«Μόλις είδα την πρώτη σκηνή δράσης στους Ghostbusters ήξερα ότι θα βγάλω πολλά λεφτά… Όχι απλά αργούσα στα γυρίσματα, αλλά είχα και το ανάλογο ύφος».
Όλοι μιλούν για «την περίπτωση» Μπιλ Μάρεϊ, όταν θέλουν να τον περιγράψουν.
Στα 20 του χρόνια συνελήφθη στο αεροδρόμιο O’Hare με μισό κιλό μαριχουάνα στην κατοχή του. Στα 17, έχασε τον πατέρα του. Είναι το πέμπτο παιδί ανάμεσα σε εννιά αδέρφια. Το πιο ατίθασο, το πιο ξεχωριστό.
Δεν έχει μάνατζερ. Για να τον βρουν οι παραγωγοί πρέπει να αφήσουν μήνυμα στην αυτοματοποιημένη γραμμή 1-800, που έχει ενεργοποιήσει για επαγγελματικές προτάσεις. Είναι ζήτημα αν ακούει τα μηνύματα του μια φορά το μήνα. Αν του αρέσει η πρόταση, πρέπει να του σταλεί το σενάριο, με φαξ!
Στο παρελθόν κινδύνευσε να χάσει σημαντικές δουλειές εξαιτίας αυτή την ιδιοτροπίας του, αλλά δεν τον νοιάζει ιδιαίτερα. Από τους «Ghostbusters» και μετά απέκτησε τη δική του φιλοσοφία για τη ζωή και την επαγγελματική του πορεία. Η μεγάλη επιτυχία της ταινίας τον σόκαρε. Θέλησε να γίνει πιο επιλεκτικός και έτσι αποτραβήχτηκε από τα κινηματογραφικά πλατό για ένα διάστημα.
Κέρδισε το πρώτο βραβείο Emmy για το σόου Saturday Night Live. Όπως αποκάλυψε, πριν την έναρξη του πρώτου επεισοδίου, πιάστηκε στα χέρια με τον Τσέβι Τσέϊς. Ο Μάρεϊ γέμισε με αφρό ξυρίσματος το στόμα του Τσέϊς, ενώ όταν βγήκαν στον αέρα αντάλλασσαν καυστικά σχόλια. Ο Τσέϊς κορόιδευε την ακμή στο πρόσωπο του Μάρεϊ, ενώ εκείνος του πετούσε υπονοούμενα για το κατά πόσο μπορούσε να ικανοποιήσει ερωτικά τη γυναίκα του.
Άλλοι τον αποκαλούν εκκεντρικό, άλλοι απλά παράξενο και ιδιόρρυθμο.
Το περιστατικό στα γυρίσματα της ταινίας, «Η μέρα της Μαρμότας», ίσως δικαιολογεί και τους τρεις χαρακτηρισμούς. Επειδή δεν ήθελε να ξέρει κανένας τα προσωπικά του θέματα, αποφάσισε να προσλάβει ως βοηθό του έναν κωφό!
Ο ίδιος δεν ήξερε νοηματική, αλλά μπήκε στη διαδικασία να τη μάθει προκειμένου να μπορεί να συνεννοείται με τον βοηθό του. Ύστερα από μέρες προσπαθειών, κατάλαβε ότι ήταν αδύνατο να τα βγάλει πέρα και σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να μάθει τη νοηματική γλώσσα.
Έτσι του έγραψε το εξής: «Είσαι αντικοινωνικός. Ας μην μιλάμε».
Δέχτηκε να συμμετάσχει στο καστ της ταινίας «Garfield», γιατί πίστεψε ότι ήταν έργο των αδερφών Κοέν. Ο συγγραφέας, που λεγόταν Κοέν στο επίθετο, ξεκαθάρισε στον ηθοποιό ότι δεν είχε καμία σχέση με τους σκηνοθέτες, μετά το τέλος των γυρισμάτων. Ωστόσο, ο Μάρεϊ συμμετείχε και στο «Garfield 2».
Στην ταινία που τον έφτασε στα Όσκαρ «Lost in Translation», υπάρχει μια σκηνή στο τέλος που ψιθυρίζει κάτι στο αφτί της Σκάρλετ Γιόχανσον. Ποτέ δεν αποκάλυψε σε κανέναν τι είπε.
Παντρεύτηκε και χώρισε δυο φορές. Από τους γάμους του απέκτησε έξι γιους. Τα τελευταία χρόνια ο Μπιλ Μάρεϊ είναι ιδιοκτήτης της ερασιτεχνικής ομάδας μπέιζμπολ «Charleston River Dogs».
Ο μοναδικός τίτλος που αποδέχεται σε σχέση με την ομάδα είναι, «Διευθυντής Διασκέδασης». Τα διοικητικά θέματα δεν είναι το φόρτε του, επομένως εστιάζει σε αυτό που κάνει καλύτερα. Εμψυχώνει την ομάδα και φροντίζει σε κάθε αγώνα να προσελκύει περισσότερο κόσμο μέσα από τις απροσδόκητες πλάκες του.
Όσο μεγαλώνει, ο τρόπος που του αρέσει να διασκεδάζει είναι κάπως ασυνήθιστος για έναν ηθοποιό του βεληνεκούς του. Τον έχουμε δει να εισβάλλει απρόσκλητος σε φοιτητικά πάρτι και στο τέλος να πλένει τα πιάτα. Να συμμετέχει σε βραδιές καραόκε με ανθρώπους που δεν γνωρίζει, όπως επίσης να ποζάρει σε φωτογραφίες αρραβώνων, απλά επειδή περνούσε τυχαία από το σημείο και εντόπισε τους μελλόνυμφους.
Δεν αρνείται να δώσει αυτόγραφα, αλλά ποτέ δεν υπογράφει με το όνομα του. Για παράδειγμα, όταν τον πλησίασαν πριν από κάποια χρόνια δυο νεαρά παιδιά και του ζήτησαν να τους υπογράψει σε μια χαρτοπετσέτα εκείνος με μεγάλη χαρά δέχτηκε. Στο αγόρι που ήταν πολύ αδύνατο έγραψε: «Μήπως να χάσεις λίγο βάρος κολλητέ; Με αγάπη Τζιμ Μπελούσι», ενώ στο κορίτσι έγραψε: «Είσαι πολύ όμορφη πριγκίπισσα. Τηλεφώνησε μου. Δικός σου πάντα, Ρομπ Λόου».
Ένα είναι το περιστατικό που θυμάται και αναπολεί περισσότερο ο ίδιος. Μια βραδιά, πριν από αρκετά χρόνια βρέθηκε στο Όκλαντ, εγκλωβισμένος σε ταξί, μέσα στην κίνηση. Έπιασε κουβέντα με τον οδηγό, όταν εκείνος του αποκάλυψε ότι ήταν επαγγελματίας σαξοφωνίστας.
Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Μου είπε ότι δούλευε 14 ώρες την ημέρα σαν οδηγός ταξί και ότι θα εγκατέλειπε το σαξόφωνο γιατί δεν είχε άλλη επιλογή. Με συγκίνησε γιατί μου εξομολογήθηκε ότι το έχει πάντα μαζί του στο πορτ μπαγκάζ.
Ο Μάρεϊ χωρίς δεύτερη σκέψη μπήκε στη θέση του οδηγού και έβαλε τον άντρα στο πίσω κάθισμα να παίζει αγαπημένα κομμάτια στο σαξόφωνο. Μάλιστα κάποια στιγμή, πείνασαν πολύ και σταμάτησαν για μπέργκερ. Ούτε τότε όμως ο άντρας σταμάτησε να παίζει μουσική. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος γύρω τους που από ευχαρίστηση και καθόλου ως ελεημοσύνη έδιναν χρήματα στον σαξοφωνίστα! «Δεν θα το ξεχάσω όσο ζω», είπε ο Μάρεϊ σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2014, στο περιοδικό Rolling Stone.