Δωρικός και λαϊκός, ευγενής και μετρημένος. Κυρίως όμως, απόλυτα γοητευτικός και ερωτικός. Ο Νίκος Κούρκουλος ήταν ο κορυφαίος ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Για τις θαυμάστριές του ήταν ένας ακαταμάχητος άντρας που συνδύαζε την ομορφιά με την αυστηρότητα και την αποφασιστικότητα.
Πήρε μέρος στις πιο επιτυχημένες κοινωνικές ταινίες και διακρίθηκε για το υποκριτικό του ταλέντο. Κέρδισε δύο φορές το βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία του στις ταινίες «οι Αδίστακτοι» και ο «Αστραπόγιαννος».
Η ηθοποιία όμως, δεν ήταν όνειρο των παιδικών χρόνων του Κούρκουλου. Σαν έφηβος αγαπούσε πολύ τον αθλητισμό. Στην αρχή ασχολήθηκε με την κολύμβηση και το μπάσκετ, αλλά γρήγορα αποφάσισε ότι η μεγάλη του αγάπη ήταν το ποδόσφαιρο.
Οι προπονητές είδαν ότι έχουν να κάνουν με ένα αυθεντικό ταλέντο και έτσι ο νεαρός Κούρκουλος αγωνίσθηκε ως μεσοεπιθετικός στην αγαπημένη του ομάδα, τον Παναθηναϊκό.
Ο Κούρκουλος τα πήγαινε πολύ καλά σαν ποδοσφαιριστής και θα ακολουθούσε επαγγελματική καριέρα. Την περίοδο εκείνη όμως διάβαζε για το θέατρο. Η τέχνη της υποκριτικής τον γοήτευσε και εξάλλου το ποδόσφαιρο προσέφερε δόξα αλλά όχι χρήματα. Όλοι οι αθλητές έπαιζαν κυρίως για την φανέλα και έπρεπε να έχουν και ένα επάγγελμα.
Έτσι τον κέρδισε η υποκριτική και αποφάσισε να σπουδάσει και να γίνει ηθοποιός, παρά το γεγονός ότι και η υποκριτική δεν εξασφάλιζε ένα σίγουρο μέλλον. Πήρε όμως το ρίσκο. Τελείωσε τη δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου το 1958, κοντά στον μεγάλο Μάνο Κατράκη και αμέσως ξεκίνησε μια λαμπρή καριέρα. Το 1963 ήταν ήδη γνωστός ηθοποιός. Τότε συμμετείχε, μαζί με άλλους συναδέλφους, σε φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα κόντρα στον ΠΑΟΚ. Εκεί ήταν που απέδειξε ότι θα μπορούσε άνετα να έχει συνδυάσει την ποδοσφαιρική με την «υποκριτική» καριέρα. Ο Κούρκουλος, σε συνέντευξή του, είχε πει πως έγινε τυχαία ηθοποιός. Η πορεία του στον χώρο όμως, απέδειξε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο.