του MICHAEL LEE LANNING
H μάχη του Γιόρκταουν ήταν το αποκορύφωμα της Αμερικανικής Επανάστασης και οδήγησε στην ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.  Ενώ άλλες συγκρούσεις μπορεί να ήταν μεγαλύτερες και δραματικότερες, καμία άλλη μάχη της ιστορίας δεν είχε παρόμοιες συνέπειες.

Από τις ημέρες που ακολούθησαν τη νίκη τους στο Γιόρκταουν οι Αμερικανοί άρχισαν να κερδίζουν σταθερά ισχύ και επιρροή, φτάνοντας στον σημερινό ρόλο τους ως το πιο ανεπτυγμένο κράτος και στρατιωτική υπερδύναμη. Παρά την τεράστια ανισομέρεια δυνάμεων οι Αμερικανοί ήξεραν ότι ο χρόνος ήταν με το μέρος τους.
Όσο ο Τζορτζ Ουάσινγκτον και ο στρατός του παρέμεναν στο πεδίο των μαχών, η νεαρή δημοκρατία κρατιόταν στη ζωή. Ο Ουάσινγκτον  δεν χρειαζόταν να νικήσει τους Βρετανούς, απλώς έπρεπε να αποφύγει να ηττηθεί από αυτούς. Όσο περισσότερο διαρκούσε η επανάσταση, τόσο μεγαλύτερες γίνονταν οι πιθανότητες να εμπλακούν οι Βρετανοί σε άλλους πολέμους και έτσι το βρετανικό κοινό να κουρασθεί από τις συγκρούσεις και το κόστος τους.
Στη διάρκεια του πρώτου χρόνου του πολέμου, ο Ουάσινγκτον έχασε μια σειρά μαχών γύρω από τη Νέα Υόρκη, αλλά κατάφερε να αποσύρει σώο τον κύριο όγκο του στρατού του ώστε να συνεχίσει τον πόλεμο. Πολλοί Βρετανοί διοικητές είχαν βοηθήσει ακουσίως τις αμερικανικές προσπάθειες με τη στρατιωτική ανεπάρκειά τους και με την πεποίθηση ότι οι επαναστάτες θα τερμάτιζαν τον αγώνα τους με διπλωματικές ενέργειες.

Οι αντίπαλοι, καθώς και ειδικοί από όλο τον κόσμο, είχαν αρχίσει να σκέφτονται σοβαρά την πιθανότητα της αμερικανικής ανεξαρτησίας  μόνο μετά τη νίκη στη Σαρατόγκα τον Οκτώβριο του 1777.
Το άσχημα εκτελεσμένο σχέδιο των Βρετανών να χωρίσουν τη Νέα Αγγλία από τις νότιες αποικίες καταλαμβάνοντας την κοιλάδα του ποταμού Χάντσον στη Νέα Υόρκη, είχε ως αποτέλεσμα, όχι  μόνο την παράδοση σχεδόν 6.000 Βρετανών στρατιωτών αλλά και την αναγνώριση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Γαλλία ως ανεξάρτητο κράτος.
Η αμερικανική νίκη στη Σαρατόγκα και η είσοδος της Γαλλίας στον πόλεμο παρέσυραν, επίσης, την Ισπανία και την Ολλανδία σε σύγκρουση με την Αγγλία.
Το 1778 ούτε οι Βρετανοί, ούτε η Αμερικανοί κατάφεραν να κερδίσουν κάποιο πλεονέκτημα, καθώς ο πόλεμος στις βόρειες αποικίες  είχε αποτελματωθεί.
Οι Βρετανοί εξακολουθούσαν να κατέχουν τη Νέα Υόρκη και τη Βοστόνη, αλλά ήταν πολύ αδύνατοι για να συντρίψουν τον επαναστατικό στρατό. Ομοίως ο Ουάσινγκτον δεν διέθετε τη δύναμη να επιτεθεί στα βρετανικά φρούρια.
Στα τέλη του 1778 ο βρετανός διοικητής Χένρι Κλίντον χρησιμοποίησε την ανώτερη ναυτική ισχύ του  για να μεταφέρει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού υπό τον λόρδο Τσαρλς Κορνγουόλις στις νότιες αποικίες, όπου κατέλαβε τη Σαβάνα και τον επόμενο χρόνο το Τσάρλστον. Το σχέδιο του Κλίντον ήταν να αδρανοποιήσει ο Κορνγουόλις τις νότιες αποικίες ώστε να στερήσει τον Ουάσινγκτον από εφόδια και να απομονώσει τον στρατό του.

Ο Ουάσινγκτον απάντησε στέλνοντας τον Ναθάνιελ Γκριν, έναν από τους ικανότερους στρατηγούς του, να διοικήσει τα αμερικανικά στρατεύματα στο Νότο.
Από το 1779 έως το 1781 ο Γκριν και άλλοι αμερικανοί διοικητές έκαναν ένα είδος ανταρτοπόλεμου με αιφνιδιαστικούς ελιγμούς και χτυπήματα που αποθάρρυναν και εξάντλησαν τους Βρετανούς.
Την άνοιξη του 1781 ο Κορνγουόλις μπήκε στη βόρεια Καρολίνα και ακολούθως στο Γιόρκταουν επί της χερσονήσου της Βιρτζίνια, ανάμεσα στους ποταμούς Γιορκ και Τζέιμς. Αν και ο στρατός του υπερείχε σε αναλογία δύο προς ένα από τον αμερικανικό, ο Κορνγουόλις οχύρωσε τη μικρή πόλη και περίμενε να φτάσουν ενισχύσεις και εφόδια δια θαλάσσης.

Εν τω μεταξύ, περισσότεροι από 7.000 γάλλοι πεζικάριοι, διοικούμενοι από τον Ζαν Μπατίστ ντε Ροσαμπό, ενώθηκαν με τον στρατό του Ουάσινγκτον έξω από τη Νέα Υόρκη. Γαλλικός στόλος υπό τον ναύαρχο Πολ ντε Γκρας περίμενε στην Καραϊβική, έτοιμος να αποπλεύσει προς βορράν.
Ο Ουάσινγκτον ήθελε να αποκλείσει  ο Ντε Γκρας τη Νέα Υόρκη, ενώ ο ενωμένος αμερικανογαλλικός στρατός θα χτυπούσε τις δυνάμεις του Κλίντον στη Νέα Υόρκη. Αντιθέτως, ο Ροσαμπό και ο Ντε Γκρας πρότειναν να επιτεθούν στον Κορνγουόλις.
Στις 21 Αυγούστου 1781 ο Ουάσινγκτον άφησε μερικές μονάδες γύρω από τη Νέα Υόρκη και συναντήθηκε με τον Ροσαμπό, μαζί με τον οποίο διέσχισαν περίπου 320 χιλιόμετρα μέχρι το Γιόρκταουν, μέσα σε μόλις 15 ημέρες.
Ο Κλίντον, πεπεισμένος ότι η Νέα Υόρκη αποτελούσε πάντα πρωταρχικό στόχο των επαναστατών, έμεινε άπρακτος.
Ενώ προχωρούσε το πεζικό, το γαλλικό ναυτικό απώθησε τα αγγλικά πλοία στην περιοχή του ακρωτηρίου Τσέσαπικ στις 5 Σεπτεμβρίου. Ύστερα ο Ντερ Γκρας απέκλεισε στην είσοδο του κόλπου Τσέσαπικ και αποβίβασε 3.000 άνδρες που ενίσχυσαν τον συνεχώς αυξανόμενο στρατό γύρω από το Γιόρκταουν.
Στο τέλος Σεπτεμβρίου ο στρατός του Ουάσινγκτον είχε ενωθεί από βορρά με τους επαναστάτες του νότου.
Είχε τώρα στη διάθεσή του περισσότερους από 8.000 Αμερικανούς και 7.000 Γάλλους για να περικυκλώσει τους 6.000 Βρετανούς υπερασπιστές του φρουρίου.
Στις 9 Οκτωβρίου οι Αμερικανοί και οι Γάλλοι άρχισαν να βομβαρδίζουν τους Βρετανούς με 52 κανόνια, ενώ συγχρόνως έσκαβαν χαρακώματα προς τα σημαντικότερα αμυντικά οχυρώματα του εχθρού.
Το αμερικανο-γαλλικό πεζικό κατέλαβε τα οχυρώματα στις 14 Οκτωβρίου και μετακίνησε το πυροβολικό του προς τα εμπρός, ώστε να μπορεί να χτυπά απ’ ευθείας το Γιόρκταουν. Δύο ημέρες αργότερα απέτυχε η βρετανική αντεπίθεση.
Στις 17 Οκτωβρίου ο Κορνγουόλις ζήτησε κατάπαυση του πυρός και στις 19 συμφώνησε να παραδοθεί άνευ όρων. Μόλις 150 στρατιώτες του είχαν σκοτωθεί και άλλοι 300 είχαν τραυματιστεί, αλλά ήξερε ότι περαιτέρω αντίσταση ήταν μάταιη. Οι αμερικανικές και γαλλικές απώλειες ήταν 72 νεκροί και λιγότεροι από 200 τραυματίες.

Ο Κορνγουόλις προφασιζόμενος ασθένεια έστειλε τον υπασπιστή του, Τσαρλς Οχάρα, για να παραδοθεί αντ’ αυτού. Ο Οχάρα πλησίασε τους συμμάχους και προσπάθησε να παραδώσει το ξίφος του στον ευρωπαίο ομοιόβαθμό του αντί στον επαναστάτη άποικο.
Ο Ροσαμπό αντιλήφθηκε τις προθέσεις του και τον παρέπεμψε στον Ουάσινγκτον. Ο Αμερικανός διοικητής στράφηκε στον υπασπιστή του, τον Βενιαμίν Φρανκλίνο, που παρέλαβε το ξίφος του Οχάρα κι έτσι οι Βρετανοί παραδόθηκαν επισήμως.
Μετά την παράδοση ακολούθησαν μερικές μικρές αψιμαχίες, αλλά πρακτικά η επανάσταση είχε τελειώσει. Η αναστάτωση και η ταραχή για την ήττα στο Γιόρκταουν προκάλεσε την πτώση της βρετανικής κυβέρνησης και το νέο κοινοβούλιο αποδέχθηκε τη συνθήκη της 3ης Σεπτεμβρίου 1783 η οποία αναγνώριζε την ανεξαρτησία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το Γιόρκταουν επηρέασε απ’ευθείας όχι μόνο τις ΗΠΑ αλλά και τη Γαλλία. Η γαλλική βοήθεια προς τους αποίκους και ο πόλεμος εναντίον της Βρετανίας κατέστρεψαν τη γαλλική οικονομία.
Ακόμη σημαντικότερο, η ιδέα της απελευθέρωσης από την τυραννία την οποία εξέφρασαν οι Αμερικανοί παρακίνησε τους Γάλλους να αρχίσουν τη δική τους επανάστασης το 1789 που οδήγησε τελικά στην εποχή του Ναπολέοντα και σε πολύ μεγαλύτερους πολέμους.
Πριν το Γιόρκταουν οι ΗΠΑ ήταν μια ομάδα επαναστατών που αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία τους. Μετά το Γιόρκταουν άρχισε η πορεία της ανάπτυξης και της ανέλιξης.
Στο τέλος του 19ου αιώνα οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν γίνει παγκόσμια δύναμη, στο τέλος του 20ου αιώνα ήταν πλέον το ισχυρότερο κράτος του κόσμου.

ΠΗΓΗ: ΟΙ 100 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ, MICHAEL LEE LANNING. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
Διαβάστε:
Το τέλος της αυτοκρατορίας που δημιούργησε ο Μ. Αλέξανδρος. Η μάχη μετά την οποία οι Ρωμαίοι επικράτησαν στη Μακεδονία. Το αποτέλεσμα ήταν 20 χιλιάδες νεκροί Μακεδόνες ενώ οι Ρωμαίοι είχαν μόλις 400 νεκρούς

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here