτοκτονία.
Το 1979 εμφανίστηκε μια νέα εκδοχή.
Η χήρα του Νικολάι Γιάκομπι, ισχυρού κυβερνητικού αξιωματούχου που ήταν συμμαθητής του Τσαϊκόφσκι, υποστήριξε ότι ο συνθέτης είχε συνδεθεί ερωτικά με τον ανιψιό ενός δούκα.
Ο δούκας έγραψε επιστολή καταγγελίας και την έδωσε στον Γιάκομπι για να την παραδώσει στον τσάρο.
Ο Γιάκομπι υποτίθεται ότι κάλεσε τον Τσαϊκόφσκι σε μια συνάντηση παλιών συμμαθητών και συζήτησαν για το τι έπρεπε να κάνει.
Αποφάσισαν ότι ο Τσαϊκόφσκι έπρεπε να αυτοκτονήσει, αφού ήταν ο μόνος τρόπος να μην παραδώσει ο Γιάκομπι την επιστολή στον τσάρο και να διατηρήσει την τιμή του. Ποτέ δεν θα μάθουμε αν αυτή είναι η αλήθεια.
Πολλοί προτιμούν να πιστεύουν ότι ο θάνατος του ήταν τραγικό ατύχημα κι όχι αυτοκτονία που προκλήθηκε από κοινωνικές προκαταλήψεις.
Πάντως, η ουσία ήταν η ίδια: ένας λαμπρός άνθρωπος πέθανε πολύ νέος, στα 53 του, αφήνοντας μια κληρονομιά θαυμάσιας και κοσμοαγάπητης μουσικής.
Οι καιροί αλλάζουν
Οι φήμες για την ομοφυλοφιλία και την αυτοκτονία του Τσαϊκόφσκι ακούγονταν για χρόνια.
Όταν ο συνθέτης Βλαντιμίρ Ντουκέλσκι συζήτησε το θέμα με τον ιμπρεσάριο Σεργκέι Ντιαγκίλεφ, εκείνος παρατήρησε:
“Ο καημένος ο Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι ήταν πάντα στα πρόθυρα της αυτοκτονίας, απ’ τον φόβο μήπως ο κόσμος καταλάβει ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Σήμερα αν είσαι συνθέτης και δεν είσαι ομοφυλόφιλος, καλύτερα να φυτέψεις μια σφαίρα στο κεφάλι σου”.
ΠΗΓΗ: «Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Μουσουργών» από τις εκδόσεις «ΑΙΩΡΑ».