Πηγή: Ένα τραγούδι μια ιστορία, Τα ΝΕΑ
Το 1978 ο ηθοποιός Άγγελος Σφακιανάκης μαζί με τον Γιάννη Εμμανουηλίδη, φοιτητή της Σχολής Καλών Τεχνών, δημιούργησαν ένα συγκρότημα που ονομάστηκε «Οπισθοδρομική Κομπανία». Στην κομπανία συμμετείχαν πολλοί μουσικοί και περιόδευαν σε ταβέρνες της Αθήνας.
Η Οπισθοδρομική Κομπανία ήταν ένα ακόμη παιδί της «σαββοπουλικής» ιδεολογικής και δισκογραφικής ομπρέλας, που ακολουθώντας την τάση «επαναπροσδιορίζω την ελληνικότητα μου» της μεταπολιτευτικής περιόδου, πρότειναν μια νέα διέξοδο στο δίλημμα ντίσκο από τη μία ροκ από την άλλη. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1983 ήταν η εποχή που ο Σαββόπουλος έδινε νέα σημασία «στων Ελλήνων τις κοινότητες». Μέσα από τον νέο του δίσκο «Τα τραπεζάκια έξω», δήλωνε εμμέσως πλην σαφώς την προσήλωση του σε μια νέα, μάλλον αδιευκρίνιστη ιδεολογία που πολλοί από τους οπαδούς του θεώρησαν προδοτική.
Η απειλούμενη ελληνικότητα, η χριστιανοσύνη, η παράδοση γίνονταν αντίπαλον δέος και ταυτόχρονα μια ιδεολογική απάντηση στο κύμα ευτελισμού που έφερναν τα ξενόφερτα ήθη και οι πολυεθνικές δισκογραφικές. Μέσα σ’αυτό το πνεύμα το παρείστικο και ιδεολογικά φορτισμένο, ξεκίνησαν το 1979 τις βόλτες τους στις ταβέρνες οι Οπισθοδρομικοί. Ένα βράδυ ανάμεσα στα τραπεζάκια που διασκέδαζαν ήταν και το τραπέζι του Σαββόπουλου. Αφού γνώρισαν το πρόσωπο-κλειδί για το επόμενο τους βήμα-τους έκανε κρούση να είναι μαζί του την επόμενη σεζόν- αλλά στη Σκόπελο, όπου πήγαν να περάσουν το καλοκαίρι του ’79 και να παίξουν. Εκεί γνώρισαν μια όμορφη κοπέλα η οποία, αν και ερασιτέχνης, τραγουδούσε εξαιρετικά.
Η μητέρα της Ελευθερίας Αρβανιτάκη θέτει όρους για να την αφήσει στο πάλκο
Τον Σεπτέμβρη χτύπησε το τηλέφωνο του Άγγελου και ήταν η φωνή (Σαββόπουλος) που δεν περίμενε: «Άι πηδήξου ρε Καστανέντα», του είπα- γιατί έτσι φώναζα έναν φίλο μου που διάβαζε Καστασέντα και μου έκανε πλάκα. Όταν κατάλαβα την γκάφα μου, δεν ήξερα πως να τα μπαλώσω.
Ήταν όντως ο Σαββόπουλος. Στο ραντεβού που κάναμε σε μια ταβέρνα στην Αλκιβιάδου πήγαμε με την κλασική σύνθεση της Κομπανίας: ο Γιάννης, ο Στράτος, ο Εξαρχάκος, η Ελευθερία κι εγώ. Την επομένη μας κάλεσε στο σπίτι του, όπου μας ανακοίνωσε πως ήθελε να δουλέψουμε όλο τον χειμώνα μαζί και βέβαια συμφωνήσαμε. Αλλά έπρεπε να συμφωνήσει και η κυρία Δώρα, η μητέρα της Ελευθερίας, που δεν είχε ιδέα για όλα αυτά. Πήγα στον Πειραιά και την έπεισα λέγοντάς της να μη σταματήσει την πρωινή της δουλειά και τα βράδια θα την επέστρεφα εγώ σπίτι μετά το μαγαζί. Το μαγαζί ήταν ο «Σκορπιός», η μπουάτ στην Πλάκα και το πρόγραμμα ήταν το «Γιγανταιώρημα», το οποίο ανέβηκε τον χειμώνα του 80-81.
Η θρυλική Ζεχρά
Κάπως έτσι μπήκε το νερό στα αυλάκι και η Ζεχρά των Σαββίδη- Σουγιούλ με τη φωνή της Ελευθερίας που δισκογραφήθηκε αργότερα στον δεύτερο δίσκο τους. Το ’81 εμφανίστηκαν πρώτη φορά μόνοι τους στο ρεμπετάδικο Κουασιμόδος στην Τσακάλωφ και από την επόμενη χρονιά θα βάλουν λαμπιόνια και πάλκο στο κέντρο Άλσος του Οικονομίδη και για τρεις σεζόν θα μας προτείνουν χορούς κυκλωτικούς και λικνίσματα με Τσιτσάνη, Μπαγιαντέρα, Μπάτη, Σουγιούλ. Το ’85 θα διαλυθούν έπειτα από δεκάδες συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και την ηχογράφηση τριών δίσκων. Κάθε πράγμα στον καιρό του. Και ο καιρός της Οπισθοδρομικής ήταν για να αποκτήσουμε ένα νέο αυτί σ΄αυτά που ήδη γνωρίζαμε από το παρελθόν.
ΠΗΓΗ: Ένα τραγούδι μια ιστορία, ειδική έκδοση της εφημερίδας Τα Νέα. Συγγραφείς: Δημήτρης Μανιάτης, Μαρία Μαρκουλή, Χάρις Ποντίδα
Διαβάστε επίσης: «Ρίτα, Ριτάκι» το τραγούδι που το ραδιόφωνο αγάπησε αμέσως και τραγουδούσαν οι μαθητές στις σχολικές εκδρομές. «Ο ύμνος της χυλόπιτας», που έκανε γνωστούς τους αδερφούς Κατσιμίχα και ο δίσκος πούλησε χιλιάδες αντίτυπα