Το 2008 οι σεναριογράφοι Τζον Λούκας και Σκοτ Μουρ επιχείρησαν να γράψουν από κοινού ένα σενάριο για κωμωδία, η οποία θα ήταν διαφορετική από τις συνηθισμένες.
Η ταινία «The Hangover» κυκλοφόρησε το 2009 στους κινηματογράφους κι έσπασε τα ταμεία. Πηγή έμπνευσης ήταν μια αληθινή ιστορία που διηγήθηκε ο παραγωγός Κρις Μπέντερ και αφορούσε έναν φίλο του, ο οποίος επρόκειτο να παντρευτεί, αλλά εξαφανίστηκε το βράδυ πριν από τον γάμο. Βρέθηκε την επομένη να κοιμάται σε ένα στριπτιτζάδικο, αγκαλιά με τις «εργαζόμενες κοπέλες» και καταχρεωμένος.
Το σενάριο
Οι σεναριογράφοι εντυπωσιάστηκαν με την ιστορία. Μέσα σε πολύ μικρό χρηματικό διάστημα έγραψαν την πλοκή και πούλησαν τα πνευματικά δικαιώματα στην εταιρεία παραγωγής, Warner Bros για 2 εκατομμύρια δολάρια.
Η υπόθεση της ταινίας αφορούσε τρεις φίλους, οι οποίοι χάνουν τον γαμπρό στο μπάτσελορ πάρτι στο Λας Βέγκας και ακολουθούν τα ίχνη του, μέχρι να καταλάβουν τι έχει συμβεί και που έχουν μπλέξει.
Τα παράλληλα περιστατικά με την τίγρη, το μωρό, το περιπολικό και τον μποξέρ Μάικ Τάισον προστέθηκαν αργότερα από συγγραφείς την Warner Bros, οι οποίοι δεν συμπεριλήφθηκαν ποτέ στους τίτλους τέλους.
Το καστ
Για τους ρόλους των κολλητών φίλων πέρασαν από οντισιόν πολλοί ηθοποιοί, όπως οι Πολ Ραντ, Τζέικ Τζίλενχαλ, Τζακ Μπλακ, Τζος Χάρτνετ και Βινς Βον, αλλά τελικά η παραγωγή κατέληξε στους Ζακ Γαλιφιανάκη, Μπράντλεϊ Κούπερ και Εντ Χελμς.
Τον αγνοούμενο γαμπρό υποδύθηκε ο Τζάστιν Μπάρθα και ο ρόλος της στρίπερ Τζέιντ δόθηκε στη Χέδερ Γκράχαμ. Αρχικά, είχε προταθεί στην Λίντσεϊ Λόχαν, αλλά αρνήθηκε, θεωρώντας πως η ταινία θα αποδειχτεί παταγώδης αποτυχία, χωρίς προοπτικές. Όχι μόνο έπεσε έξω στις προβλέψεις της, αλλά έχει μετανιώσει για την απόφασή της.
Η έναρξη των γυρισμάτων
Ο προϋπολογισμός υπολογίστηκε στα 35 εκατομμύρια δολάρια. Τα γυρίσματα διήρκεσαν μόλις 15 μέρες στην ύπαιθρο της Νεβάδας και στο πολυτελές ξενοδοχείο «Caesar’s Palace», ενώ η σκηνή της καταστροφής της σουίτας γυρίστηκε σε στούντιο για την αποφυγή ζημιών.
Στα εξωτερικά γυρίσματα υπήρξαν πολλές δυσκολίες λόγω των καιρικών συνθηκών και των τραυματισμών των ηθοποιών και του συνεργείου.
«Ήταν ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει ποτέ. Όσο και αν φαίνεται απίστευτο, τα γυρίσματα ήταν πολύ απαιτητικά. Έχασα βάρος, το σώμα μου είχε γεμίσει γρατζουνιές και μελανιές, είχα φάει μπουνιές, κλωτσιές και είχα κοπεί με τζάμι στη σκηνή που με τραβάνε από το παράθυρο του αυτοκινήτου», είχε πει ο Χελμς.
Όσον αφορά στο «απολεσθέν δόντι του Στου», δεν δημιουργήθηκε με ειδικά εφέ ή προσθετικά. Το κενό στην οδοντοστοιχία του Χελμς είναι πραγματικό, αφού ένας από τους κοπτήρες δεν είχε βγει ποτέ. Το καλύπτει με πορσελάνινο εμφύτευμα, το οποίο δέχτηκε να αφαιρέσει για τις ανάγκες του γυρίσματος.
Οι αυτοσχεδιασμοί
Το σενάριο δεν ακολουθήθηκε κατά γράμμα στις περισσότερες σκηνές της ταινίας. Ειδικά, οι αυτοσχεδιασμοί και οι ατάκες του Γαλιφιανάκη αποτελούσαν καθημερινό φαινόμενο και προκαλούσαν γέλια μέχρι δακρύων.
Ο Κεν Ζέονγκ που υποδυόταν έναν Κινέζο γκάνγκστερ, εμφανίστηκε γυμνός και ανέβηκε στον ώμο του Μπράντλεϊ Κούπερ χωρίς να το περιμένει. Το συνεργείο έμεινε με το στόμα ανοιχτό, αλλά η παραγωγή τελικά επέλεξε να συμπεριλάβει τη σκηνή στο τελικό μοντάζ.
Λέγεται, ότι πριν ξεγυμνωθεί, είχε πάρει την άδεια από τη σύζυγό του, η οποία ήταν παρούσα στα γυρίσματα.
Η κυκλοφορία στους κινηματογράφους και η κριτική
Το «The Hangover» κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους τον Δεκέμβριο του 2009 και μεσουράνησε στο box office για εβδομάδες, με κέρδη που άγγιξαν τα 470 εκατομμύρια δολάρια. Θεωρείται η 5η πιο πετυχημένη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου των ΗΠΑ, μια θέση πίσω από τα «Πάθη Του Χριστού» του Μελ Γκίμπσον.
Η κριτική από κοινό και κριτικούς ήταν διθυραμβική, ενώ το καστ αποθεώθηκε για την ερμηνεία του: «Είναι μια από τις καλύτερες κωμωδίες του κινηματογράφου. Το σενάριο ευρηματικό, με πολύ χιούμορ, ποιότητα και σωστή εξέλιξη των χαρακτήρων και των γεγονότων, χωρίς σαχλαμάρες και υπερβολές.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών εξαιρετικές».
Το μόνο μελανό σημείο ήταν η αδυναμία που παρουσίαζαν οι γυναικείοι ρόλοι της ταινίας, ενώ υπήρξαν και εκείνοι που εστίασαν στο μισογυνισμό που παρουσιαζόταν μέσα από ορισμένους χαρακτήρες.
Τα επόμενα χρόνια, το «Hangover» εξελίχθηκε σε τριλογία.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: