Ο ηθοποιός Χρήστος Τσαγανέας ερμήνευε κυρίως δεύτερους ρόλους στις κινηματογραφικές ταινίες που συμμετείχε.
Ωστόσο, είναι πολύ γνωστός στο ευρύ κοινό με το προσωνύμιο, «βεβαίως , βεβαίως», από τον ρόλο του στην ταινία, «Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, όπου ενσάρκωσε τον διευθυντή του κολεγίου με τις ατίθασες μαθήτριες.
Η Βουγιουκλάκη ήταν «η Παπασταύρου… του Θεμιστοκλέους βεβαίως, βεβαίως».
Εξίσου γνωστός είναι και ο ρόλος του τρόφιμου του τρελοκομείου στην ταινία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», όπου φώναζε το αλησμόνητο «Άνθρωποι, άνθρωποι, προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός».
Aυτή η ερμηνεία ήταν από τις πρώτες του στον κινηματογράφο. Ακολούθησαν πάνω από 65 ταινίες και αρκετές θεατρικές παραστάσεις, που σημάδεψαν την καριέρα του.
Ο Τσαγανέας είχε μια αρχοντική εμφάνιση, αφού ήταν και αριστοκρατικής καταγωγής. Έτσι συνήθως έκανε τον κύριο της υψηλής κοινωνίας ή τον πλούσιο και υπερόπτη.
Αντίθετα, στο θέατρο οι ρόλοι του κάλυπταν όλο το ρεπερτόριο. Ξεκίνησε από το κλασικό θέατρο, πέρασε στην κωμωδία και κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, συμμετείχε σε επιθεωρήσεις με τον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, του οποίου ήταν μέλος.
Η καριέρα του θεωρείται άκρως επιτυχημένη, ωστόσο το ξεκίνημά της δεν ήταν εύκολο.
Η εγκατάλειψη των σπουδών του και η ρήξη με την οικογένειά του
Ο Χρήστος Τσαγανέας γεννήθηκε το 1906 στη Βράιλα της Ρουμανίας και καταγόταν από εύπορη και αριστοκρατική οικογένεια.
Όταν αποφοίτησε από το ελληνικό γυμνάσιο της γενέτειράς του, οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα για ακαδημαϊκές σπουδές.
Γράφτηκε στη Νομική (σύμφωνα με άλλες πηγές, είχε γραφτεί στην ιατρική), αλλά δεν πήρε ποτέ πτυχίο.
Η μεγάλη του αγάπη από μικρός ήταν το θέατρο, αλλά φυσικά οι γονείς του είχαν απαιτήσει να τελειώσει κάποια πανεπιστημιακή σχολή.
Σύμφωνα με το finosfilm.com, η «αφορμή» για να εγκαταλείψει τις σπουδές του, ήρθε όταν γνώρισε την ηθοποιό Νίτσα Βιτσώρη.
Ο Τσαγανέας ερωτεύτηκε την κατά εφτά χρόνια μεγαλύτερή του κοπέλα και για χάρη της άφησε τη σχολή του και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο.
Αργότερα, όταν πια η Βιτσώρη χώρισε από τον πρώτο της σύζυγο, ο Τσαγανέας όχι μόνο την παντρεύτηκε, αλλά γράφτηκε και στην επαγγελματική σχολή θεάτρου για να πάρει σωστές βάσεις και πτυχίο υποκριτικής.
Για την επαγγελματική του επιλογή ήρθε σε ρήξη με τους γονείς του.
Η χρηματοδότηση τους κόπηκε και μέχρι να αρχίσει να βγάζει χρήματα από το επάγγελμά του, αντιμετώπισε σοβαρό οικονομικό πρόβλημα.
Για αρκετό καιρό ζούσε σε ένα πλοιάριο στο λιμάνι του Πειραιά, ενώ αναγκάστηκε να λάβει μέρος σε παραστάσεις περιπλανώμενων θιάσων (μπουλουκιών) που εκείνη την εποχή, ήταν υποτιμημένα.
Παρά την καταγωγή του, ο Τσαγανέας συντάχτηκε με η φτωχολογιά και κατά τη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε στο ΕΑΜ καλλιτεχνών.
Μαζί με τον Αιμίλιο Βεάκη και άλλους αξιόλογους ηθοποιούς, δημιούργησε, μετά την απελευθέρωση, τον θίασο των «Ενωμένων Καλλιτεχνών».
Οι συμπτώσεις στο τέλος της ζωής του
Ο Χρήστος Τσαγανέας έφυγε από τη ζωή την ίδια ακριβώς ημέρα που γεννήθηκε, στις 2 Ιουλίου, σε ηλικία 70 ετών.
Κηδεύτηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών και την επόμενη ημέρα από την εκταφή του, θάφτηκε στο ίδιο μνήμα ο μεγάλος Έλληνας λαϊκός συνθέτης Βασίλης Τσιτσάνης.
Η πολιτεία τίμησε τον Χρήστο Τσαγανέα με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου του Α’, που ήταν ένα παράσημο που απονέμονταν σε πολίτες που διακρίθηκαν με τις πράξεις τους υπέρ της πατρίδας. Βεβαίως, βεβαίως…
Και ο Τσιτσανης πεθανε την ιδια ημερομηνια που γεννηθηκε. Φοβερη συμπτωση!!!