Η ταινία «Μερικοί το προτιμούν καυτό» μπορεί να θεωρείται πλέον μία από τις καλύτερες κωμωδίες στην ιστορία του κινηματογράφου, αλλά τη δεκαετία του ’50, όταν ο σκηνοθέτης Μπίλι Γουάιλντερ ετοιμαζόταν για το γύρισμα, θεωρούνταν αμφιλεγόμενο έργο.
Η πλοκή ακολουθούσε δύο επαγγελματίες μουσικούς, τον Τζο (Τόνι Κέρτις) και τον Τζέρι (Τζακ Λέμον), που άθελά τους γίνονται αυτόπτες μάρτυρες σε ένα γκανγκστερικό «ξεκαθάρισμα λογαριασμών».
Για να ξεφύγουν απ’ τους γκάνγκστερ που τους κυνηγούν, αναγκάζονται να μεταμφιεστούν σε γυναίκες και να μπουν σε μια γυναικεία μπάντα, που πρόκειται να ταξιδέψει στο Μαϊάμι.
Ο Τζο γίνεται η Τζοζεφίν και ο Τζέρι, η Ντάφνι.
Εκεί γνωρίζουν την πανέμορφη Σούγκαρ, που την υποδύεται η Μέριλιν Μονρό.
Σε όλη την υπόλοιπη ταινία, οι δύο άντρες παραμένουν μεταμφιεσμένοι σε γυναίκες, με τον Τζέρι, ωςΝτάφνι, να βρίσκει μάλιστα και αρραβωνιαστικό, τον βαθύπλουτο Όζγκουντ Φιλντινγκ Γ’.
Ο Τζο, που προσπαθεί να «ρίξει» την Σούγκαρ, δημιουργεί άλλη μία ψεύτικη ταυτότητα, τον πάμπλουτο επιχειρηματία Τζούνιορ.
Στο τέλος, μετά από πολλές ξεκαρδιστικές περιπέτειες και παρεξηγήσεις, οι δύο πρωταγωνιστές καταλήγουν με τους εκλεκτούς της καρδιάς τους. Στην περίπτωση του Τζο, είναι η Μέριλιν Μονρό.
Στην περίπτωση του Τζέρι, προς έκπληξη του κοινού, δεν είναι άλλος απ’ τον Όζγκουντ Φίλντινγκ.
Για τη συντηρητική δεκαετία του ’50, οι υπόνοιες που άφηνε η ταινία για τη σχέση μεταξύ δύο αντρών ήταν ένα δύσκολο και αμφιλεγόμενο θέμα.
Ο Γουάιλντερ δυσκολεύτηκε πολύ να βρει στούντιο που δεχόταν να χρηματοδοτήσει την ταινία, αλλά ακόμη και τότε, χρειάστηκε να το δελεάσει με τα μεγαλύτερα ονόματα του Χόλιγουντ.
Η Μέριλιν Μονρό σε πρωταγωνιστικό ρόλο ήταν μία από τις προϋποθέσεις που έπρεπε να καλύψει, όπως επίσης και ο Τόνι Κέρτις.
Ο Τζακ Λέμον, αν και καταπληκτικός κωμικός, ήταν ακόμη άσημος σε σχέση με τους άλλους δύο σουπερστάρ.
Η «ντίβα» Μέριλιν Μονρό
Αν και η συμμετοχή της Μονρό αύξησε κατά πολύ την εμπορικότητα της ταινίας, η ηθοποιός προκάλεσε τεράστια προβλήματα στο γύρισμα.
Καθυστερούσε να πάει στο πλατό κι όταν έφτανε, έμοιαζε αφηρημένη. Μία μέρα, όταν ο Γουάιλντερ τη ρώτησε γιατί άργησε, του απάντησε με ένα αχανές βλέμμα: «Έχασα τον δρόμο. Δεν θυμόμουν πώς να έρθω».
Ακόμα και όταν ήταν στο πλατό όμως, η προσοχή ήταν στραμμένη αλλού.
Μαζί της ήταν πάντα η Σούσαν Στράσμπεργκ, η κόρη του Λι, που ήταν καθηγητής υποκριτικής της Μονρό στη Νέα Υόρκη.
Η Μονρό δεν τολμούσε να κάνει τίποτα χωρίς να πάρει την έγκριση της.
Στα γυρίσματα, αντί να κοιτάει τους συμπρωταγωνιστές της, το βλέμμα της ήταν πάντα στραμμένο στη Στράσμπεργκ και ακολουθούσε τις οδηγίες της.
Αν η Στράσμπεργκ έκρινε ότι η σκηνή δεν κολάκευε την εικόνα της ηθοποιού, τη διέκοπτε αμέσως.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνονται συνέχεια λήψεις, που εξαντλούσαν το συνεργείο και τους συμπρωταγωνιστές της Μέριλιν.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν ήταν η Στράσμπεργκ αυτή που διέκοπτε το γύρισμα, αλλά η ίδια η Μέριλιν, που αδυνατούσε να αποστηθίσει ακόμα και τις απλούστερες ατάκες του σεναρίου.
Σε μία σκηνή, έπρεπε να χτυπήσει την πόρτα στο δωμάτιο του Τζο και του Τζέρι και να πει απλώς: «Εγώ είμαι, η Σούγκαρ».
Τα κατάφερε μετά από 47 λήψεις.
Κάθε φορά, έλεγε τα λόγια της ανάποδα ή τα ξεχνούσε.
Στην 30η λήψη, ο Γουάιλντερ κόλλησε στον τοίχο ένα χαρτί με τα λόγια, αλλά και πάλι τα έκανε λάθος.
Στην επόμενη σκηνή, η Σούγκαρ είναι στο δωμάτιο των αγοριών και ζητά να της δώσουν ένα μπουκάλι ουίσκι μπέρμπον, που είχαν κρυμμένο. Τα λόγια της ήταν: «Πού είναι το μπέρμπον;»
Για περισσότερες από 50 λήψεις, είχε πει τα πάντα, εκτός από τα σωστά λόγια: «Πού είναι το ουίσκι;», «Πού είναι το μπουκάλι;», «Πού είναι το αλκοόλ;»
Ο Γουάιλντερ κόλλησε πάλι ένα κομμάτι χαρτί με τα λόγια μέσα στο συρτάρι, όπου ήταν κρυμμένο το μπουκάλι.
Όμως τότε, η Μέριλιν ξέχασε σε ποιο έπιπλο έπρεπε να ψάξει.
Στην επόμενη λήψη, θυμήθηκε το έπιπλο, αλλά έκανε λάθος το ράφι.
Τελικά, ο Γουάιλντερ κόλλησε το χαρτί σε κάθε ράφι, έτσι ώστε να το βρει όποιο συρτάρι κι αν άνοιγε.
Σκηνοθέτης, ηθοποιοί και συνεργείο είχαν φτάσει στα όριά τους.
Ο Γουάιλντερ ήταν έτοιμος να την απολύσει, αλλά συγκρατούνταν γιατί γνώριζε ότι ήταν το μεγάλο αστέρι της ταινίας.
Ο Κέρτις αργότερα σχολίασε ότι όταν φιλούσε τη Μέριλιν, ήταν σαν «να φιλάει τον Χίτλερ», προκαλώντας σάλο.
Δικαιολόγησε τη δήλωσή του, χαρακτηρίζοντάς τη ως χιουμοριστική, αλλά οι συνεργάτες του τον υποστήριξαν, λέγοντας πως η συμπεριφορά της Μονρό στο γύρισμα ήταν απαράδεκτη.
«Well, nobody’s perfect»
Η τελευταία ατάκα της ταινίας έχει ψηφιστεί ως μία από τις καλύτερες στην ιστορία του σινεμά.
Στη σκηνή, ο Τζέρι αποκαλύπτει στον «αρραβωνιαστικό» του, Όζγκουντ, ότι είναι άντρας, περιμένοντας να σοκαριστεί.
Όμως ο Όζγκουντ, ατάραχος, απαντά: «Κανείς δεν είναι τέλειος!»
Ήταν ιδέα ενός απ’ τους σεναριογράφους, του I.A.L. Diamond, αλλά δεν ενθουσίασε τον Γουάιλντερ.
Την κράτησαν προσωρινά και σκόπευαν να την αντικαταστήσουν.
Τους φαινόταν ότι η αντίδραση του Όζγκουντ ήταν υπερβολικά ήρεμη.
Αλλά όπως αποδείχτηκε, η αντίθεση μεταξύ της ηρεμίας του Όζγκουντ και του σοκ που ανέμενε το κοινό, ήταν η συνταγή της επιτυχίας.
Σε κάθε προβολή, οι θεατές ξεσπούσαν σε τρανταχτά γέλια και χειροκροτήματα.
Η ταινία ήταν μια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία, αλλά προκάλεσε αντιδράσεις.
Η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία «καταδίκασε» το έργο ως ανήθικο.
Η απολαυστική κωμωδία θα προβληθεί αποκλειστικά από τον OTE TV στα πλαίσια του μηνιαίου αφιερώματος στην αξέχαστη Μέριλιν Μονρό.
Μπορείτε να την παρακολουθήσετε στις 8 Ιουνίου, στις 22.00 στο κανάλι OTE CINEMA2.
Από την 1η εως 10 Ιουνίου παρακολουθείστε εμβληματικές ταινίες της μυθικής Μέριλιν κάθε βράδυ στις 22.00.