«Παναγία μου, να μην ξαναδούμε ποτέ τέτοια», είπε νοικοκυρά του χωριού Κρεμαστή της Ρόδου, όταν είδε ένα τσούρμο γερμανών στρατιωτών να κατεβαίνουν συντεταγμένα στην πλατεία του χωριού.
Οι στρατιώτες ήταν κομπάρσοι που γύριζαν σκηνή για τις ανάγκες της ταινίας «Τα κανόνια του Ναβαρόνε». Οι κάτοικοι του χωριού, στη θέα των «γερμανών» στρατιωτών αναστατώθηκαν αν και γνώριζαν για τα γυρίσματα. Στο μυαλό τους ήρθαν οδυνηρές μνήμες του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, που είχε τελειώσει μερικά χρόνια νωρίτερα.
Κατά τα άλλα, ήταν ενθουσιασμένοι που το νησί τους «μύριζε» Χόλιγουντ. Πολλοί Αμερικανοί σταρ βρίσκονταν στην Ρόδο για τα γυρίσματα της ταινίας και οι προβολείς των διεθνών μέσων ενημέρωσης ήταν στραμμένοι στο νησί των Ιπποτών.
Γκρέγκορι Πεκ, Άντονι Κουίν, Άντονι Κουέιλ, Τζέιμς Ντάρεν, Ειρήνη Παππά, Τζία Σκάλα και πολλοί άλλοι, τριγυρνούσαν καθημερινά στους δρόμους του νησιού και απολάμβαναν κάθε γωνιά του.
Περισσότερα από 120 άτομα, συντελεστές της ταινίας, είχαν εγκατασταθεί στο ξενοδοχείο «Μιραμάρε» που είχε μετατραπεί σε κινηματογραφούπολη. Με γραφεία παραγωγών, σκηνοθετών, αίθουσα συνεδριάσεων και όλα όσα χρειάζονται για μία άρτια κινηματογραφική παραγωγή.
Στο «Μιραμάρε» έμεναν και οι ηθοποιοί που είχαν έρθει στο νησί με τις οικογένειές τους.
Ο Γκρέγκορι Πεκ έμεινε σε δύο μεγάλες καμπάνες τις οποίες είχε διακοσμήσει η σύζυγός του, Βερονίκ.
Ο Άντονι Κουίν, στα διαλείμματα των γυρισμάτων, έπαιζε σκάκι με τους συμπρωταγωνιστές του και τένις με την σύζυγό του ενώ ο Άντονι Κουέιλ ψάρευε με τα παιδιά του.
Η Ειρήνη Παππά δεν σταματούσε να διαβάζει βιβλία και ο νιόπαντρος Τζέιμς Ντάρεν έπαιζε πινγκ πονγκ κι έκανε βόλτες με την γυναίκα του.
Για τα παιδιά είχε προσληφθεί Ελληνίδα παιδαγωγός που είχε αναλάβει την απασχόλησή και τη φροντίδα τους όταν οι γονείς έπρεπε να βρίσκονται στα γυρίσματα.
Οι συντελεστές, κατά τη διάρκεια της διαμονής τους, είχαν τη δυνατότητα να απολαύσουν όλες τις ανέσεις του ξενοδοχείου. Από την βιβλιοθήκη και την πισίνα, μέχρι το μικρογκόλφ και την αίθουσα κινηματογράφου που είχε στηθεί στη μεγάλη αίθουσα εστιατορίου.
Καθημερινά, όλοι τους επισκέπτονταν το μπαρ, ακούγοντας ελληνική μουσική και θαυμάζοντας τη νησιώτικη διακόσμηση.
Μεταξύ των συντελεστών, ως σύμβουλος, ήταν και ο ταγματάρχης Τέρνμπουλ, ο οποίος μεταξύ 1943 και 1946 υπήρξε ο υπεύθυνος διοικητής 381 αιφνιδιαστικών επιχειρήσεων εναντίον των Γερμανών στα κατεχόμενα νησιά. Η ελληνική κυβέρνηση τον παρασημοφόρησε για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην Ελλάδα.
Τεχνικός και στρατιωτικός σύμβουλος ήταν και ο Γερμανός Μπάγιερλαϊν, συνεργάτης του στρατάρχη Ρόμελ στην Αφρική, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Γνώριζε τι αριθμούς είχαν τα γερμανικά αυτοκίνητα, τι στολές φορούσαν οι Γερμανοί και πολλά άλλα που χρειάζονταν, για να είναι η ταινία όσο γίνεται πιο κοντά στην αλήθεια.
Κάθε μέρα δύο, κινηματογραφικά συνεργεία εργάζονταν ταυτόχρονα. Ο σκηνοθέτης Λι Τόμσον με βοηθούς τους Ερρίκο Ανδρέου, Άσπα Σωτήρχου και Σπ. Σπυρομήλιο γύριζαν τις εντυπωσιακές σκηνές στα άγρια τοπία της Ρόδου. Η παραγωγή έστελνε την ταινία στο Λονδίνο, εμφανιζόταν και επέστρεφε στη Ρόδο για την προβολή, την οποία παρακολουθούσαν μόνο οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί.
Στην ταινία πήραν μέρος δέκα τανκς, 18 τεθωρακισμένα, 12 τζιπ, 93 άλλα οχήματα, 40 μοτοσικλέτες, ένα ανιχνευτικό αεροπλάνο, δύο ελικόπτερα, 6 αντιτορπιλικά, ένα περιπολικό σκάφος, χίλιοι στρατιώτες και εκατοντάδες κομπάρσοι, κυρίως ντόπιοι, που πληρώνονταν 120 δραχμές την ημέρα.
Σε μια από τις σκηνές που γυρίστηκαν στην Κρεμαστή, έπρεπε στο καφενείο του χωριού να διασκεδάσουν Γερμανοί στρατιώτες με κοπέλες. Χρειάστηκε πολλή σκέψη σχετικά με το αν ήταν σωστό να προτείνουν τους ρόλους σε νέες της Κρεμαστής. Τελικά, ανατέθηκαν σε κορίτσια από άλλες περιοχές του νησιού.
Όταν έφτασε η στιγμή που έπρεπε να επιλεγούν οι Γερμανοί στρατιώτες, μεταξύ των στρατιωτών που είχαν διατεθεί για την ταινία και των μαθητών της Σχολής Χωροφυλακής της Ρόδου, αποφασίστηκε ότι έπρεπε να είναι γαλανομάτες και το βασικότερο, να μην έχουν μουστάκι.
Πολλοί από τους στρατιώτες και μαθητές της σχολής που έμαθαν αυτήν την πληροφορία, έσπευσαν να ξυριστούν, ώστε την ημέρα της επιλογής να μην έχουν στο πρόσωπό τους το χαρακτηριστικό που θα τους απέκλειε από τον ρόλο.
Η ταινία και η προβολή του νησιού εκτόξευσαν τον τουρισμό στη Ρόδο και ο παραγωγός Καρλ Φόρμαν ανακηρύχθηκε επίτιμος δημότης.
Οι ηθοποιοί έμειναν κατενθουσιασμένοι από την παραμονή τους στο νησί.
Ο Άντονι Κουίν εξέφρασε την επιθυμία να αγοράσει οικόπεδο για να χτίσει σπίτι και ο Ντέιβιντ Νίβεν δεν σταματούσε να λέει συνεχώς πόσο θα ήθελε να μείνει στη Ρόδο.
-
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το ρεπορτάζ του Γ. Κ. Βενιζέλου, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Εικόνες», τεύχος Απριλίου 1960. Οι φωτογραφίες είναι του Κ. Ραφαηλίδη.