Είναι από τα πιο ιδιαίτερα πρόσωπα του αμερικανικού κινηματογράφου, που έγινε γνωστός για το ταλέντο και το παρουσιαστικό του. Ο λόγος για τον Γουίλεμ Νταφόε που έχει παίξει σε περισσότερες από 70 ταινίες και θεωρείται από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Το πραγματικό του όνομα είναι Γουίλιαμ αλλά οι συμμαθητές του στο σχολείο του έδωσαν το παρατσούκλι Γουίλεμ.
Γεννήθηκε το 1955 στο Άπλετον της Αμερικής. Η μητέρα του ήταν νοσοκόμα και ο πατέρας του χειρούργος. Οι γονείς του έλειπαν πολλές ώρες από το σπίτι γι’αυτό μεγάλωσε με τις πέντε αδερφές του. Από την μεριά του πατέρα του έχει ρίζες από Καναδά, τη Γαλλία, την Ελβετία και την Αγγλία και από τη μητέρα του από τη Γερμανία, την Ιρλανδία και την Σκωτία.
Από μικρός ήθελε να γίνει ηθοποιός γι’αυτό μόλις τελείωσε το σχολείο ξεκίνησε να σπουδάζει δραματική τέχνη στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν.
Εργαζόταν ως βοηθός μάγου σε παραστάσεις για να βγάλει το χαρτζιλίκι του. Αργότερα μετακόμισε στη Νέα Υόρκη και άρχισε να παίρνει μέρος σε θεατρικές παραστάσεις.
Η καριέρα του ξεκίνησε το 1979 με την ταινία«Heaven’s gate». Ο Νταφόε υποδυόταν τον Μάικλ Τσιμίνο αλλά στο τέλος των γυρισμάτων ο σκηνοθέτης τον έδιωξε και ο ρόλος του αφαιρέθηκε κατά τη διάρκεια του μοντάζ. Ωστόσο αυτό δεν τον εμπόδισε να συνεχίσει να παίρνει μέρος σε οντισιόν. Τρία χρόνια αργότερα ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Loveness» και από τότε δεν σταμάτησε να εργάζεται στον κινηματογράφο.
Ο ρόλος που τον έκανε γνωστό ήταν ο λοχίας Ελάιας στην ταινία «Platoon» του Όλιβερ Στόουν, όπου συμμετείχαν πρωτοεμφανιζόμενοι ηθοποιοί. Ο Όλιβερ Στόουν ήταν πολύ απαιτητικός και έστειλε τους ηθοποιούς να ζήσουν σαν πραγματικοί στρατιώτες πριν τα γυρίσματα. Ο Νταφόε υπέφερε από δίψα και ανέβασε για 24 ώρες κίτρινο πυρετό, που κόλλησε επειδή ήπιε μολυσμένο νερό.
Είχε ψευδαισθήσεις και μέχρι σήμερα δεν θυμάται τίποτα από εκείνη την ημέρα αλλά η ταλαιπωρία του ανταμείφθηκε με μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου.
Μετά το «Platoon» έγινε περιζήτητος στο Χόλιγουντ και συνεργάστηκε με μεγάλους σκηνοθέτες. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’80 είχε συμμετάσχει σε 13 ταινίες και είχε αποκτήσει το δικό του κοινό.
Η άγρια φυσιογνωμία του ήταν ο λόγος που του έδιναν ρόλους στρατιωτών, κατασκόπων, μαφιόζων και καταδίκων.
Ο ίδιος είχε δηλώσει ότι έχασε τους συμβατικούς ρόλους επειδή έμεινε στη συνείδηση του κοινού ως ένας εκκεντρικός ηθοποιός που έπαιζε σε σκοτεινές ταινίες.
Υποδύθηκε με επιτυχία δολοφόνους, βρικόλακες αλλά και τον κακό Green Goblin στις ταινίες Spider-man με τον Τόμπι Μαγκουάιρ.
Το 2008 πρωταγωνίστησε στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Η σκόνη του χρόνου», όπου υποδυόταν έναν Αμερικανό σκηνοθέτη ελληνικής καταγωγής.
Ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους ρόλους της καριέρας του ήταν ο ρόλος του Χριστού στην ταινία του του Σκορτσέζε, η οποία ήταν βασισμένη στο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη.
Ο Νταφόε έχει παντρευτεί δύο φορές και έχει αποκτήσει έναν γιο. Έχει απασχολήσει τα μέσα μόνο με τη δουλειά του και είναι από τους πιο αξιόλογους ηθοποιούς του Χόλιγουντ.
Έχει πεθάνει μπροστά στην κάμερα περισσότερες φορές από κάθε άλλον ηθοποιό και είναι ο μοναδικός που κέρδισε Όσκαρ για ρόλο βρυκόλακα.
Θεωρείται το πιο «ενδιαφέρον» πρόσωπο στην ιστορία του κινηματογράφου, που έχει την ικανότητα να μεταλλάσσεται εύκολα σε «σκοτεινούς» χαρακτήρες. Όπως είχε πει:
«Ποτέ δεν παίζω. Απλά βγάζω προς τα έξω το πραγματικό ζώο που κρύβεται μέσα μου»