Στις 15 Φεβρουαρίου του 1933, ο Ιταλός Τζόσεφ Ζανγκάρα αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Πρόεδρο της Αμερικής, Φρανκλίνο Ρούσβελτ.
Ο Ρούσβελτ έδινε ομιλία στο Μαϊάμι. Ο πρόεδρος ήταν ανάπηρος από το 1921, όταν είχε αρρωστήσει βαριά με πολιομυελίτιδα.
Για να κρύψει την αναπηρία του, μίλαγε στο κοινό μέσα από ένα αυτοκίνητο καμπριολέ. Με αυτό τον τρόπο μπορούσε να χαιρετάει από κοντά τον κόσμο.
Είχε μόλις ολοκληρώσει το λόγο του και κόσμος ζητωκραύγαζε, όταν πλησίασε το αυτοκίνητο ο Τζόσεφ Ζανγκάρα.
Κρατούσε ένα πιστόλι και σημάδευε τον Ρούσβελτ.
Ο Ζανγκάρα ήταν τόσο κοντός που χρειάστηκε να ανέβει πάνω σε ένα κασόνι για να τον δει.
Όμως το κασόνι έτρεμε και ο Ζανγκάρα δεν μπόρεσε να σημαδέψει καλά.
Πυροβόλησε πέντε φορές, αλλά καμία σφαίρα δεν πέτυχε τον πρόεδρο.
Τραυματίστηκε σοβαρά ο δήμαρχος του Σικάγο, Άντον Σέρμακ, ο οποίος καθόταν δίπλα στον Ρούσβελτ και άλλοι τέσσερις παρευρισκόμενοι πιο ελαφρά.
Στον δρόμο για το νοσοκομείο, ο Σέρμακ ψιθύρισε στον Ρούσβελτ: «Χαίρομαι που χτυπήθηκα εγώ κι όχι εσύ».
Ο Σέρμακ υπέκυψε στα τραύματά του τρεις βδομάδες μετά, στις 6 Μαρτίου.
Τον σκότωσε γιατί πονούσε το στομάχι του
Η ομολογία του Ζανγκάρα εξέπληξε τους αστυνομικούς. Δεν μισούσε συγκεκριμένα τον Ρούσβελτ, αλλά όλους τους πλούσιους.
Δήλωσε: «Έχω όπλο στο χέρι μου. Σκοτώνω βασιλιάδες και προέδρους πρώτα και μετά όλους τους καπιταλιστές».
Η βασική δικαιολογία του όμως, ήταν ότι είχε πονόκοιλο: «Επειδή πονάει το στομάχι μου θέλω να ισοφαρίσω με τους καπιταλιστές με το να σκοτώσω τον πρόεδρο. Το στομάχι μου πονάει πολύ καιρό τώρα και μισώ όλους τους ανθρώπους».
Ομολόγησε την ενοχή του και καταδικάστηκε σε 80 χρόνια φυλάκισης, αλλά ο Ζανγκάρα δεν έμεινε ευχαριστημένος.
Παρακάλεσε το δικαστή να του δώσει σκληρότερη ποινή: «Κύριε δικαστά, μην είστε τσιγκούνης. Δώστε μου εκατό χρόνια».
Όταν πέθανε ο Σέρμακ, η ποινή του Ζαργκάρα άλλαξε σε εκτέλεση στην ηλεκτρική καρέκλα. Εκτελέστηκε στις 20 Μαρτίου του 1933.
Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Ζήτω η Ιταλία! Αντίο σε όλους τους φτωχούς του κόσμου… Πάτα το κουμπί».
Το ξεκαθάρισμα λογαριασμών
Ο κόσμος πίστευε ότι ο Ζανγκάρα ήταν απλώς ένα παράφρων, αλλά την ίδια περίοδο κυκλοφόρησε και μια άλλη εκδοχή των γεγονότων.
Έλεγαν ότι ο Ζανγκάρα ήταν επαγγελματίας εκτελεστής και όταν πυροβολούσε, πετύχαινε πάντα το στόχο του.
Ο άνθρωπος που ήθελε να σκοτώσει δεν ήταν ο Ρούσβελτ, αλλά ο Άντον Σέρμακ.
Τον είχε προσλάβει ο μαφιόζος Φρανκ Νίτι, που είχε κυριαρχήσει στο Σικάγο μετά τη φυλάκιση του Αλ Καπόνε.
Ο Σέρμακ, αν και ήταν Δήμαρχος του Σικάγο, ήταν μπλεγμένος με τη μαφία και είχε προσπαθήσει να σκοτώσει τον Νίτι.
Δυστυχώς για τον Σέρμακ, ο Νίτι επέζησε και πήρε την εκδίκησή του.
Σύμφωνα με την θεωρία, ο Σέρμακ εκμυστηρεύτηκε λίγο πριν πεθάνει, ότι ήταν αυτός ο πραγματικός στόχος.
Ο Φρανκλίνος Ρούσβελτ παρέμεινε Πρόεδρος των Η.Π.Α. έως τον θάνατό του από φυσικά αίτια, στις 12 Απριλίου του 1945.