της Μάρως Μπουρδάκου*
Τη δεκαετία του ’50 πολλές ελληνικές ταινίες γυρίζονταν στην Αίγυπτο στα κινηματογραφικά στούντιο του Καϊρου, που είχε ο επιχειρηματίας Σωτήρης Μήλας μαζί με τους αδελφούς Καλομοίρη, που διατηρούσαν και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις.
Τον χειμώνα του 1952 παιζόταν στο θέατρο «Κεντρικόν» η κωμωδία των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου «Ένα βότσαλο στη λίμνη», με τον Βασίλη Λογοθετίδη .
Ο Σωτήρης Μήλας πρότεινε στον Σακελλάριο να κάνουν κινηματογραφική ταινία αυτή την τόσο πετυχημένη κωμωδία και μάλιστα να τη γυρίσουν στα υπερσύγχρονα στούντιο του Καϊρου. Πράγματι, μόλις τελείωσαν οι θεατρικές παραστάσεις ξεκίνησαν για το Κάιρο.
Οι συνεργάτες του Σακελλάριου, ηθοποιοί και τεχνικοί, ακόμα και ο ίδιος εξεπλάγησαν ευχάριστα βλέποντας τα τελειότατα για την εποχή αιγυπτιακά στούντιο Nassibian, που είχαν και κρατική ενίσχυση. Η έκπληξη ήταν μεγάλη γιατί ο Φίνος προσπαθούσε μόνος και αβοήθητος με υποτυπώδεις συνθήκες και πρωτόγονα μέσα να δημιουργήσει ελληνικό κινηματογράφο, κάτι που πέτυχε μετά δημιουργώντας τα δικά του σύγχρονα στούντιο.
Όσο όμως κατέπληξαν οι Αιγύπτιοι τους Έλληνες, άλλο τόσο κι αυτοί ενθουσιάστηκαν από την καλλιτεχνική αρτιότητα των ηθοποιών μας.
Ήταν τόσο φυσικός ο τρόπος που μιλούσαν οι Έλληνες ηθοποιοί, που οι Αιγύπτιοι τεχνικοί δεν καταλάβαιναν πότε έπαιζαν και πότε μιλούσαν μεταξύ τους.
Ενας εξαιρετικός Λιβανέζος οπερατέρ, ο Βίκτωρ Αντουάν, κάθε λίγο και λιγάκι πλησίαζε τον Σακελλάριο και τον ρωτούσε:
«Με συγχωρείτε. Τώρα κάνουν πρόβα η μιλούν μεταξύ τους»;
Η φυσικότητα του Βασίλη Λογοθετίδη τους είχε αφήσει άφωνους. Μια φορά στη σκηνή που η Ελληνοαμερικανίδα –τον ρόλο τον έκανε η Ίλυα Λιβυκού –έδινε ένα ποτήρι ουίσκι στον Λογοθετίδη αυτός, που υποτίθεται δεν είχε ξαναπιεί ουίσκι το κοπανούσε μια και κάτω.
Το ουίσκι όμως τον έπνιγε και του έφερνε τρομερό βήχα. Όταν λοιπόν έκαναν πρόβα τη σκηνή, ο Λογοθετίδης προσπάθησε να πείσει τον Σακελλάριο να μη βήξει με τον τρόπο που θα έβηχε στο κανονικό γύρισμα, γιατί ήταν πολύ κουραστικό. Και ήταν πράγματι τρομερά επίπονο. Έβηχε, μελάνιαζε και του πεταγόντουσαν τα μάτια έξω.
Οι ξένοι τεχνικοί όμως δεν είχαν ακούσει τη συνεννόηση, που έγινε στα ελληνικά κι έτσι όταν ο Λογοθετίδης άρχισε να βήχει στο γύρισμα, ξαφνιάστηκαν. Ένας μάλιστα, φώναξε δυνατά από τη θέση του : «Για τον Αλλάχ βρε παιδιά… Σταματήστε …Δε βλέπετε ότι ο άνθρωπος πνίγεται;»
Χάλασε βέβαια η σκηνή κι ο Λογοθετίδης αναγκάστηκε να την ξαναγυρίσει χωρίς να διαμαρτυρηθεί γιατί όπως είπε μετά τέτοιο κομπλιμέντο για τη φυσικότητά του δεν του είχαν ξανακάνει.
Ο Βασίλης Λογοθετίδης ήταν μέγιστος ηθοποιός που η αμεσότητα και η φυσικότητα της ερμηνείας του ήταν πολλά χρόνια μπροστά από την εποχή του.
Ο Δημήτρης Χορν είπε τη μεγάλη αλήθεια για τον ανεπανάληπτο κωμικό: «Αν δεν υπήρχε το εμπόδιο της γλώσσας, θα είχε αναγνωριστεί από όλο τον κόσμο σαν ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της εποχής μας».
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ (ΛΙΒΥΚΟΥ): Δύο ουισκάκια τώρα, είναι ό,τι πρέπει. Σας αρέσει το ουίσκι;
ΜΑΝΩΛΗΣ: Ναι… Μάλιστα… υπάρχει βέβαια μια μερίς που αντιτίθεται, αλλά… θα συνέλθει, πού θα πάει;
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Τσίριο…
ΜΑΝΩΛΗΣ: Μανώλη!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Τσίριο…
ΜΑΝΩΛΗΣ: Μανώλη! Από την Κρήτη, θα είναι αυτή…
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Τσιν – τσιν! Τσίριο…
ΜΑΝΩΛΗΣ: Μανώλη! Πω πω… τι καούρα είναι αυτή; Στο Βεζούβιο βγαίνει αυτό το πράμα;
* Η Μάρω Μπουρδάκου είναι θεατρική συγγραφέας