Ο Μιχάλης Κακογιάννης ήταν θεατρίνος από μικρός. Διαβολόπαιδο, τον αποκαλούσαν όσοι τον γνώριζαν.
Γεννήθηκε στη Λεμεσό στις 11 Ιουνίου του 1922 σε μια πλούσια οικογένεια που τον κακομάθαινε.
Είχε δύο αδελφές και έναν αδελφό που έπαιρναν μέρος στις σκανταλιές του.
Τους σκηνοθετούσε μικρά σκετς που οργάνωνε ο ίδιος και δεν δεχόταν αντιρρήσεις ούτε από γονείς, αλλά ούτε κι απ’ τα αδέλφια του.
Στο σχολείο, αν και τετραπέρατος, δεν είχε πολλή όρεξη για δουλειά.
Μία μέρα, για να αποφύγει ένα διαγώνισμα μαθηματικών, ξεδίπλωσε όλο το υποκριτικό του ταλέντο.
Όταν τους έδωσαν τις κόλλες και δεν ήξερε καμία απάντηση, σκαρφίστηκε ολόκληρο σχέδιο.
Προσποιήθηκε ότι ήταν αδιάθετος και ζήτησε άδεια για να επισκεφτεί την τουαλέτα.
Τον άφησαν και ο Μιχάλης πήρε κρυφά μαζί του χαρτιά και σημειώσεις μαθηματικών.
Στην τουαλέτα άρχισε να τα διαβάζει μανιωδώς, αλλά μάταια.
Απογοητευμένος γύρισε στην τάξη και ετοιμάστηκε να δώσει λευκή κόλλα.
Αλλά πριν υποταχτεί στη μοίρα του, αποφάσισε να κάνει άλλη μία τελευταία προσπάθεια.
Έκανε ότι ζαλίστηκε και έπεσε στο πάτωμα, δήθεν λιπόθυμος.
Τον έστειλαν σπίτι του, όπου τον περίμεναν οι γονείς του ανήσυχοι.
Ο πατέρας του κατάλαβε αμέσως το κόλπο του γιου του, αλλά δεν τον τιμώρησε.
Ήξερε ότι ο Μιχάλης μπορεί να έκανε τον θεατρίνο, αλλά όταν ερχόταν η ώρα, θα γινόταν δικηγόρος, όπως του είχε υποσχεθεί.
Η Μάχη του Λονδίνου
Και πράγματι, ο 18χρονος Μιχάλης Κακογιάννης άφησε την Κύπρο για νομικές σπουδές στο Λονδίνο.
Εκεί έφτασε το 1938, λίγο πριν ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Δύο φορές κόντεψε να σκοτωθεί, όταν το Λονδίνο βομβαρδιζόταν από τους Γερμανούς.
Δεν φοβήθηκε όμως και δεν εγκατέλειψε τις σπουδές του.
Αν και ξεκίνησε στη Νομική, πολύ σύντομα τον κέρδισε η τέχνη και το 1941 τον προσέλαβαν στο ελληνικό τμήμα του BBC, πρώτα ως μεταφραστή και ύστερα ως εκφωνητή.
Εκεί δούλευε δίπλα σε ανθρώπους όπως ο Τζορτζ Όργουελ, η Κατίνα Παξινού και ο Νίκος Καζαντζάκης.
Το 1945, με τη λήξη του πολέμου, ο Κακογιάννης αποφάσισε να ταξιδέψει για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Το ταξίδι έμεινε για πάντα χαραγμένο στο μυαλό του, γιατί ήρθε για ακόμα μία φορά πολύ κοντά στον θάνατο.
Η παρ’ ολίγον αεροπορική τραγωδία
Το 1945 δεν υπήρχαν πολλές οργανωμένες αεροπορικές εταιρείες.
Κάθε ταξιδιώτης αν μπορούσε, έβρισκε οποιοδήποτε αεροπλάνο κι επιβιβαζόταν.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης επιβιβάστηκε σε ένα στρατιωτικό αεροπλάνο που παραλίγο να γίνει για τους επιβάτες ιπτάμενο φέρετρο.
Σταμάτησαν πρώτα στην Κύπρο, μετά κατευθύνθηκαν στη Ρόδο και από εκεί θα πήγαιναν στον τελικό προορισμό, την Αθήνα.
Στη διαδρομή έπαθε βλάβη η μία απ’ τις δύο μηχανές και υπήρχε διαρροή πετρελαίου.
Όταν ειδοποιήθηκε ο πιλότος, αναγκάστηκε να σβήσει τη μία μηχανή και το αεροπλάνο πετούσε με μειωμένη δύναμη.
Κάθε λίγα λεπτά, έκλειναν και την άλλη μηχανή και το αεροπλάνο άρχιζε να χάνει ύψος, με αποτέλεσμα να πανικοβληθούν και οι επιβάτες.
Το πλήρωμα τους ανακοίνωσε ότι έπρεπε να πετάξουν τις απισκευές στη θάλασσα για να ελαφρώσει το αεροσκάφος.
Ο Κακογιάννης παρακάλεσε έναν νεαρό αεροπόρο να μην πετάξουν τη βαλίτσα του, γιατί είχε μέσα το διαβατήρια και όλα του τα χρήματα.
Ο νεαρός του έκανε τη χάρη, αλλά το αεροσκάφος συνέχισε να χάνει έδαφος.
Μέχρι να φτάσουν στην Αθήνα οι επιβάτες έκαναν τον σταυρό τους, πεπεισμένοι ότι δεν θα έβγαιναν σώοι.
Όμως τα κατάφεραν και αποβιβάστηκαν όλοι στην Αθήνα, χωρίς να πάθουν τίποτα.
Ο νεαρός που έζησε στο βομβαρδισμένο Λονδίνο με την ελπίδα να πάει στην Ελλάδα, παραλίγο να σκοτωθεί εν καιρώ ειρήνης στο πρώτο ταξίδι του προς την πατρίδα.
Επέζησε κι από το αεροπορικό ατύχημα και αποφάσισε να ζήσει τη ζωή του, όπως ήθελε, κι όχι όπως του επέβαλλαν οι οικογενειακές επιταγές. Και τελικά έκανε αυτό που ήθελε και το έκανε άριστα.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης πέθανε στις 25 Ιουλίου 2011.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μιχάλης Κακογιάννης – Άντονι Κουίν. Γιατί βγήκαν έξω να παίξουν μπουνιές;