Η Δέσπω Διαμαντίδου είναι γνωστή στο κοινό κυρίως από τις παλιές ελληνικές ταινίες. Ενσάρκωσε τη δεσμοφύλακα στη «Στεφανία, την κουτσομπόλα φίλη της Μάρως Κοντού στο «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», τη Μαντάμ Παρί στα «Κόκκινα Φανάρια», αλλά και τη μητέρα της Αλίκης Βουγιουκλάκη στην ταινία «Η Αλίκη στο Ναυτικό». Συνολικά έπαιξε σε σχεδόν 40 ταινίες.
Η ηθοποιός όμως είχε μια ακόμα μεγαλύτερη θεατρική καριέρα. Για πολλά χρόνια ήταν στέλεχος του Εθνικού Θεάτρου.
Πρωταγωνίστησε με επιτυχία σε αρχαίες τραγωδίες, αλλά και στη θεατρική εκδοχή του «Ποτέ την Κυριακή» του Ζιλ Ντασέν, όπου λεγόταν «Ίλια Ντάρλινγκ».
Εκτός από την άψογη συνεργασία τους πάνω στη σκηνή του Μπροντγουέι, η πρωταγωνίστρια Μελίνα Μερκούρη και η Δέσπω Διαμαντίδου ήταν και πολύ καλές φίλες.
Η εμφάνιση στην παράσταση Ίλια Ντάρλινγκ δεν ήταν η μοναδική που έκανε η ηθοποιός εκτός Ελλάδας.
Η εμφάνιση στο Μπροντγουέη και η συνεργασία με τον Γούντι Άλεν
Η Δέσπω Διαμαντίδου έκανε διεθνή καριέρα, καθώς έπαιξε στην ταινία του Γούντι Άλεν «Ο ειρηνοποιός», όπου ενσάρκωνε τη μητέρα του, ενώ έπαιξε και στην παράσταση του Μπρόντγουεη «Καμπαρέ». Διαβατήριο για τις συνεργασίες της με ξένους σκηνοθέτες και παραγωγούς ήταν το ταλέντο της.
Βοήθησε όμως τόσο η παραμονή της στην Αμερική από το 1967 έως το 1974 (διάρκεια της δικτατορίας στην Ελλάδα) όσο και το γεγονός ότι γνώριζε ξένες γλώσσες. Και ο πληθυντικός δεν είναι σχήμα λόγου. Η Δέσπω Διαμαντίδου μιλούσε πέντε γλώσσες. Επίσης, διέθετε μια ιδιαίτερη προφορά, λόγω της καταγωγής της από τη Ρωσία, αλλά και των σπουδών της σε Γερμανικές Σχολές.
Η ιδιαιτερότητα της προφοράς της ήταν αρεστή στους σκηνοθέτες, οι οποίοι της έδιναν ρόλους αλλοδαπών (μη Αμερικανών) γυναικών. Η ίδια έχει περιγράψει σε συνέντευξη της στον Σωτήρη Κακίση πώς κατάφερε να πάρει το ρόλο:
«Αντικατέστησα τη Λότε Λένια και τον ρόλο τον πήρα παλικαρίσια. Πέρασα δηλαδή απ’ το λεγόμενο «Κατλ Κωλ», που έρχονται όλοι του σωματείου, κοπαδιαστά, όπως το λέει κι η λέξη. Με τετρακόσιες γυναίκες πέρασα και πήρα τον ρόλο. Κι είμαι πάρα πολύ περήφανη γι’ αυτό. Δεν ήθελε να με πάρει μάλιστα η κυρία εκεί πέρα, «Δεν σας πάει ο ρόλος», έλεγε. Εγώ στην πατρίδα μου παίζω πολλούς ρόλους, της είπα, όχι μόνο αυτή που είδατε στο «Ίλυα Ντάρλινγκ». Τότε δεν τον ήξερα τον Χαλ Πρινς, το σκηνοθέτη. Πήγα κι έπαιξα και τον πήρα το ρόλο. Και τον κράτησα ένα χρόνο περίπου».
Η γνωριμία με τον Γούντι Άλεν
Σε αντίθεση με τον ρόλο στο Καμπαρέ, όπου πέρασε μια σκληρή οντισιόν, για το ρόλο στην ταινία του Γούντι Άλεν, η ηθοποιός δεν χρειάστηκε να κάνει το ίδιο. Απλώς τον έπεισε το ταλέντο της και της πρότεινε τον ρόλο.
Όπως αποδείχτηκε αργότερα, ο σκηνοθέτης παρακολουθούσε όλες τις παραστάσεις της Ελληνίδας ηθοποιού και εξέταζε την υποκριτική της προσεχτικά.
Αρχικά όμως, η ίδια δεν το πίστευε: «Μου λέει, Δέσπω, δεν στο ‘πα χτες στην παράσταση, την ώρα που έφευγες, ο Γούντυ Άλλεν βγήκε στην πόρτα και σ’ έβλεπε, θα σε κοίταζε για κάποιον ρόλο. Λέω, τώρα τι σαχλαμάρες είν’ αυτές, βγήκε κι έβλεπε, μ’ ερωτεύτηκε; Και γελούσαμε. Περάσανε τρεις μήνες και παίρνω μια ειδοποίηση ότι θέλει να με δει ο Γούντυ Άλλεν για ένα έργο που θα κάνει στην Ευρώπη.
-Είδες που στα ‘λεγα μου λέει η φίλη μου, αυτό ήτανε. Σηκώνομαι εγώ, πάω και τον βλέπω.
-Πού με ξέρετε; του ‘πα.
-Ξέρω πολύ καλά τη δουλειά σας, μου λέει. Είχε παρακολουθήσει ό,τι είχα παίξει! Πάει και βλέπει, ενδιαφέρεται για το θέατρο.
-Λοιπόν, του λέω, θέλετε να σας διαβάσω τίποτα;
-Όχι, μου λέει, απλώς ήθελα να σας δω από κοντά. Εκείνο το βράδυ στο θέατρο ήθελα να σας μιλήσω, αλλά είδα πως ήσασταν με παρέα και δεν τόλμησα. Είμαι πολύ συνεσταλμένος.
-Τώρα είμαστ’ εντάξει. Σας είδα. Μετά, έφυγα εγώ, το ξέχασα. Μετά από έξι μήνες είχα το ρόλο».
Στον «Ειρηνοποιό» (Love and Death) ο Μπόρις Γκρουσένκο (Γούντι Άλεν) κατατάσσεται στο στρατό χωρίς τη θέλησή του μόνο και μόνο γιατί ο Ναπολέων εισβάλλει στη Ρωσία. Η μαμά Ρωσία τον καλεί και η μάνα του η ίδια (Δέσπω Διαμαντίδου) τον ξεπροβοδίζει. Η ξαδέλφη του Σόνια (Ντάιαν Κήτον) είναι η μόνη που δεν νοιάζεται για αυτό αλλά μόνο για το ποιον θα επιλέξει για γαμπρό. Κι όλα αυτά μέσω φιλοσοφικών αναζητήσεων και στοχασμών για τη ζωή, τον έρωτα και τον θάνατο.
Στα γυρίσματα ο σκηνοθέτης έκανε τους ηθοποιούς να νιώθουν άνετα και τους άφηνε περιθώρια να αυτοσχεδιάζουν.
Μετά τη συνεργασία τους Γούντι Άλεν και Δέσπω Διαμαντίδου, διατήρησαν μια φιλική σχέση.
Η ηθοποιός πήρε επίσης μέρος στην ταινία του σκηνοθέτη Χαλ Πρινς «Μαύρα Τριαντάφυλλα», αλλά και στην ταινία «Καβαλάρηδες» του Φράνκεχάιμερ.
Η Δέσπω Διαμαντίδου γεννήθηκε στις 13 Ιουλίου 1916 στον Πειραιά.