Η κραυγή του Ταρζάν είναι ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς και αναγνωρίσιμους κινηματογραφικούς ήχους.
Ακούστηκε για πρώτη φορά το 1932.
Μέχρι τότε είχαν κυκλοφορήσει πολλές βουβές ταινίες του Ταρζάν και μία με ήχο, το «Tarzan the Tiger».
Προβλήθηκε στους κινηματογράφους το 1929 και πρωταγωνιστούσε ο Φρανκ Μέριλ, ο οποίος όμως δεν εντυπωσίασε με την κραυγή του, η οποία έμοιαζε πολύ ανθρώπινη.
Στο βιβλίο του Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ, του δημιουργού του Ταρζάν, η μοναδική περιγραφή της κραυγής ήταν η εξής: «η νικητήρια κραυγή ενός πιθήκου».
Για την ταινία του 1932, με τίτλο «Ταρζάν ο Πίθηκος», για τον πρωταγωνιστικό ρόλο επιλέχθηκε ο πρωταθλητής της κολύμβησης, Τζόνι Βαϊσμίλερ.
Ήταν ο έκτος ηθοποιός που ενσάρκωσε τον διάσημο ήρωα, αλλά η δική του κραυγή αποδείχτηκε η πιο διαχρονική.
Ο Βαϊσμίλερ εμπνεύστηκε την κραυγή από τους γερμανούς γείτονές του που τραγουδούσαν με λαρυγγισμούς, ένα έθιμο της περιοχής των Άλπεων που είναι γνωστό ως «yodeling».
Είχε πάρει μέρος σε διαγωνισμό yodeling όταν ήταν μικρός και χρησιμοποίησε την ιδιαίτερη ικανότητά του στην ταινία.
Σύμφωνα με τον ηθοποιό, η κραυγή του Ταρζάν ήταν εξ’ ολοκλήρου δημιουργία του.
Όμως, σύντομα κυκλοφόρησαν φήμες που αμφισβητούσαν την εκδοχή του Βαϊσμίλερ.
Το στούντιο MGM ισχυρίστηκε ότι στη φωνή του Βαϊσμούλερ είχαν προστεθεί οι εξής ήχοι για να δημιουργήσουν το τελικό αποτέλεσμα:
1. Η κραυγή του Βαϊσμούλερ, πιο έντονη και δυνατή
2. Το αλύχτημα μιας ύαινας, παιγμένο ανάποδα
3. Τη φωνή μιας σοπράνο
4. Το γρύλισμα ενός σκύλου
5. Το βέλασμα μιας καμήλας
6. Τον ήχο του βιολιού
Ο τραγουδιστής της όπερας, Λόιντ Τόμας Λιτς, υποστήριζε ότι ήταν δική του η φωνή και ο Βαϊσμίλερ δεν συμμετείχε καθόλου στην ηχογράφηση.
Βέβαια, καμία από τις φήμες δεν αποδείχτηκε και ο Βαϊσμούλερ μιμήθηκε πολλές φορές την κραυγή δημοσίως.
Από το 1932 μέχρι και το 1948 υπήρξε ο πιο δημοφιλής «Ταρζάν» και η κραυγή του χρησιμοποιήθηκε κι αργότερα, ακόμα και σε ταινίες που δεν εμφανιζόταν ο ίδιος.