Μεγαλωμένος σε μια αστική οικογένεια του Λονδίνου και περνώντας τα παιδικά του χρόνια σε οικοτροφείο, ο John Graham Mellor παράτησε την πλούσια ζωή του για να γίνει κάποια χρόνια αργότερα ο πιο συνειδητοποιημένος τραγουδιστής της γενιάς του.
Γεννήθηκε στις 21 Αυγούστου 1952 στη Άγκυρα της Τουρκίας, πατέρας του ήταν ο βρετανός διπλωμάτης Ronald Mellor.
Ο Chuck Berry, The Beach Boys και ο Woody Guthrie ήταν μερικά από τα μουσικά ακούσματα που τον επηρέασαν.
Προς τιμήν του τελευταίου, στην αρχή της καριέρας του χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Woody Mellor.
Η αυτοκτονία του αδελφού του
Στα 18 του παρακολούθησε μαθήματα στη κεντρική σχολή τέχνης του Λονδίνου με σκοπό να γίνει σχεδιαστής cartoon. Παράτησε τη Σχολή όταν ο αδερφός του, Ντέιβιντ, αυτοκτόνησε.
Το 1973 τον βρίσκει να συμπαραστέκεται στους αστέγους του Λονδίνου και να καταλαμβάνουν τα εκατοντάδες εγκαταλελειμμένα βικτοριανά σπίτια της περιοχής.
Ήταν τότε που σχημάτισε μαζί με κάποιους από τους καταληψίες, τους 101ers, όνομα εμπνευσμένο από την οδό που έμεναν.
Τραγουδούσαν στις παμπ του Λονδίνου και ήταν η μπάντα που του έδωσε την πρώτη του εμπειρία ως μουσικό.
Τη χρονιά εκείνη αλλάζει το ψευδώνυμο του από Woody Mellor στο γνωστό σε όλους Τζο Στράμερ (Joe Strummer).
The Clash
To 1976 o Joe Strummer συμμετείχε με τους 101ers σε μια συναυλία των Sex Pistols, του πρώτου και πιο γνωστού βρετανικού πανκ ροκ συγκροτήματος.
Ήταν τότε που «είδε το φως», όπως θα πει αργότερα σε συνέντευξη του.
Αποχώρησε από τους 101ers και πήρε μέρος στους London SS, τη μπάντα του Mick Jones, Τopper Headon και του παιδικού του φίλου Paul Simonon.
Το συγκρότημα μετονομάστηκε The Clash.
Ο Strummer ήταν αυτός που συνέβαλε στην δημιουργία του πρωτοποριακού συγκροτήματος της πανκ ροκ μουσικής σκηνής και γρήγορα ανέλαβε ηγετικό ρόλο.
Ο ριζοσπαστισμός του και οι κοινωνικές του ανησυχίες τον ενέπνεαν να γράφει τραγούδια με πολιτικό περιεχόμενο.
Σκληρά λόγια, που πετύχαιαν το στόχο στο κέντρο και δεν φλυαρούσαν με υπονοούμενα.
Λόγια, φυσικά εξόχως ενοχλητικά για το συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας.
Οι νέοι όμως έβρισκαν στους στίχους ένα κομμάτι της ζωής τους και ταυτόχρονα γούσταραν και τη μουσική του συγκροτήματος.
Η συμμετοχή του σε αντιρατσιστικές και αντιναζιστικές οργανώσεις τον όπλισαν με ιδέες και επιχειρήματα.
Στο στόχαστρο ήταν πάντα ο καπιταλισμός, ο καταναλωτισμός και οι ανισότητες.
Οι Clash δεν αντιμετωπίζουν το γκρουπ τους ως μέσο εκτόνωσης αλλά ως ντουντούκα κοινωνικής εξέγερσης.
London calling to the faraway towns
Now war is declared, and battle come down
London calling to the underworld
Come out of the cupboard, you boys and girls
Άλλωστε οι δρόμοι του Λονδίνου έβραζαν καθημερινά από συγκρούσεις. Οι νεοναζί εναντίον των πανκ και των μεταναστών, οι αστυνομικοί εναντίον των εργατών και η Θάτσερ εναντίον όλων.
Το 1978 ηγούνται της συναυλίας που διοργανώθηκε από το κίνημα Rock Against Racism, διαμαρτυρόμενοι για την άσκηση βίας στους μετανάστες και τραγουδούν για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το White Riot είναι το πρώτο σινγκλ που κυκλοφόρησαν.
O σκληρός και αδυσώπητος ήχος της κιθάρας του Jones σε συνδυασμό με τη χαρακτηριστική φωνή του Strummer, δίνουν μια πρώτη γεύση από αυτό που θα ακολουθήσει.
Ο Strummer καλεί τους λευκούς να πάψουν να είναι αυτάρεσκοι και να επανεξετάσουν την αποτυχία του κοινωνικοοικονομικού συστήματος της εποχής.
Πηγή έμπνευσης του ήταν η συμμετοχή και η σύλληψη του τον Αύγουστο του 1976 κατά τη διάρκεια ταραχών που δημιουργήθηκαν στο καρναβάλι του Νotting Hill μεταξύ μαύρων και αστυνομίας.
Το άλμπουμ «London Calling» με εξώφυλλο τον Simonon να σπάει τη κιθάρα του, ήταν η μεγαλύτερη τους επιτυχία, που τους έκανε μπάντα παγκόσμιας απήχησης..
Τραγούδια όπως το Sandanista, Rock the Casbath, I’m so bored with USA γίνονται ύμνοι για τους νέους.
Οι Clash τραγουδούν για την ανεργία, τον φασισμό, τον Ισπανικό Εμφύλιο, τη κοινωνική καταπίεση και τα προβλήματα της εργατικής τάξης.
Συλλαμβάνουν μια σημαντική πτυχή της γενιάς τους, ενώ η ντίσκο καλεί τους νέους σε ανώδυνο χορό και ξεφάντωμα.
Oι στίχοι διαμαρτυρίας σε συνδυασμό με τον πρωτότυπο ήχο κάτι μεταξύ πανκ, ροκ ρέγκε, φανκ και ροκαμπίλι τους αναδεικνύουν στο «the only group that matters», όπως τους ονόμασαν.
Το 1986 μετά από έξι άλμπουμ και μια επιτυχημένη δεκαετία στο χώρο της μουσικής, οι Clash διαλύονται λόγω προσωπικών διαφορών και ο Strummer ακολουθεί σόλο καριέρα.
Η συγγραφή soundtracks στον κινηματογράφο έγινε η βασική του ασχολία για τα επόμενα χρόνια.
Το 1999 δημιουργεί τους Moscaleros και ηχογραφούν τρεις δίσκους.
Παντρεύτηκε δυο φορές και έκανε δυο παιδιά. Ο πρώτος του γάμος έγινε το 1975 με σκοπό η νότιοαφρικανή Πάμελα Πούλμαν να πάρει τη βρετανική ιθαγένεια.
Το 2002 ο Joe Strummer σε ηλικία 50 ετών πεθαίνει στο σπίτι του από καρδιακή προσβολή.
O εκπρόσωπος μια γενιάς, όπως είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος τον εαυτό του, μέσα από τα τραγούδια του προώθησε τις αριστερές του πεποιθήσεις και έστειλε πολιτικά μηνύματα που εμπνέουν πολλούς ακόμα και σήμερα.
Έβγαλε πολλά χρήματα τα οποία μοιράστηκε αφειδώς και γενναιόδωρα με συντρόφους του στα κοινόβια όπου έζησε για πολλά χρόνια, ακόμη και την περίοδο της δόξας του.
‘Οταν άλλοι Βρετανοί καλλιτέχνες της ροκ, κυκλοφορούσαν με λιμουζίνες, ο Στράμερ ήταν καθημερινά στον δρόμο του ακτιβισμού.
Phoney Beatlemania has bitten the dust
London calling, see we ain’t got no swing
‘Cept for the ring of that truncheon thing