Έχοντας μαζί του μόνο ένα πολυβόλο, έμεινε σε ένα ύψωμα μόνος του τρείς μέρες αναζητώντας τους υπόλοιπους καταδρομείς. Τελικά τα κατάφερε και ενώθηκε με την ομάδα του!
Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο άφησε τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα, με την κατοχή των εδαφών, τους νεκρούς, τους αγνοούμενους, τις προδοσίες, την προσφυγιά, τον πόνο.
Από εκείνη τη σκοτεινή περίοδο, υπάρχουν και οι λιγότερο γνωστές ιστορίες απλών φαντάρων, που με αυταπάρνηση πολέμησαν τον εχθρό.
Μία από αυτές είναι και του Μανώλη Μπικάκη, του καταδρομέα από την Κρήτη ο οποίος υπηρετούσε στην Α΄Μοίρα Καταδρομών στο Μάλεμε Χανίων και στάλθηκε στην Κύπρο .
Ο Μπικάκης, 20 χρονών τότε, επιβιβάστηκε σε αεροπλάνο στα Χανιά με προορισμό τη Ρόδο, όπως τους είχαν πεί οι αξιωματικοί. Η αποστολή όμως κατευθύνθηκε προς την Κύπρο και έφτασε στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας μετά από μία επεισοδιακή προσγείωση. Το άλλο αεροπλάνο το οποίο μετέφερε επίσης καταδρομείς, κατέπεσε από φίλια πυρά, καθώς οι Ελληνοκύπριοι στρατιώτες το εξέλαβαν ως τουρκικό, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν όλοι οι επιβαίνοντες πλήν του καταδρομέα Θανάση Ζαφειρίου, ο οποίος πήδηξε από το αεροπλάνο και σώθηκε με βαρύτατα τραύματα.
Η αποστολή και η άνιση μάχη
Ο Μπικάκης είχε σταλεί σε μία άγνωστη τοποθεσία στη Λευκωσία μαζί με την υπόλοιπη επίλεκτη ομάδα, όταν κλήθηκε να την υπερασπίσει.
Σε ανύποπτο χρόνο βρέθηκε σε ένα ύψωμα στην περιοχή του Αγίου Δομετίου δυτικά της Λευκωσίας, έχοντας στη διάθεσή του μόνο ένα ΠΑΟ (Πυροβόλο Άνευ Οπισθοδρομήσεως) και 8 βλήματα.
Μαζί του ήταν μόνο ο καταδρομέας Μπιχανάκης, Κρητικός και αυτός, όταν τα τουρκικά μαχητικά βομβάρδιζαν ανελέητα την περιοχή.
Μέσα στη σύγχυση της μάχης, οι δύο σύντροφοι χάθηκαν μεταξύ τους και ο ένας νόμιζε τον άλλον νεκρό. Ο Μπιχανάκης αφού κατάφερε να ξεφύγει από τα πυρά των Τούρκων, συνάντησε την υπόλοιπη μοίρα καταδρομών και τους ανέφερε την «απώλεια» του Μπικάκη.
Ο Μπικάκης, σε μία κίνηση αυτοθυσίας αρνήθηκε να εγκαταλείψει το ύψωμα, ενώ από απέναντι πλησίαζε μια Ίλη τουρκικών αρμάτων Μ48, υποστηριζόμενη από τάγμα πεζικού.
Με το πρώτο βλήμα που είχε στη διάθεσή του κατέστρεψε το πρώτο άρμα, με τους Τούρκους να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους πανικόβλητοι.
Όταν έγινε αντιληπτός από τον εχθρό, ο Μπικάκης σύρθηκε στο χώμα μαζί με το ΠΑΟ και τα υπόλοιπα βλήματα που είχε και με μία μακρινή βολή ακινητοποίησε και το δεύτερο άρμα. Μόνος πλέον και με 6 βλήματα να του απομένουν, ο ηρωϊκός καταδρομέας ευστόχησε και στην τρίτη βολή, ενώ από το τουρκικό πλήρωμα δεν επέζησε κανένας. Στη συνέχεια, ακολούθησε η καταστροφή άλλων τριών τουρκικών αρμάτων Μ48 και έτσι η επέλαση τους από τα δυτικά προς την καρδιά της πρωτεύουσας σταμάτησε.
Όταν οι Τούρκοι προσπάθησαν να βρούν καταφύγιο σε ένα παλιό κτίριο, ο Μπικάκης τους «κλείδωσε» στο ΠΑΟ και με τα δύο εναπομείναντα βλήματα χτύπησε το κτίριο, με τον αριθμό των νεκρών να παραμένει άγνωστος.
Ο Μανώλης Μπικάκης, με μεγάλη αυταπάρνηση κατάφερε να αποτρέψει μόνος του την επέλαση των Τούρκων στην περιοχή, η οποία στόχευε στην κατάληψη σημαντικού στρατηγικού σημείου και στη μετέπειτα περικύκλωση της Λευκωσίας.
Για τρεις μέρες ο Μπικάκης και σε αντίξοες συνθήκες, έψαχνε την υπόλοιπη ομάδα έχοντας μαζί του ένα πολυβόλο το οποίο είχε βρει στο ύψωμα όπου πολεμούσε. Τελικά τα κατάφερε και επανενώθηκε με τη μονάδα του και επέστρεψε στην Ελλάδα μετά την εισβολή.
Η μή αναγνώριση και το άδοξο τέλος
Όταν ο διοικητής του Μπικάκη συνέταξε αναφορά για να παρασημοφορηθεί ο καταδρομέας, το ελληνικό κράτος ουδέποτε ανταποκρίθηκε, όπως επίσης δεν τιμήθηκε ποτέ για την προσφορά του, αλλά και για τον ηρωϊσμό που επέδειξε.
Ο Μανώλης Μπικάκης δεν διεκδίκησε ποτέ τίποτα. Ούτε αναγνώριση, αλλά ούτε και τιμές.
Η ζωή τελικά του «έπαιξε» άσχημο παιγνίδι και το 1994 βρήκε τραγικό θάνατο σε τροχαίο στο δρόμο Κορίνθου – Πατρών αφήνοντας πίσω του μία γυναίκα και δύο παιδιά.