Στις 2 Σεπτεμβρίου 1878 ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα. Ήταν γόνος σημαντικής οικογένειας, καθώς ο πατέρας του είχε διατελέσει πρωθυπουργός και οι συγγενείς του εργάστηκαν στο πλευρό του Καποδίστρια και του Χαρίλαου Τρικούπη.
Μεγάλωσε σε ένα πολιτικό κι πνευματικό περιβάλλον, καθώς το σπίτι του ήταν χώρος συναθροίσεων για σημαντικές προσωπικότητες της εποχής.
Τους επισκέπτονταν άνθρωποι της ευρωπαϊκής διανόησης, ο Κωστής Παλαμάς και ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο οποίος συνήθιζε να του λέει ότι μια μέρα θα γινόταν πρωθυπουργός.
Ο Ίωνας ήταν θαυμαστής του Τρικούπη. Όταν μεγάλωσε έγραφε για εκείνον στο ημερολόγιο του: «Θαυμάζω λίγους από τους αρχαίους Έλληνες και κανέναν από τους σύγχρονους όσο τον Τρικούπη. Λυπάμαι που γεννήθηκα πολύ αργά για να μπορούσα να είχα συνεργαστεί μαζί του».
Ο Δραγούμης μεγάλωσε διαβάζοντας Γκαίτε, Σίλερ, Λοκ, Μπάιρον και μιλούσε γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά, ιταλικά και αρχαία ελληνικά.
Ήταν φίλος με τον Μακεδονομάχο Παύλο Μελά, ο οποίος είχε παντρευτεί την αδελφή του, Ναταλία και μεγαλώνοντας ανέπτυξε έντονη δράση στο πεδίο των εθνικών διεκδικήσεων.
Υποστήριξε τη «Μεγάλη Ιδέα» και εργάστηκε με ζήλο, προκειμένου η Ελλάδα να πάρει πίσω τις αλύτρωτες περιοχές.
Αφού αποφοίτησε με άριστα από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, εντάχθηκε στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών και το 1902 τοποθετήθηκε γραμματέας στο προξενείο της Αλεξάνδρειας.
Τρία χρόνια αργότερα, έγινε υποπρόξενος στην Αλεξανδρούπολη και διετέλεσε γραμματέας στις πρεσβείες της Κωνσταντινούπολης, του Βουκουρεστίου, της Ρώμης και του Λονδίνου.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Μακεδονία υποστήριξε το μακεδονικό ζήτημα και ίδρυσε την οργάνωση «Μακεδονική Άμυνα» που είχε σκοπό τη δημιουργία ενός δικτύου ανθρώπων, που θα προωθούσαν τα ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή με κάθε μέσο.
Το ίδιο έκανε και στην Κωνταντινούπολη, όπου συσπείρωσε αρκετούς Έλληνες σε μια οργάνωση ονόματι «Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως».
Έγραφε βιβλία και συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά, στα οποία δημοσίευε άρθρα με τα ψευδώνυμα «Τοξότης» και «Ίδας».
Ήταν δημοτικιστής και υπήρξε ιδρυτής του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» που είχε στόχο την εκπαιδευτική και γλωσσική μεταρρύθμιση.
Παράλληλα με τον πολιτικό του βίο ο Δραγούμης είχε έντονη προσωπική ζωή.
Ήταν το «αγαπημένο παιδί της αθηναϊκής υψηλής κοινωνίας» και γνωστές κυρίες της εποχής ήταν ερωτευμένες μαζί του.
Όπως φαίνεται από τις φωτογραφίες του ήταν ένας γοητευτικός άντρας.
Η αμερικανίδα ανθρωπολόγος, Patricia Storage τον είχε περιγράψει ως εξής: «Είχε καλοσχηματισμένο και εκφραστικό πρόσωπο, ειρωνικό βλέμμα, έντονα μάτια και κομψή κορμοστασιά».
Είχε κοντά σγουρά μαλλιά τα οποία γριζάριζαν, περιποιημένο μουστάκι και έντονα χαρακτηριστικά.
Ήταν πάντοτε καλοντυμένος, κρατούσε συχνά μπαστούνι και φορούσε και μονόκλ παρά το νεαρό της ηλικίας του.
Οι κοπέλες της καλής κοινωνίας τον έβλεπαν σαν είδωλο και όπως είχε πει μια από τις θαυμάστριες του: «Αυτός ο άντρας μιλάει περισσότερο με τα μάτια και λιγότερο με το στόμα».
Από μικρός ο Δραγούμης είχε σχέσεις με ωραίες γυναίκες της Αθήνας.
Είχε ερωτικό δεσμό με μια ξένη πριγκίπισσα η οποία ήταν ερωμένη του διαδόχου του ελληνικού θρόνου, με τη γυναίκα ενός επιφανούς πολιτικού και με τη γυναίκα ενός βρετανού πολιτικού.
Ο πιο γνωστός έρωτας του Δραγούμη ήταν η Πηνελόπη Δέλτα, κόρη του επιχειρηματία Μπενάκη, την οποία γνώρισε το 1905, όταν πήρε μετάθεση στην Αλεξάνδρεια. Από την πρώτη μέρα που συναντήθηκαν έγιναν στενοί φίλοι και στους επόμενους μήνες η φιλία τους μετατράπηκε σε αμοιβαίο έρωτα, ο οποίος δεν εκπληρώθηκε ποτέ και βασάνιζε τη συγγραφέα μέχρι το τέλος της ζωής της.
Ο έρωτας με την Μαρίκα Κοτοπούλη
Το 1908 ο Δραγούμης υπηρετούσε ως δεύτερος γραμματέας στην ελληνική πρεσβεία της Κωνσταντινούπολης. Τότε, συναντήθηκε με την Μαρίκα Κοτοπούλη, η οποία ήταν ήδη διάσημη ηθοποιός και έκανε περιοδείες στο εξωτερικό.
Όταν γνωρίστηκαν η Κοτοπούλη τον ερωτεύτηκε και αμέσως έγιναν εραστές. Όπως έγραφε η ηθοποιός μερικά χρόνια αργότερα: «Κάθε φορά που πλάγιαζα μαζί του, ένιωθα ότι πλάγιαζα με τον Ερμή».
Οι δυο τους περνούσαν μεγάλα διαστήματα χωριστά και δεν είχαν απαιτήσεις ο ένας από τον άλλον. Όπως έλεγε η Κοτοπούλη: «Δεν μπορούσα να κάνω τίποτε για να αλλάξω τον Ίωνα, όπως δεν μπορούσε να κάνει τίποτε για να αλλάξει εκείνος εμένα».
Οι επιστολές που έστελνε ο Δραγούμης, όταν ήταν εξόριστος στην Κορσική φανερώνουν το πάθος του για εκείνη. «Ξέρω ότι σε αγαπώ με πάθος, σαν το ζώο» και εκείνη του απαντούσε λέγοντας: «Σε γνώρισα την ίδια μέρα που γνώρισα και τη μορφίνη. Ευτυχώς τη μορφίνη την έκοψα. Δεν μπορώ να κάμω το ίδιο και μ’ εσένα».
Οι δυο τους αποφάσισαν να συγκατοικήσουν σε σπίτι που αγόρασαν από κοινού. Η είδηση της συγκατοίκησης μιας ηθοποιού με έναν γόνο καλής οικογένειας που είχε πολιτικές φιλοδοξίες προκάλεσε σκάνδαλο στην αθηναϊκή κοινωνία.
Οι γονείς του δεν συνάντησαν ποτέ την Κοτοπούλη και λέγεται ότι αυτός ήταν ο λόγος που ο πατέρας του τον «αποκλήρωσε» από τη διαθήκη του, καθώς άφησε το σπίτι στην Αθήνα στον τρίτο του γιο και όχι στον Ίωνα.
Παρά τις αντιδράσεις, ο Δραγούμης παρέμεινε με την Κοτοπούλη έως το τέλος της ζωής του, την 31η Ιουλίου του 1920, όποτε δολοφονήθηκε από βενιζελικό στρατιωτικό σώμα ασφαλείας στο κέντρο της Αθήνας. Υπήρξε θύμα του φανατισμού και του εθνικού διχασμού μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Παρίσι.
Πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο: «Ίων Δραγούμης: Ο Ασυμβίβαστος» του συγγραφέα Γιάννη Α. Μάζη, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ