Νοέμβριος 1956. Η Σοφία Λόρεν ποζάρει μπροστά στην Ακρόπολη.
Φοράει μαντήλι στα μαλλιά, είναι ξυπόλυτη και στέκεται στους στύλους του Παρθενώνα.
Είχε φτάσει στην Αθήνα δύο μήνες νωρίτερα, για τις ανάγκες των γυρισμάτων της ταινίας «Το παιδί και το δελφίνι», με την οποία θα έκανε το ντεμπούτο της στον αμερικανικό κινηματογράφο.
Στο αεροδρόμιο την Ιταλίδα καλλονή υποδέχτηκαν δεκάδες Αθηναίοι που ήθελαν να την δουν από κοντά.
Για να καταφέρει να φύγει, χρειάστηκε η επέμβαση της αστυνομία.
Όπως δήλωσε, δεν είχε ξαναζήσει κάτι παρόμοιο.
Στην Αθήνα έμεινε δύο εβδομάδες. Γύρισε νυχτερινά πλάνα στην Ακρόπολη, στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη και στη Γλυφάδα.
Ακολούθησαν γυρίσματα στον Πειραιά, όπου συμμετείχε ο Αλέξης Μινωτής, στην Επίδαυρο και τα Μετέωρα, όπου παρέμεινε μια εβδομάδα.
Ήταν η πρώτη ταινία στην οποία χρησιμοποιήθηκε σύστημα Σινεμασκόπ 55 χιλιοστών και σε εξωτερικά γυρίσματα.
Η Λόρεν παρέμεινε 39 ημέρες στην Ύδρα και πληρώθηκε 300.000 δολάρια, ενώ η ταινία κόστισε συνολικά 4.000.000 δολάρια.
Μετά το τέλος των γυρισμάτων, οι κάτοικοι του νησιού συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι για να αποχαιρετήσουν το συνεργείο, τους ηθοποιούς και τους παραγωγούς.
Ο Ρουμάνος σκηνοθέτης Γιαν Νεγκουλέσκο είπε στους Υδραίους ότι μετά την προβολή της ταινίας έπρεπε να ετοιμαστούν να υποδεχθούν χιλιάδες τουρίστες.
Στη συνέχεια όλοι μαζί επιβιβάστηκαν στο πλοίο «Ερμής» και έπλευσαν για τον Πειραιά, όπου η Σοφία Λόρεν δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Δεν ξέρω από που να αρχίσω. Από την ομορφιά του νησιού, την καλοσύνη των Υδραίων, απ’τη δουλειά που πήγε περίφημα; Είμαι τόσο ενθουσιασμένη απ’όλα . Όμως εκείνο που δεν θα λησμονήσω όσο ζω είναι η σημερινή ημέρα. Έπρεπε να βρισκόσαστε σε κάποια γωνιά της Ύδρας για να δείτε τις σκηνές αποχαιρετισμού με τους κατοίκους του νησιού».
Ο σκηνοθέτης πρόσθεσε: «Γυναίκες, άνδρες και παιδιά με δάκρυα στα μάτια μας αποχαιρετούσαν, μας αγκάλιαζαν, μας φιλούσαν. Είδα γριούλες που μόλις μπορούσαν να περπατήσουν να ασπάζονται με μητρική στοργή τη Σοφία. Και εκείνη, με δάκρυα στα μάτια, δεν ήξερε πως να αντιδράσει».