Στα μέσα του 17ου αι. Ολλανδοί Καλβινιστές αρχικά, αργότερα και άλλοι Ευρωπαίοι, διωκόμενοι από τις χώρες τους δημιούργησαν αποικίες στο νοτιότερο άκρο της Αφρικής, στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. Οι άποικοι ταυτίστηκαν με τη γη τους και ονομάστηκαν Afrikaans ή Boers, δηλαδή αγρότες ή γελαδάρηδες.
Το 1852 με την καθοδήγηση του στρατηγού Άντριους Πρετόριους οι Μπόερς ίδρυσαν δύο κράτη: τη Δημοκρατία της Νότιας Αφρικής (του Τρανσβαάλ) και το Ελεύθερο Κράτος της Οράγγης. Σύντομα η Βρετανική κυριαρχία στην περιοχή αμφισβητήθηκε όταν ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα χρυσού και διαμάντια. Ο πυρετός του χρυσού οδήγησε στη δημιουργία της πόλης Johannesburg, μετατοπίζοντας το γεωστρατηγικό και οικονομικό ενδιαφέρον από τα παράλια της Νοτίου Αφρικής προς την ενδοχώρα και τη γη των Μπόερς.
Το 1899 ξέσπασε ο πόλεμος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας κόντρα στους Μπόερς. Οι σκληροτράχηλοι Μπόερς με τον αντάρτικο αγώνα τους προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στον πανίσχυρο βρετανικό στρατό. Η βρετανική αυτοκρατορία προκειμένου να υποτάξει τους ενοχλητικούς Ολλανδούς εκστράτευσε με 347.000 Βρετανούς στρατιώτες και 103.000 στρατιώτες από το Καναδά, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, το Νατάλ και την υπόλοιπη Νότιο Αφρική.
Οι Βρετανοί εφάρμοσαν ολοκληρωτικές μεθόδους. Συνέλαβαν τον άμαχο πληθυσμό και τον έσυραν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Με αυτό τον τρόπο στερούσαν τους αντάρτες από τη βοήθεια και τον ανεφοδιασμό από τις οικογένειές τους. Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης πέθαναν περίπου 28.000 άμαχοι Μπόερς, εκ των οποίων τα 22000 παιδιά έως το 1902. Στο διάστημα 1904 – 1907 πέθαναν 100.000 Αφρικανοί, το 80% του συνολικού πληθυσμού των Χερέρο και το 50% των Νάμα, λόγω κακοποίησης και ασιτίας. Ο ΟΗΕ θεωρεί σήμερα ότι αυτή ήταν η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα.
Το 1899 ένας νεαρός βρετανός στρατιώτης σάλπαρε για να πολεμήσει στον πόλεμο των Μπόερς στην Αφρική.
Σχεδόν κάθε μέρα κρατούσε ημερολόγιο, καταγράφοντας τις μάχες, τις πορείες και τις κακουχίες που βίωνε. Κανείς δεν είχε διαβάσει το ημερολόγιο μέχρι που το ανακάλυψε ο δισέγγονος του σχεδόν έναν αιώνα μετά και όσα αποκαλύφθηκαν έδωσαν μια συναρπαστική προσωπική οπτική γωνία της εμπειρίας του πολέμου.
Ο Φρέντεριχ Ρόζμπλέϊντ γεννήθηκε στο Νορθάμπτον της Αγγλίας το 1869 και εργάστηκε στην τοπική βιομηχανία παπουτσιών ως φοντιέρης, δηλαδή αυτός που ράβει τα «φόντια», τα δέρματα στο πάνω μέρος του παπουτσιού. Στις 16 Ιανουαρίου 1891, σε ηλικία 21 ετών, υπέγραψε για να καταταγεί 12 χρόνια στον Βρετανικό Στρατό, υπηρετώντας στην Ελαφριά Ταξιαρχία του Όξφορντσαϊρ.
Το 1899 σάλπαρε από το Σαουθάμπτον για να ενωθεί με τους Βρετανούς, Αυστραλούς και τους άλλους στρατιώτες της αυτοκρατορίας που πολεμούσαν στον Πόλεμο των Μπόερς και προήχθη σε Λοχία εν πλω.
Το ημερολόγιο ξεκινάει στις 21 Δεκεμβρίου 1899, μια ημέρα πριν να σαλπάρει ο Φρέντερικ Ρόζμπλεϊντ. Καταγράφει με μεγάλη λεπτομέρεια τις πράξεις και τις σκέψεις του από την άφιξη του στο Κέιπ Τάουν στις 14 Ιανουαρίου 1900 έως τον Σεπτέμβριο του 1900.
Καταστροφικές ήττες
Ο Πόλεμος των Μπόερς είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 1899, όταν η Ελεύθερη Πολιτεία της Οράγγης και το Τρανβαάλ κήρυξαν τον πόλεμο στη Βρετανία. Οι εξελίξεις ήταν αρνητικές για τους Βρετανούς, καθώς οι Μπόερς πολιόρκησαν το Μάφεκινγκ, το Κίμπερλι και το Λέιντισμιθ και κατά τη διάρκεια της «Μαύρης Εβδομάδας», τον Δεκέμβριο του 1899, νίκησαν τρεις φάλαγγες, που είχαν στείλει οι Βρετανοί για να λήξουν τις πολιορκίες.
Ο βρετανός διοικητής, στρατηγός Σερ Ρέντβερς Μπούλερ, απαλλάχθηκε από τα καθήκοντά του και αντικαταστάθηκε από τον στρατάρχη υποκόμη Ρόμπερτς, με τον στρατηγό Κίτσενερ ως επικεφαλής του επιτελείου του.
Ο Ρόμπερτς βάδισε προς το Κίμπερλι και μετά κατευθύνθηκε ανατολικά με σκοπό να καταλάβει την πρωτεύουσα της Ελεύθερης Πολιτείας της Οράγγης, το Μπλουφοντέϊν. Ο Ρόζμπλεϊντ πήρε μέρος σε αυτήν την πορεία.
Στη μάχη
Στις 12 Φεβρουαρίου οι φάλαγγες του Ρόμπερτς ξεκίνησαν από το Ενσλίν στο Βόρειο Ακρωτήριο με κατεύθυνση το Μπλουφοντέϊν. Κάθε μέρα ξεκινούσε νωρίς, περίπου στις 5 τα ξημερώματα.
Οι στρατιώτες κάλυπταν περίπου 15 χιλιόμετρα μέχρι τα μισά του πρωινού, όταν η ζέστη ήταν αφόρητη. Το νερό σπάνιζε, όπως και το φαγητό, ενώ πολλοί έπαθαν ηλίαση.
Στις 15 Φεβρουαρίου, ο Ρόζμπλεϊντ κατέγραψε μια συνάντηση με τον Κίτσενερ, ο οποίος εμψύχωνε τους άνδρες του, ενώ αυτοί μετέφεραν βαρύ οπλισμό σε ένα ύψωμα που προεξείχε, προκειμένου να βομβαρδίσουν τους Μπόερς.
Στις 18 Φεβρουαρίου, ο Ρόζμπλεϊντ έλαβε μέρος στην αιματηρή μάχη του Πάρντεμπεργκ. Ο στρατός των Μπόερς είχε ως διοικητή του τον στρατηγό Πιετ Κρονζέ, ο οποίος επιχειρούσε να υποχωρήσει διασχίζοντας τον ποταμό Μόντερ. Βρήκε όμως το βρετανικό ιππικό να του κλείνει τον δρόμο, υπό τον ταξίαρχο Τζον Φρεντς, ο οποίος είχε γυρίσει πίσω με μεγάλη ταχύτητα, αφού είχε σταματήσει την πολιορκία του Κίμπερλι. Εκείνη μέρα έγραφε:
«μοιάζει σχεδόν θαύμα πως μπορεί κάποιος να επιβιώσει, όταν οι σφαίρες έπεφταν γύρω μας σαν χαλάζι».
Ο Κρονζέ διέταξε τους άνδρες του να σκάψουν χαρακώματα δίπλα στο ποτάμι. Ο Κίτσενερ διέταξε μετωπική επίθεση κατά των θέσεων των Μπόερς στον λόφο Πάρντεμπεργκ, στην οποία συμμετείχε και Ρόζμπλεϊντ. Έφτασε 275 μέτρα από το ποτάμι, αλλά δεν μπόρεσε να προχωρήσει άλλο.
Καθώς οι απώλειες αυξάνονταν, ο Ρόζμπλεϊντ κράτησε τη θέση του, ενώ οι Βρετανοί σφυροκοπούσαν τον αντίπαλο με βαρύ πυροβολικό.
Ήταν «πολύ τυχερός, καθώς είχε κάλυψη», αλλά οι άλλοι δεν ήταν τόσο τυχεροί. Οι Βρετανούς μέτρησαν 320 νεκρούς και 942 τραυματίες, προτού οι Μπόερς καταφέρουν να απωθήσουν την επίθεσή τους.
Ο Ρόζμπλεϊντ ολοκλήρωσε την αφήγηση εκείνης της ημέρας καταγράφοντας τα εξής: «κοιμηθήκαμε στο πεδίο της μάχης εκείνη τη νύχτα, χωρίς κουβέρτες ή καλύμματα, δίπλα στα όπλα μας και πολύ ευχαριστημένοι που όλοι μας μπορούσαμε να ξαπλώσουμε και να κοιμηθούμε, καθώς ήμασταν τελείως εξαντλημένοι… Πολύ κρύα νύχτα«.
Ένας διαφορετικός πόλεμος
Εκείνη την ημέρα στο Πάρντεμπεργκ έγιναν οι πιο σκληρές μάχες που έζησε ο Ρόζμπλεϊντ και η μονάδα του κατά το πέρασμά τους από τη Νότια Αφρική.
Στις 27 Φεβρουαρίου, ο Κρονζέ και ο στρατός του, που αριθμούσε 4.000 άνδρες, αναγκάστηκαν τελικά να παραδοθούν στην πολύ ανώτερη βρετανική δύναμη. Έτσι, ο Ρόζμπλεϊντ έπαιξε έναν λιγότερο δραματικό ρόλο στον πόλεμο, καθώς οι Μπόερς απέφυγαν την ευθεία αντιπαράθεση και διεξήγαγαν ανταρτοπόλεμο κατά των στρατιωτών του υποκόμη Ρόμπερτς.
Σε αυτό το ημερολόγιο καταγράφηκαν και άλλες αψιμαχίες με τον αντίπαλο, αλλά κυριάρχησαν οι περιγραφές από τις μεγάλες πορείες, το κρύο, την πείνα και τη δίψα. Στις 28 Φεβρουαρίου, στο ημερολόγιο του Ρόζμπλεϊντ υπήρχε η εξής καταγραφή:
«… έπρεπε να πιούμε αυτό το νερό, το οποίο δεν ήταν πολύ καλό. Μπορώ να σας πω ότι ήταν συνηθισμένο να βλέπει κανείς πτώματα αλόγων και ανθρώπων να πλέουν στο ποτάμι».
Πολλοί Βρετανοί στρατιώτες πέθαναν από δυσεντερία κατά την πορεία του υποκόμη Ρόμπερτς προς το Μπλουφοντέιν.
Ο Ρόζμπλεϊντ γύρισε την Αγγλία τον Αύγουστο του 1902, αμέσως μετά το τέλος του πολέμου.
Αποστρατεύτηκε στις 15 Ιανουαρίου 1903, έχοντας συμπληρώσει ακριβώς 12 χρόνια υπηρεσίας.
Γύρισε στο εργοστάσιο στο Νορθάμπτον, όπου παντρεύτηκε τον Φεβρουάριο του 1908.
Τον Μάιο του 1902 υπογράφηκε συνθήκη ειρήνευσης μεταξύ Μπόερς και Βρετανών. Πολλοί ήταν αυτοί που ποτέ δεν ορκίστηκαν υποταγή στο Στέμμα, όπως προέβλεπε η συμφωνία. Το 1910 οι Βρετανοί δημιούργησαν την Ένωση της Νότιας Αφρικής, μια αυτόνομη διακυβέρνηση, πάντα όμως μέσα στα πλαίσια της Αυτοκρατορίας. Επίσημες γλώσσες ήταν τα αγγλικά και τα ολλανδικά. Η τοπική ολλανδική διάλεκτος των Μπόερς, τα αφρικάανς, αναγνωρίστηκε επισήμως το 1925. Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου πολλοί πήραν και πάλι τα όπλα εναντίον των Βρετανών, στο πλευρό της Γερμανίας στο έδαφος των αποικιών και των δύο αυτοκρατοριών.
Πηγή: Η εγκυκλοπαίδεια του Πολέμου, WAR, μία ιστορία 5.000 ετών.