«Θέλω να είμαι ένα ζωντανό έργο τέχνης», είχε πει η μαρκησία Luisa Casati και πράγματι, στιγμιότυπα από την καθημερινότητά της μοιάζουν να είναι εμπνευσμένα από ευφάνταστους καλλιτέχνες.
Έβγαινε βόλτα με τίγρεις, φορούσε καπελά από φτερά παγονιού και κολιέ με ζωντανά φίδια!
Ήταν κληρονόμος μια αμύθητης περιουσίας η οποία της επέτρεψε να ζήσει στη χλιδή και να κάνει ακρότητες και υπερβολές.

Γεννήθηκε το 1881 στο Μιλάνο και ήταν η δεύτερη κόρη ενός μεγιστάνα κλωστοϋφαντουργίας με καταγωγή από την Αυστρία. Σε ηλικία 15 ετών οι γονείς της πέθαναν και μαζί με τη μεγαλύτερη αδερφή της έγιναν οι πλουσιότερες κληρονόμοι της Ιταλίας.
Στα 19 της χρόνια παντρεύτηκε και απέκτησε μια κόρη. Ο γάμος της διήρκεσε 14 χρόνια, ώσπου γνωρίστηκε με τον Ιταλό ποιητή Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο, ο οποίος τη μύησε στον χώρο των τεχνών και της λογοτεχνίας.
Απέκτησε επαφές με σημαντικούς καλλιτέχνες της εποχής και έκανε παρέα με τον Πάμπλο Πικάσο.

Η εκκεντρική Μαρκησία

Μοίραζε τον χρόνο της μεταξύ Παρισιού, Λονδίνου και Μιλάνου, προκειμένου να παραβρεθεί σε δεξιώσεις και κοινωνικές εκδηλώσεις.
Όπου εμφανιζόταν έκανε εντύπωση με το ιδιαίτερο στυλ της και σε λίγο διάστημα έγινε διάσημη σε όλη την Ευρώπη.
Είχε ύψος 1,82 και ντυνόταν με εκκεντρικά φορέματα.
Στόλιζε το κεφάλι της με εντυπωσιακά καπέλα και τόνιζε τα πράσινα μάτια της με άφθονη μαύρη σκιά.

Λέγεται ότι για να λάμπουν τα μάτια της έριχνε σταγόνες από μπελαντόνα, ένα δηλητηριώδες φυτό.
Έκανε βόλτα μαζί με εξωτικά είδη ζώων, όπως βόες και τίγρεις και διοργάνωνε ξέφρενα πάρτι, όπου χόρευε η Ισιδώρα Ντάνκαν και παρευρισκόταν η αφρόκρεμα της Ευρώπης.

Έντυνε τους υπηρέτες της με φύλλα χρυσού, ενώ εκείνη εμφανιζόταν με πανάκριβα κοσμήματα και παράξενα αξεσουάρ.
Η Λουίζα έγινε πηγή έμπνευσης για διάσημους καλλιτέχνες και υπήρξε μοντέλο για ζωγράφους, φωτογράφους και σχεδιαστές μόδας.
Ανάμεσά τους και ο αμερικανός ζωγράφος, Ρομάιν Μπρουκς, με τον οποίο είχε ερωτικές σχέσεις και την αποτύπωσε σε πολλά πορτρέτα του.

Για μια δεκαετία έζησε σε μια έπαυλη στο Κάπρι, η οποία αποτέλεσε καταφύγιο για τους γκέι, τις λεσβίες και τους περιθωριοποιημένους καλλιτέχνες της εποχής.
Αργότερα, η μαρκησία μετακόμισε στη Βενετία, όπου συνήθιζε να κινείται με μια λευκή γόνδολα και να κάνει βόλτες γυμνή φορώντας μόνο τη γούνα της.

Η παρακμή

Οι αλόγιστες σπατάλες και η μεγάλη ζωή της δημιούργησαν οικονομικό πρόβλημα, καθώς επί μια τριακονταετία ξόδεψε σχεδόν όλη της την περιουσία.
Τη δεκαετία του ’30 έφτασε σε σημείο να χρωστάει το ποσό των 25 εκατομμυρίων δολαρίων.
Για να ξεπληρώσει τα χρέη της αναγκάστηκε να ξεπουλήσει τα υπάρχοντά της και να μετακομίσει στην Αγγλία.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής της έζησε φτωχικά σε μια γκαρσονιέρα στο Λονδίνο.
Υπήρχαν φήμες ότι έψαχνε στα σκουπίδια για αξεσουάρ για να στολίσει τα μαλλιά της.
Πέθανε το 1957 και θάφτηκε σύμφωνα με την επιθυμία της. Της φόρεσαν μαύρα ρούχα και ψεύτικες βλεφαρίδες και στα πόδια της τοποθέτησαν βαλσαμωμένο το αγαπημένο της πεκινουά.

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here