Οι ταινίες του Κουέντιν Ταραντίνο μοιάζουν να είναι ένα κολάζ αγαπημένων του ταινιών απ’ την παιδική του ηλικία.
Στην περίπτωση του «Kill Bill», ο σκηνοθέτης συνέθεσε το κινηματογραφικό του παζλ από την αγάπη του για τα γουέστερν, τις ταινίες κουνγκ – φου, αλλά και τις γιαπωνέζικες ταινίες σαμουράι.
Η πλοκή είναι εξαιρετικά απλή.
Μία απ’ τις πιο θανατηφόρες γυναίκες – δολοφόνους στον κόσμο προδίδεται από τους κοντινότερους φίλους και συνεργάτες της.
Μετά από μία επίθεση, πέφτει σε κώμα για τέσσερα χρόνια. Όταν ξυπνάει, ορκίζεται να πάρει εκδίκηση και κυνηγά τους ανθρώπους που προσπάθησαν να τη σκοτώσουν.
Το ταξίδι της ξεκινά απ’ την Αμερική και φτάνει μέχρι τη μακρινή Ιαπωνία.
Τελικός της στόχος είναι ο Μπιλ, ο άντρας που επρόκειτο να παντρευτεί και ο πατέρας του παιδιού της, που οργάνωσε την επίθεση εναντίον της.
Για να φτάσει μέχρι τον Μπιλ όμως, έχει αφήσει πίσω της αμέτρητα πτώματα.
Οι πρώτες σκέψεις για την ταινία έγιναν πολλά χρόνια πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, το 1993, όταν ακόμα γύριζε το Pulp Fiction.
Ανέφερε την ιδέα στην Ούμα Θέρμαν, που ενθουσιάστηκε και άρχισε να προσθέτει και δικές της πινελιές.
Η Θέρμαν ήταν αυτή που σκέφτηκε η πρωταγωνίστρια να είναι γνωστή ως η «Νύφη».
Όταν όμως ολοκληρώθηκαν τα γυρίσματα, η Θέρμαν κι ο Ταραντίνο ασχολήθηκαν με άλλες ταινίες και τα σχέδια ξεχάστηκαν για σχεδόν μία δεκαετία.
Ο Ταραντίνο συναντήθηκε τυχαία με τη Θέρμαν, θυμήθηκε το «Kill Bill», ξέθαψε τις σημειώσεις του και κάθισε να γράψει το σενάριο.
Τα γυρίσματα στο στούντιο του Μάο Τσε Τουνγκ
Όλες οι σκηνές που διαδραματίζονταν στην Ασία, γυρίστηκαν σε ένα στούντιο στην Κίνα, όπου παλαιότερα γυρίζονταν οι ταινίες προπαγάνδας του Μάο Τσε Τουνγκ.
Την εποχή του Μάο, οι εργαζόμενοι υπέγραφαν δια βίου συμβόλαια και έμεναν μέσα στο στούντιο, το οποίο είχε μετατραπεί σε ένα μικρό χωρίο, με σχολεία για τα παιδιά των τεχνικών και μαγαζιά.
«Δεν θέλω αίμα ταινίας τρόμου. Θέλω αίμα σαμουράι»
Η πιο εντυπωσιακή σκηνή της ταινίας είναι η μάχη της «Νύφης», Ούμα Θέρμαν, με τους άντρες της Ορέν Ισιί, της αρχηγού της γιαπωνέζικης μαφίας.
Η Θέρμαν, ντυμένη με την χαρακτηριστική κίτρινη στολή της και οπλισμένη με μία κατάνα, κατατροπώνει τους 88 αντιπάλους της μέσα σε λίγα λεπτά.
Ο Ταραντίνο παραδέχτηκε ότι η σκηνή ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση της καριέρας του.
Ποτέ δεν είχε γυρίσει τόσο μεγάλη σκηνή δράσης στο παρελθόν και θεωρούσε τον εαυτό του εντελώς αυτοδίδακτο.
«Θέλω να είναι για τις μάχες κουνγκ φου, ότι ήταν για τις στρατιωτικές μάχες η σκηνή με την «Επέλαση των Βαλκυριών» από το «Αποκάλυψη Τώρα». Έτσι όπως είχαν έρθει τα πράγματα, είτε θα γινόταν η πιο φοβερή σκηνή που είχε δει ποτέ κανείς σε αυτό τον τομέα, είτε θα εξαντλούσα όλες μου τις δυνατότητες, χωρίς αποτέλεσμα».
Ο Ταραντίνο επέμενε να μην χρησιμοποιηθούν εφέ στη μάχη, αλλά κάθε κίνηση να γίνεται στην πραγματικότητα από τους ηθοποιούς.
«Τα εφέ είναι ωραία, αλλά φαίνεται ότι τα έφτιαξε υπολογιστής. Προτιμώ να φαίνεται ωραίο αλλά να μοιάζει με τις ταινίες του ’70».
Για να μείνει πιστός στο στυλ που θαύμαζε τόσο, χρησιμοποίησε την παλιομοδίτικη τεχνική με μπαλόνια γεμάτα με ψεύτικο αίμα, τα οποία έσπαγαν οι ηθοποιοί όταν τραυματίζονταν.
Η σκηνή απαιτούσε τεράστιες ποσότητες αίματος και ο Ταραντίνο ήταν πολύ συγκεκριμένος στις εντολές του:
«Είμαι πολύ αυστηρός με το αίμα, γι’ αυτό χρησιμοποιούμε ένα ειδικό μίγμα, ανάλογα με τη σκηνή. Δεν θέλω αίμα από ταινίες τρόμου. Θέλω αίμα Σαμουράι. Αν βάλεις αυτό το σιρόπι βατόμουρου στο σπαθί, δεν θα φαίνεται ωραία. Πρέπει να έχει ειδικό αίμα που βλέπεις μόνο στις ταινίες Σαμουράι».
Τα γυρίσματα διήρκησαν 155 μέρες.
Τελικά η προσπάθεια του Ταραντίνο δικαιώθηκε και οι ταινίες απέσπασε άριστες κριτικές, από τους οπαδούς του είδους.
Βέβαια δεν έλειψαν και τα αρνητικά σχόλια, κυρίως λόγω της βίας που υπήρχε στην ταινία.
Παρ’ όλα αυτά, ο Ταραντίνο διατήρησε ψηλά το επίπεδό του και ικανοποίησε τους θαυμαστές του που έτρεξαν στους κινηματογράφους για να απολαύσουν τη νέα του ταινία.