ΠΗΓΗ: «ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΛΑΘΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ», IAN WHITELAW. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ

Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα εξελίχθηκε σταδιακά το «Μεγάλο Παιχνίδι», όπως ονομάστηκε ο ανταγωνισμός μεταξύ των υπερδυνάμεων, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ρωσίας.
Καθώς η Ρωσία επέκτεινε τη σφαίρα επιρροής της προς τα νότια, η Βρετανία φοβόταν πως θα έχανε την Ινδία, τη μεγαλύτερη αποικιακή της κτήση. Ο βρετανικές μυστικές υπηρεσίες υποστήριζαν πως ο έλεγχος του Αφγανιστάν είχε ζωτική σημασία για να κρατήσουν σταθερή την εξουσία της Βρετανίας στην Ασία.

Το 1809, όταν οι Βρετανοί είδαν ότι ήταν πιθανή μια κοινή εισβολή στην Ινδία από τις δυνάμεις του Ναπολέοντα και του Τσάρου Αλέξανδρου Α’, υπέγραψαν μια συνθήκη με τον Αφγανό ηγέτη Σούζα Σαχ Ντουράνι.
Η συνθήκη απαγόρευε τη διέλευση ξένων δυνάμεων από το Αφγανιστάν, αλλά ο Ντουράνι καθαιρέθηκε λίγο αργότερα και αυτεξορίστηκε στην Ινδία. Οι διάδοχοί του δεν ήταν και ιδιαίτερα πρόθυμοι να τηρήσουν τους όρους της συνθήκης και το 1838, οι Βρετανοί πληροφορήθηκαν πως οι Ρώσοι έκαναν ανοίγματα στον Αφγανό ηγέτη Ντοστ Μοχαμάντ.

Οι Βρετανοί τοποθετούν στον θρόνο τη «μαριονέτα» τους

Εκλαμβάνοντας αυτή την κίνηση ως μια σημαντική απειλή, ο αποικιακός γενικός κυβερνήτης της Ινδίας, Λόρδος Όκλαντ, έστειλε έναν απεσταλμένο στον Ντοστ Μοχαμάντ, ζητώντας του να κρατήσει αποστάσεις από τους Ρώσους, αλλά το αίτημα απορρίφθηκε.
Ο Λόρδος Όκλαντ, μετά και τις συμβουλές συνεργατών του, αποφάσισε να αναλάβει στρατιωτική δράση και να επαναφέρει τον Σούζα Σαχ Ντουράνι στον θρόνο.
Με αυτές τις επιλογές δεν συμφωνούσε, ο αξιωματούχος σερ Αλεξάντερ Μπερνς, που πίστευε ότι η καλύτερη πολιτική θα ήταν να υποστηρίξουν τον Ντοστ Μοχαμάντ, ώστε να παραμείνει στο πλευρό των Βρετανών.
Στα τέλη του 1838 περίπου 20.000 Βρετανοί και Ινδοί στρατιώτες της Εταιρείας των Ανατολικών Ινδιών, μαζί με το διπλάσιο σχεδόν βοηθητικό προσωπικό και τις οικογένειες των στρατιωτών, πραγματοποίησαν την κοπιαστική πορεία από την Ινδία μέχρι το Αφγανιστάν μέσω του «περάσματος του Μπολάν».

Αφού ο στρατός κατέλαβε τον Απρίλιο την Κανταχάρ και τον Ιούλιο το Γκάζνι, τοποθέτησε φρουρές και στις δύο πόλεις και έφθασε στην Καμπούλ τον Αύγουστο του 1839.
Ο Ντοστ Μοχαμάντ τράπηκε σε φυγή και στον θρόνο επέστρεψε ο Σούζα Σαχ Ντουράνι, μια μαριονέτα που θα προστάτευε τα βρετανικά συμφέροντα, υπό την καθοδήγηση του Γουίλιαμ Μακνότεν και του Αλεξάντερ Μπερνς.
Ο Ντοστ Μοχαμάντ παραδόθηκε αργότερα μόνος του στους Βρετανούς και εξορίστηκε στην Ινδία.
Η επιχείρηση φαινόταν να έχει κυλήσει ομαλά με ελάχιστες απώλειες, αλλά μέσα στον επόμενο χρόνο τα πράγματα άρχισαν να χειροτερεύουν.

Μάχη στο Αφγανιστάν
Μάχη στο Αφγανιστάν

Διάφορα πράγματα ήταν προφανή: ο Σούζα Σαχ Ντουράνι δεν είχε τη δημοτικότητα του Ντοστ Μοχαμάντ.
Η παρουσία του σε αυτή τη μεγάλη και ορεινή χώρα δεν ήταν και τόσο ισχυρή,
ενώ οι Αφγανοί έβλεπαν τη βρετανική παρουσία ως κατοχή.
Ο Ακμπάρ Χαν, γιος του Ντοστ Μοχαμάντ, παρακινούσε τους αγρότες των φυλών σε επανάσταση εναντίον των Βρετανών και ο ανταρτοπόλεμος δεν άργησε να ξεσπάσει.
Όταν η βρετανική κυβέρνηση σταμάτησε να δίνει χρήματα στους ηγέτες των διαφόρων φυλών για να διατηρούν την τάξη, η κατάσταση επιδεινώθηκε, ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1841 τα πράγματα οξύνθηκαν περισσότερο.
Τότε στο βρετανικό στρατό η διοίκηση πέρασε αιφνιδίως στον ηλικιωμένο στρατηγό Γουίλιαμ Έλφινστον, που ήταν και ανίκανος και άρρωστος.

Οι Αφγανοί εξεγείρονται

Αφγανοί επιτίθονται εναντίον Βρετανών και Ινδών
Αφγανοί επιτίθονται εναντίον Βρετανών και Ινδών

Στις 2 Νοεμβρίου 1841, μετά από εντολές του Ακμπάρ Χαν, ο οποίος απολάμβανε πλέον σημαντικής υποστήριξης, εξεγέρθηκε όλη η χώρα.
Έγινε έφοδος στο σπίτι του σερ Αλεξάντερ Μπερνς στην Καμπούλ, με αποτέλεσμα να δολοφονηθεί ο ίδιος και οι υπασπιστές του, αλλά ο Έλφινστον δεν προέβη σε αντίποινα.
Την επόμενη εβδομάδα οι αντάρτες κατέλαβαν το οχυρό, όπου ήταν αποθηκευμένες οι προμήθειες του στρατού.
Σε μια προσπάθεια να διασώσει την κατάσταση, ο Μακνότεν πρόσφερε στον Ακμπάρ Χαν τον θρόνο του Αφγανιστάν με αντάλλαγμα την παραμονή των Βρετανών στη χώρα. Ταυτόχρονα όμως πλήρωσε κάποιους να τον δολοφονήσουν, μια προδοσία την οποία ο Ακμπάρ Χαν ανακάλυψε.
Όταν ο Μακνότεν και τρεις αξιωματικοί συναντήθηκαν με τον Ακμπάρ Χαν κοντά στο βρετανικό στρατόπεδο έξω από την Καμπούλ στις 23 Δεκεμβρίου, τους σκότωσε ο ίδιος ο Ακμπάρ Χαν.
Λέγεται ότι έβαλε την κάννη ενός όπλου στο στόμα του Μακνότεν και του τίναξε τα μυαλά στον αέρα.
Στη συνέχεια διέταξε να σύρουν το πτώμα του στην αγορά της Καμπούλ, όπως είχε κάνει με τον Μπερνς.

Για μία ακόμα φορά, ο Έλφινστον δεν έκανε τίποτα, συμφωνώντας μάλιστα να παραδώσει το μπαρούτι, τα μουσκέτα και τα κανόνια των Βρετανών, στους φύλαρχους με αντάλλαγμα την εγγυημένη ασφαλή έξοδο των στρατευμάτων του από το Αφγανιστάν.
Στις 6 Ιανουαρίου 1842 περίπου 4.500 Βρετανοί και Ινδοί στρατιώτες, μαζί με 12.000 αμάχους, αναχώρησαν από την Καμπούλ κατευθυνόμενοι μέσω αρκετών ορεινών περασμάτων προς την πόλη Τζαλαλαμπάντ, που βρισκόταν 145 χιλιόμετρα ανατολικά.
Ήταν χειμώνας. Οι Αφγανοί έφτασαν πριν απ’ όλους στο πρώτο χιονισμένο πέρασμα και στις 9 Ιανουαρίου σκότωσαν το ένα τέταρτο των Βρετανών και των Ινδών στρατιωτών και αμάχων.
Τις επόμενες μέρες με εξαίρεση τις συζύγους ελάχιστων αξιωματικών για τις οποίες θα ζητούσαν λύτρα, οι Αφγανοί τους έσφαξαν σχεδόν όλους, καθώς βάδιζαν με δυσκολία στο βραχώδες, παγωμένο έδαφος. Ήταν περίπου 16.500 χιλιάδες άτομα.

Στις 13 Ιανουαρίου, οι τελευταίοι 40 άνδρες βρέθηκαν περικυκλωμένοι σε έναν λόφο κοντά στο χωριό Γκανταμάκ.

Άκμπαρ Χαν
Άκμπαρ Χαν

Λέγεται πως όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να παραδοθούν, ένας από τους στρατιώτες απάντησε: «Ούτε με σφαίρες».
Εννέα από αυτούς αιχμαλωτίστηκαν, ενώ οι υπόλοιποι σφάχτηκαν.
Μόνο ένας Βρετανός στρατιώτης, ο γιατρός Γουίλιαμ Μπράντον, έφτασε σοβαρά τραυματισμένος στη Τζαλαλαμπάντ, επειδή τον έκρυψε ένας Αφγανός βοσκός, ο οποίος του έδωσε στη συνέχεια το άλογό του.

Ο αφανισμός του βρετανικού στρατεύματος την ώρα που αποχωρούσε, ήταν το πιο ταπεινωτικό και τραγικό επεισόδιο στη βρετανική αποικιακή στρατιωτική ιστορία και δεν θα μπορούσε να μείνει χωρίς απάντηση.
Ο Ακμπάρ Χαν βρισκόταν πλέον στην εξουσία, ενώ ο Σούζα Σαχ Ντουράνι δολοφονήθηκε τον Απρίλιο. Βρετανοί στρατιώτες στάλθηκαν για να αντικαταστήσουν τις φρουρές που κρατούσαν ακόμη την Τζαλαλαμπαντ και την Κανταχάρ, ενώ οι αντάρτες του Ακμπάρ Χαν ηττήθηκαν σε μια μάχη.
Τον Αύγουστο, μια βρετανική δύναμη ανακατέλαβε το Γκάζνι από τους αντάρτες και μια άλλη κατατρόπωσε οριστικά τον Ακμπάρ Χαν.
Τον Σεπτέμβριο οι Βρετανοί κατέλαβαν την Καμπούλ, ελευθέρωσαν όσους Βρετανούς και Ινδούς κρατούνταν αιχμάλωτοι  και ισοπέδωσαν την αγορά της πόλης για τιμωρία.

Ο Ντοστ Μοχαμάντ απελευθερώθηκε από τους Βρετανούς και πήρε ξανά την εξουσία στο Αφγανιστάν, ενώ ο Ακμπάρ Χαν πέθανε το 1845, πιθανότατα δηλητηριασμένος από τον πατέρα του.
Προς το παρόν, η Βρετανία ανέβαλε τα σχέδιά της να παίξει ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή του Αφγανιστάν, αλλά αυτή δεν ήταν η τελευταία φορά που ξένοι εισβολείς θα έφευγαν με τρομερές απώλειες και άδεια χέρια από αυτή τη χώρα.

ΠΗΓΗ: «ΤΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΛΑΘΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ», IAN WHITELAW. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΛΕΙΔΑΡΙΜΟΣ

 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here