Το 1992 κυκλοφόρησε στους κινηματογράφους η ταινία «Ο τελευταίος των Μοϊκανών», η οποία βραβεύτηκε με το Όσκαρ καλύτερης μουσικής και έγινε τεράστια εμπορική επιτυχία.
Πρωταγωνιστής ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις.
Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του συγγραφέα, Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ που είχε κυκλοφορήσει το 1826 και είχε γίνει δημοφιλές στην Αμερική. Το περιεχόμενο του βιβλίου ήταν εμπνευσμένο από ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στον επταετή πόλεμο των Γάλλων με τους Βρετανούς το 1757.
Ο συγγραφέας είχε συνομιλήσει με επιζώντες μάρτυρες και είχε ταξιδέψει στα μέρη που ζούσαν οι Ινδιάνοι για να γράψει το βιβλίο του.
Ο χαρακτήρας του Βρετανού Μονρό που ήταν ο πατέρας των δυο κοριτσιών ήταν βασισμένος στον Τζορτζ Μονρό που ήταν όντως συνταγματάρχης στο φρούριο Χένρι.
Ο Μονρό κλήθηκε να υπερασπιστεί το φρούριο με 1.800 άντρες όταν τον Αύγουστο του 1757 δέχτηκε επίθεση από 8.000 Ινδιάνους που είχαν συμμαχήσει με τους Γάλλους στρατιώτες.
Μετά από διαπραγματεύσεις οι Άγγλοι σήκωσαν λευκή σημαία και παραδόθηκαν. Ο Μονρό αποχώρησε από το φρούριο με τους άντρες του, αλλά οι Ινδιάνοι απογοητεύτηκαν με την συνθηκολόγηση των Γάλλων και τους επιτέθηκαν, σκοτώνοντας 187 Βρετανούς.
Στην πραγματικότητα ο Μονρό δεν είχε κόρες ούτε ήταν ανάμεσα στα θύματα όπως δείχνει στην ταινία αλλά κατάφερε να σωθεί και να διαφύγει στο φρούριο Έντουαρντ, όπου πέθανε τρεις μήνες αργότερα.
Ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις είχε κερδίσει δύο χρόνια πριν το Όσκαρ αλλά αυτή ήταν η πρώτη του ταινία-υπερπαραγωγή που συμμετείχε.
Ο Λούις είχε τον ρόλο του Χόκαϊ και πήρε πολύ καλές κριτικές για την ερμηνεία του. Μάλιστα για να είναι πιστευτός ως ιθαγενής έζησε για μερικούς μήνες στα δάση και υιοθέτησε τις καθημερινές συνήθειες των Ινδιάνων ενώ έκανε και ειδική εκπαίδευση με ένα συνταγματάρχη του Αμερικανικού στρατού για να βελτιώσει τις πολεμικές του ικανότητες.
Σκηνοθέτης ήταν ο Μάικλ Μαν, ο οποίος είχε οραματιστεί αυτή την ταινία από μικρό παιδί, όποτε παρακολούθησε την αρχική έκδοση που είχε κυκλοφορήσει το 1936.
Ο Μαν ήταν πολύ απαιτητικός με τους ηθοποιούς και δεν τους άφηνε να χρησιμοποιούν αντικαταστάτες. Επίσης πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα είχε ζήσει μαζί τους στα δάση της Βόρειας Καρολίνας, ακολουθώντας το παράδειγμα του Λιούις, και τους ανάγκασε να κάνουν μαθήματα πολεμικών τεχνών.
Τα πολύωρα εξωτερικά γυρίσματα
Συνολικά στην ταινία συμμετείχαν 900 Ινδιάνοι ως κομπάρσοι και ηθοποιοί.
Ο Μαν ήταν πολύ πιστός στα χρονοδιαγράμματα σε σημείο που ο Λιούις είχε παραδεχτεί πως μετά τα γυρίσματα ακολούθησε θεραπευτική αγωγή για να επανέλθει ο οργανισμός του.
Τα πιο κουραστικά γυρίσματα ήταν η πολιορκία του φρουρίου Χένρι τα οποία γινόταν βράδυ και διαρκούσαν πολλές ώρες.
Ο σκηνοθέτης ήταν τόσο σχολαστικός που ανάγκαζε την FOX να διορίσει έναν άνθρωπο να στέκεται κοντά του και να του λέει πότε έπρεπε να σταματήσει και να προχωρήσει στην επόμενη σκηνή.
Στο τέλος η ταινία έφτασε να έχει διάρκεια 3 ώρες, αλλά η εταιρεία παραγωγής ήθελε να είναι μικρότερη και ανάγκασε τον σκηνοθέτη να κόψει πολλές σκηνές. Ο Μαν δυσαρεστήθηκε με την δίωρη ταινία που βγήκε στους κινηματογράφους το 1992 και μερικά χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε ολόκληρη την ταινία σε DVD.
Mια από τις καλύτερες σκηνές της ταινίας είναι στην σπηλιά πίσω από τον καταρράκτη.
Όταν ο σκηνοθέτης είδε την σκηνή στο μοντάζ, πήρε το συνεργείο και τους ηθοποιούς και την ξαναγύρισε εννιά ημέρες πριν η ταινία προβληθεί στους κριτικούς.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: American History X. Η ιστορία του Νεοναζί που δολοφόνησε δυο μαύρους και στη φυλακή μεταμορφώθηκε. Η ανταρσία των ηθοποιών που «απέλυσαν» τον σκηνοθέτη, ο οποίος δαπάνησε ένα εκατομμύριο για να μην προβληθεί η ταινία του!