Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 νεαροί που προέρχονταν από τις φτωχές συνοικίες των μεγαλουπόλεων των ΗΠΑ άρχισαν να αφήνουν την υπογραφή τους με έναν μαρκαδόρο όπου περνούσαν. Συνήθως έγραφαν κάποιο ψευδώνυμο και τον αριθμό της οδού που έμεναν. Η συνήθεια αυτή γρήγορα ονομάστηκε «tag» που στα ελληνικά σημαίνει «ετικέτα».
Ένας από τους πρωτοπόρους ήταν ο Ελληνοαμερικανός νεαρός που υπέγραφε ως Taki 183, στον οποίο οι New York Times αφιέρωσαν άρθρο τον Ιούλιο του 1971.
Ο νεαρός από το Μανχάταν που το όνομά του είναι υποκοριστικό του Dimitraki, γέμισε την πόλη με την υπογραφή του. Το Taki 183 εμφανίζεται σε υπόγειες διαβάσεις, σε τοίχους του Broadway, στο JFK, στο Κονέκτικατ και άλλα μέρη. Ο Taki επηρεάστηκε από τον Julio 204 ο οποίος όμως δεν έγραφε έξω από τη γειτονιά του.
Τον ακολούθησαν oι Joe 136, Barbara 62, EEL 159, YANK 135 και άλλοι.
Η συνήθεια αρχίζει να παίρνει απρόσμενες διαστάσεις και χαρακτηριστικά κοινωνικού φαινομένου.
Οι «τάγκερ» αφήνουν τους μαρκαδόρους, υιοθετούν τα σπρέι για να καλύπτουν μεγαλύτερες επιφάνειες και εμπλουτίζουν την υπογραφή τους με σχέδια και χρώματα. Καταλαμβάνουν παράνομα το μετρό της Νέα Υόρκης και τα δημιουργήματά τους ταξιδεύουν σε όλη την πόλη.
Σε εκτεταμένες επιφάνειες των βαγονιών οι τάγκερ χρησιμοποιούν πολύχρωμα γράμματα. Στους χαρακτήρες τους προσθέτουν πρόσωπα τα οποία δανείζονται από κόμικς ή επινοούν άλλα, δημιουργούν φανταστικά τοπία και διαφοροποιούν το στυλ τους.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που ονομάστηκε «the I dacade» (η δεκαετία του εγώ) οι οπαδοί του tag πολλαπλασιάζονται.
Έφηβοι από τα γκέτο που δεν έχουν ενταχθεί στην αμερικανική κοινωνία, χρησιμοποιούν τοίχους ή άλλες επιφάνειες για να διατυμπανίσουν την ύπαρξή τους .
Οι αρχές που βλέπουν τη μορφή έκφρασης ως απλή εκδήλωση συνηθισμένου βανδαλισμού στέλνουν τους αστυνομικούς να τους κυνηγήσουν. Όμως, η νέα μορφή τέχνης εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο. Οι πρώτες χώρες που την καλωσορίζουν είναι η Γερμανία και η Ολλανδία οι οποίες βρίσκονται σε πιο άμεση επαφή με την αμερικανική κουλτούρα και ακολουθεί η Γαλλία.
Οι διανοούμενοι ενθουσιάζονται και διάφορες γκαλερί αναθέτουν σε τάγκερ να φτιάξουν τοιχογραφίες.
Ο Ζαν Μισέλ Μπασκιά επιβλήθηκε με έργα που προέρχονται από την αισθητική του δρόμου. Στα μέσα της δεκαετίας του 70, σε ηλικία 17 χρόνων ο Μπασκιά αρχίζει να σχεδιάζει με σπρέι στο μετρό της Νέας Υόρκης υπογράφοντας ως SAMO.
Ακολούθησε μία λαμπρή καριέρα με εκθέσεις σε Ευρώπη, Αμερική και Αφρική και εξώφυλλα σε περιοδικά. Πέθανε σε ηλικία 27 χρόνων από υπερβολική δόση ναρκωτικών.