Τα χρόνια της κατοχής τρεις γυναίκες, η Μαρία Καλογεροπούλου (Κάλας), η μητέρα της και η αδερφή της Τζάκι, δίνουν αγώνα επιβίωσής. Η οικογένεια Καλογεροπούλου βρίσκει στήριγμα στον Μίλτον Εμπειρίκο, μοναχογιό του εφοπλιστή Ανδρέα Εμπειρίκου, ο οποίος τότε διατηρούσε δεσμό με τη γοητευτική Τζάκι. Αυτός πλήρωνε το νοίκι στο σπίτι τους στην οδό Πατησίων.
Η Αθήνα υποφέρει από τη γερμανική κατοχή. Οι κατακτητές κρατάνε όλα τα τρόφιμα, οι μαυραγορίτες πίνουν το αίμα των πολιτών και ο λιμός θερίζει τους Αθηναίους. Η Μαρία καταφέρνει να συνεχίσει με αφοσίωση τις σπουδές της. Με την οικονομική στήριξη του Εμπειρίκου και την καθοδήγηση της δασκάλας της, Ιντάλγκο, κάνει αισθητή την παρουσία της στον χώρο του λυρικού θεάτρου.
Οι ιδιωτικές συναυλίες
Οι φιλόμουσοι Ιταλοί και Γερμανοί, που επισκέπτονταν τακτικά την αθηναϊκή όπερα, ανακάλυψαν γρήγορα το ταλέντο της Μαρίας.
Η Μαρία Καλογεροπούλου γρήγορα απέκτησε ένα μικρό, αλλά φανατικό κοινό το οποίο τη στήριζε όχι μόνο συναισθηματικά, αλλά και οικονομικά. Ήταν η εποχή που δεν πρόσεχε τη διατροφή της και αντήλλασσε τις προσκλήσεις με γλυκά. Κάτι λογικό για μια 17χρονη, μάλλον λαίμαργη κοπέλα, την περίοδο της κατοχής που υπήρχε έλλειψη σε όλα και ο φόβος ότι σύντομα τα ράφια θα είναι άδεια. Στην αρχή της Πατησίων οι ζαχαροπλάστες γνώριζαν καλά το πρόσχαρο κορίτσι με την ωραία φωνή.
Η μητέρα της Κάλας, η οποία είχε χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο, λέγεται ότι είχε ένα νέο δεσμό με κάποιον Ιταλό, απέναντι στους οποίους οι Έλληνες ήταν πιο θετικοί, καθώς δεν είχαν την επιθετικότητα των Γερμανών.
Ιταλοί και Γερμανοί μουσικόφιλοι επισκέπτονται το σπίτι της οικογένειας στην οδό Πατησιών και η Μαρία τραγουδάει μπροστά τους.
Οι γείτονες θυμούνται τη μικρή Μαρία να ακούγεται από την ταράτσα του σπιτιού, να ερμηνεύει την Τόσκα.
Η Κάλας δεν απόλαυσε ποτέ αυτές τις ιδιωτικές παραστάσεις. Οι κακές γλώσσες λένε ότι η μητέρα της την ανάγκαζε να ερμηνεύει για τους αξιωματικούς του στρατού κατοχής, ώστε να εξασφαλίζουν τρόφιμα για την επιβίωσή τους.
Οι σχέσεις που είχε αναπτύξει η οικογένεια Καλογεροπούλου με φιλόμουσους Ιταλούς και Γερμανούς, δημιούργησε προβλήματα στην ανερχόμενη Μαρία. Οι συνάδελφοί της άρχισαν να την κατηγορούν ότι τραγουδούσε για τους κατακτητές. Η ταλαντούχα νέα είχε προκαλέσει τη ζήλια και την οργή κάποιων συναδέλφων της.
Τα κακεντρεχή κουτσομπολιά έφθαναν ακόμη και σε ακραίες κατηγορίες. Μετά την απελευθέρωση, αντιμετωπίστηκε από τους συναδέλφους της περίπου ως δωσίλογος, με αποτέλεσμα να επιβληθεί στη διεύθυνση της εθνικής λυρικής σκηνής, να μην της ανατεθεί κανένα μέρος μονωδού, στις παραστάσεις αμέσως μετά την απελευθέρωση.
Οι υποστηρικτές της πιστεύουν ότι δεν υπήρξε ποτέ θέμα προδοσίας, αλλά μόνο ζήλιας και φθόνου. Ούτως ή άλλως, η κατηγορία της προδοσίας για μια τόσο νέα κοπέλα ήταν ακραία και αυτοί οι ισχυρισμοί ήρθαν σε αντίθεση με μαρτυρίες της εποχής, που φέρουν την Κάλας τον σκληρό χειμώνα του ΄42 να μετέχει στις ομάδες του ΕΑΜ για τη εξασφάλιση και τη διανομή τροφίμων.
Πάντως, ίσως και το άσχημο κλίμα να ήταν ένας λόγος που το 1945 αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αμερική, όπου αναζήτησε μια μεγάλη καριέρα.
Η σύγκρουση με τη μητέρα της
Αυτή η περίοδος πλήγωσε βαθιά τη Μαρία και τραυμάτισε ανεπανόρθωτα τη σχέση με τη μητέρα της. Η Μαρία μετά τον πόλεμο, όταν είχε παγκόσμια αναγνώριση, δήλωσε στο περιοδικό Time για τη μητέρα της:
«Δεν θα την συγχωρήσω, που μου στέρησε την παιδική μου ηλικία. Όλα αυτά τα χρόνια, που θα έπρεπε να παίζω και να μεγαλώνω, εγώ τραγουδούσα ή έβγαζα χρήματα. Όλα όσα έκανα για αυτούς, ήταν κυρίως καλά και όλα όσα έκαναν για εμένα, ήταν κυρίως άσχημα».
Ακούστηκε ότι η μητέρα της ήταν απογοητευμένη, καθώς στη γέννα προτιμούσε ένα αγόρι, αλλά κανείς δεν ξέρει αν όντως υπήρξε τέτοια πικρία η οποία μεταφέρθηκε και στην κόρη της. Οι καυγάδες τους όμως, ήταν καθημερινοί και τις άκουγε όλη η γειτονιά. Η ρήξη μεταξύ μητέρας και κόρης έγινε οριστική το 1950, μετά από ένα επαγγελματικό ταξίδι της Μαρίας στο Μεξικό. Έκτοτε, η Κάλας αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με τη μητέρα της και κράτησε πεισματικά τη στάση αυτή, μέχρι το τέλος της ζωής της.
Τα οικονομικά ήταν άλλο ένα σημεία τριβής. Το 1951 η μητέρα της ζήτησε χρήματα και σύμφωνα με το Time η Κάλας της απάντησε με γράμμα:
«Μη μας απασχολείς με τα προβλήματα σου. Έπρεπε να δουλέψω για να βγάλω χρήματα κι εσύ είσαι ακόμη νέα και μπορείς να εργαστείς. Αν δεν βγάζεις αρκετά χρήματα για να ζήσεις, μπορείς να πηδήξεις από το παράθυρο ή να πας να πνίγεις».
Ωστόσο, πολλοί πιστεύουν ότι αν η Κάλας έγινε η κορυφαία σοπράνο το οφείλει και στην πίεση της μητέρας της.
Η σχέση με την όμορφη αδελφή της
Η ανήλικη Μαρία ήταν παχουλή, με προβλήματα ακμής και μέτρια εμφάνιση. Από μικρή ένιωθε μειονεκτικά απέναντι στη μεγαλύτερη αδερφή της η οποία ήταν όμορφη και επίσης ταλαντούχα στο τραγούδι, αλλά βέβαια όχι όσο η Μαρία. Μετά από πολλά χρόνια είχε δηλώσει: «Η αδελφή μου ήταν αδύνατη, όμορφη και φιλική. Η μητέρα μου πάντοτε την προτιμούσε. Εγώ ήμουν το ασχημόπαπο, χοντρή, αδέξια και καθόλου δημοφιλής. Είναι πολύ άσχημο πράγμα να κάνεις ένα παιδί να αισθάνεται ότι είναι άσχημο και στα αζήτητα».
Οι σχέσεις των δύο αδελφών αποκαταστάθηκαν αρκετά χρόνια αργότερα και μάλιστα η επανασύνδεση έγινε είδηση στις εφημερίδες.
Η Μαρία Κάλας πέθανε στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
«Ήταν αδύνατον να δω τη διαφορά ανάμεσα στα πόδια του ελέφαντα και της Άϊντα την οποία έπαιζε η Κάλλας». Η ταπεινωτική κριτική που πείσμωσε την Μαρία Κάλλας να χάσει 35 κιλά. Η δίαιτα που ακολούθησε (βίντεο)