H Νίνα Σιμόν δεν έμεινε στην ιστορία μόνο για την ιδιαίτερη φωνή της και τα τραγούδια που ερμήνευσε, αλλά και γιατί ήταν ακτιβίστρια υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και έδωσε αγώνες για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η καλλιτέχνις, που ηχογράφησε περισσότερα από 40 άλμπουμ από το 1958 έως το 1974, ήταν το έκτο από τα οκτώ παιδιά της Mary Kate και του John Divine Waymon, οι οποίοι εργάζονταν σκληρά για να τα μεγαλώσουν.
H Eunice Kathleen Waymon, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, άρχισε να παίζει πιάνο από πολύ μικρή, σε ηλικία μόλις τριών χρόνων.
Λίγα χρόνια αργότερα έπαιζε πιάνο και τραγουδούσε γκόσπελ στην τοπική εκκλησία, στην πόλη Τράιον της Νότιας Καρολίνας, όπου ζούσαν οικογενειακώς.
Σε ηλικία 12 χρόνων έδωσε το πρώτο της κονσέρτο, όπου σημειώθηκε ένα περιστατικό που έπαιξε ξαθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα ανάμειξή της στο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα. Οι γονείς της είχαν καθίσει στην πρώτη σειρά για να απολαύσουν γεμάτοι περηφάνια την κόρη τους, στην πρώτη της παράσταση. Όμως οι υπεύθυνοι του χώρου τους ανάγκασαν να σηκωθούν για να δώσουν τις θέσεις τους σε λευκούς. Οι ίδιοι υποχρεώθηκαν να καθίσουν στις πίσω σειρές.
Τότε το 12χρονο κορίτσι δήλωσε ότι αρνείται να παίξει μέχρι να καθίσουν οι γονείς της στην πρώτη σειρά, όπως κι έγινε. Ήταν η πρώτη της αντίδραση απέναντι στις φυλετικές διακρίσεις.
Στην ενήλικη ζωή της άρχισε να ασχολείται πιο ενεργά με τα πολιτικά δικαιώματα.
Ηχογράφησε τραγούδια με πολιτικό περιεχόμενο όπως τα «To Be Young, Gifted And Black», «Blacklash Blues» και το «Mississippi Goddam», το οποίο γράφτηκε για τη δολοφονία του μαύρου αγωνιστή Μέντγκαρ Έβερς και την έκρηξη βόμβας σε εκκλησία, στο Μπέρμιγχαμ της Αλαμπάμα, το 1963, όπου σκοτώθηκαν τέσσερα μαύρα κορίτσια και ένα πέμπτο τυφλώθηκε.
Όπως έλεγε η Σιμόν αργότερα, ήταν το πρώτο της τραγούδι διαμαρτυρίας που γράφτηκε «από μανία, μίσος και αποφασιστικότητα».
Ο ακτιβισμός υπέρ των δικαιωμάτων δεν σταμάτησε στα τραγούδια. Μίλησε σε πολλές συγκεντρώσεις κινημάτων, υποστήριξε με όλη της την ψυχή τα δικαιώματα των μαύρων.
Η Σιμόν ήταν υπέρμαχος της βίαιης επανάστασης. Όταν δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τρεις ημέρες αργότερα, αφιέρωσε ολόκληρη συναυλία στη μνήμη του, όπου τραγούδησε το “Why (The King of Love is Dead)”. Το τραγούδι γράφτηκε από τον μπασίστα της, αμέσως μόλις πληροφορήθηκε την είδηση της δολοφονίας.
Στην αυτοβιογραφία της έγραψε: «Τότε ένιωθα πιο ζωντανή απ ότι νιώθω τώρα. Ερμήνευα τραγούδια για να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου».
Το όνομα Νίνα Σιμόν είναι το ψευδώνυμοπου προήλθε από το Νίνα, που στα ισπανικά σημαίνει κορίτσι και το Σιμόν από τη Σιμόν Σινιορέ. Εγκατέλειψε τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1971 μετά από διαφορές που είχε με μάνατζερ και δισκογραφικές εταιρίες. Επιστρέφοντας το 1978, συνελήφθη για φοροδιαφυγή επειδή είχε να πληρώσει φόρους επί σειρά ετών ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τον πόλεμο στο Βιετνάμ. Το 1993 εγκαταστάθηκε στη νότια Γαλλία και πέθανε στον ύπνο της δέκα χρόνια αργότερα.