Στα τέλη του 1914 ξέσπασε σε όλη τη Βρετανία ο «πυρετός των χακί». Ο όρος αυτός χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την ερωτική επιθυμία που προκαλούσε σε πολλές νεαρές γυναίκες η στρατιωτική στολή των νεαρών ανδρών.
Στρατιώτες και αξιωματικοί ντυμένοι στα χακί στρατοπέδευσαν σε αρκετές περιοχές της Βρετανίας κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου. Σύντομα, κοπέλες άρχισαν να περνούν τον χρόνο τους κοντά στα στρατεύματα και σε μέρη όπου σύχναζαν οι ένστολοι
Κοπέλες, ακόμη και στη μικρή ηλικία των 13, ενθουσιασμένες από την παρουσία των στρατιωτών, ξεχύθηκαν κατά ομάδες στους δρόμους, έπιναν αλκοόλ και «κυνηγούσαν» φαντάρους και αξιωματικούς.
Ο Τύπος της εποχής έκανε λόγο για νεαρές που έχουν καταφύγει στην πορνεία, είναι βουτηγμένες στην ασυδοσία και κάνουν σεξ ακόμη και στα πάρκα.
Ο «πυρετός των χακί» ξεθύμανε τα πρώτα χρόνια του πολέμου, αλλά ο δημόσιος διάλογος γύρω από την «επιδημία» συνεχίστηκε για πολλά χρόνια.
Αντιμετωπίστηκε σαν κοινωνικό φαινόμενο με το οποίο ασχολήθηκαν φεμινίστριες, αναμορφωτές, αρθρογράφοι και στο τέλος οι αρχές.
Πρόληψη και γυναικείες περίπολοι
Σε ένα κλίμα πατριωτικής έξαρσης και σεξουαλικής απελευθέρωσης, οι αρχές της Βρετανίας αποφάσισαν ότι οι δραστηριότητες των νεαρών γυναικών απαιτούσαν ειδική προσοχή και έλεγχο.
Ο πόλεμος έδωσε νέες ευκαιρίες και ελευθερίες στο ασθενές φύλλο, καθώς ένας σημαντικός πληθυσμός γυναικών βγήκε από το σπίτι και δούλεψε σε εργοστάσια, ορυχεία και φυσικά στα μέτωπα του πολέμου ως νοσηλευτικό προσωπικό.
Όμως, η παρεκκλίνουσα σεξουαλική συμπεριφορά ήταν συνώνυμο κοινωνικής απόκλισης και επομένως εν δυνάμει απειλή για το έθνος.
Ιστορικές μελέτες στη Βρετανία υποστηρίζουν ότι ο «πυρετός των χακί» ήταν το έναυσμα για να διεκδικήσουν οι γυναίκες της αστικής τάξης ενεργό ρόλο στην πατριαρχική κοινωνία της Αγγλίας («Khaki fever during the First World War: A historical case study of social work’s approach towards young women, sex and moral danger»).
Φυσικά, ο «πυρετός των χακί» έγινε και αντικείμενο πολιτικής σκοπιμότητας από κύκλους που επιδίωκαν να χειραγωγήσουν αυτό το άναρχο κίνημα πρώιμης σεξουαλικής απελευθέρωσης.
Έτσι, δημιουργήθηκαν δύο γυναικείοι οργανισμοί από γυναίκες της μεσαίας αστικής τάξης που είχαν διασυνδέσεις με το κίνημα των σουφραζέτων. Σκοπός τους ήταν καθοδηγήσουν τα νεαρά κορίτσια που είχαν χάσει τον προσανατολισμό τους, αλλά σύντομα ξέσπασε ανταγωνισμός ανάμεσά τους.
Η Επιτροπή Γυναικείων Περιπόλων της Εθνικής Ένωσης Γυναικών Εργατών είχε περισσότερο φιλική στάση προς τις νεαρές γυναίκες και επεδίωκαν την πρόληψη και όχι την τιμωρία. Προσέγγιζαν τις κοπέλες, γίνονταν φίλες μαζί τους και τις συμβούλευαν να περνούν τον ελεύθερο χρόνο τους μακριά από πειρασμούς.
Η Αστυνομική Υπηρεσία Γυναικών ήταν μια ομάδα φεμινιστριών που προσπαθούσε να ανοίξει τον δρόμο στις γυναίκες για μια καριέρα στο ανδροκρατούμενο αστυνομικό σώμα.
Τα μέλη της Υπηρεσίας κυκλοφορούσαν με στολές και αυτοπροσδιορίζονταν ως η «Αστυνομία». Έκαναν περιπολίες και έπιαναν τα κορίτσια που φλέρταραν με τους στρατιώτες, χωρίς να διστάζουν να ζητούν τη συνδρομή των κανονικών αστυνομικών όταν έκριναν αναγκαία τη σύλληψη.
Είτε συμβουλεύοντας είτε συλλαμβάνοντας, το αποτέλεσμα της δράσης των δύο οργανώσεων ήταν να διαιωνίσουν τις συντηρητικές αντιλήψεις που κυριαρχούσαν στη βρετανική κοινωνία από τη βικτωριανή εποχή.
Αυτές οι απόψεις ήθελαν τη γυναίκα ένα άβουλο, αγνό και αθώο πλάσμα που χρειαζόταν την γονεϊκή και συζυγική επιτήρηση για να μην παρεκτραπεί από τα πρότυπα της καλής συζύγου και μητέρας.
Η σεξουαλική ικανοποίηση αφορούσε μόνο στους άνδρες, ενώ για τις γυναίκες η πράξη ήταν απλά ο τρόπος να αποκτήσουν παιδιά.
Υπήρχε και σκληρότερη εκδοχή που έλεγε ότι οι γυναίκες είναι «προσωποποιημένοι διάβολοι» που ξεμυάλιζαν ευυπόληπτους άνδρες με τα ερωτικά τους τεχνάσματα.
Ο «πυρετός των χακί» ενδεχομένως να μην είχε την έκταση ενός κοινωνικού φαινομένου, αλλά προκάλεσε ηθικό πανικό στη Βρετανία εξαιτίας της ανησυχίας για την πορνεία και τα αφροδίσια νοσήματα.
Ο «πυρετός των χακί» έδειξε πως ο Μεγάλος Πόλεμος δεν άλλαξε μόνο τα σύνορα της Ευρώπης, αλλά πυροδότησε και κοινωνικές αλλαγές όπως η προσπάθεια για χειραφέτηση της γυναίκας που σταδιακά θα έπαιρνε σάρκα και οστά.