Η ταινία «Μια ζωή την έχουμε» του Γιώργου Τζαβέλλα, παρόλο που στην εποχή της δεν σημείωσε ιδιαίτερη επιτυχία (έκοψε 98.584 εισιτήρια), παίζεται στην τηλεόραση μέχρι σήμερα και αποτελεί μια από τις αγαπημένες παλιές ελληνικές ταινίες.
Προβλήθηκε για πρώτη φορά στις αίθουσες στις 9 Μαΐου του 1958 από την εταιρία Φίνος Φιλμ και ήταν μια ακριβή παραγωγή με βλέψεις στο εξωτερικό. Για τον λόγο αυτό ασχολήθηκε προσωπικά ο Φιλοποίμην Φίνος με την ταινία.
Η εταιρία μόλις είχε μόλις σημειώσει μια μεγάλη επιτυχία εκτός Ελλάδος με την προβολή της ταινίας «Το τελευταίο ψέμα» στο φεστιβάλ των Καννών.
Οι κριτικές των γαλλικών και αγγλικών εφημερίδων, αποθέωσαν τον Κακογιάννη παραλληλίζοντας τον με τον Μπέργκμαν και τον Φελίνι και χαρακτήρισαν την πρωταγωνίστρια Έλλη Λαμπέτη, «αρχαία θεά».
Έτσι ο Φίνος θέλησε να βγει ξανά εκτός ελληνικών ορίων με την επόμενη ταινία του, το «Μια ζωή την έχουμε».
Ο Τζαβέλλας όταν έγραψε το σενάριο είχε άλλους ηθοποιούς στο μυαλό του.
Όπως διαβάζουμε στο βιβλίο του Ι. Τριανταφυλλίδη «ταινίες για φίλημα»:
«Η ταινία γράφτηκε από τον Τζαβέλλα για να ερμηνευτεί από έναν ηλικιωμένο δημόσιο υπάλληλο και ένα νεαρό νυμφίδιο, για το οποίο ο εν λόγω κύριος τα τινάζει όλα στον αέρα.
Ως ιδανικό ο σεναριογράφος θεωρούσε τον Βασίλη Λογοθετίδη και τη νεαρή τότε Αλίκη Βουγιουκλάκη».
Ο Λογοθετίδης όμως ήταν άρρωστος και τον ρόλο πήρε ο Δημήτρης Χορν, ενώ ο Φίνος, θέλοντας η ταινία να κάνει «ευρωπαϊκή» καριέρα, επέλεξε για τον γυναικείο ρόλο, την τότε σταρ του ιταλικού σινεμά, Υβόν Σανσόν.
Η υποδοχή της σταρ Υβόν
Η Σανσόν γεννήθηκε το 1926 στην Κέρκυρα. Η μητέρα της ήταν Ελληνίδα και ο πατέρας της είχε γαλλορωσική καταγωγή.
Στην Ιταλία βρέθηκε για να σπουδάσει, έμεινε μόνιμα και έκανε καριέρα.
Στο βιογραφικό της αναφέρεται ότι το πραγματικό της επίθετο ήταν Σαπουτζάκη, αλλά σύμφωνα με το ρεπορτάζ, Σαπουτζάκη λεγόταν η μητέρα της, η οποία όταν έχασε τον σύζυγο της (και πατέρα της Υβόν), γύρισε στη Θεσσαλονίκη και έζησε τα τελευταία χρόνια με αυτό το επίθετο.
Όταν η Υβόν ήρθε στην Ελλάδα για να υπογράψει το συμβόλαιό της με τον Φίνο, ήταν ήδη γνωστή στην Ιταλία.
Την εποχή εκείνη δεν ήταν συνηθισμένο να πρωταγωνιστούν σε ελληνικές ταινίες, ξένες ηθοποιοί και έτσι η συμμετοχή της Σανσόν στο «Μια ζωή την έχουμε» ήταν ένα σπουδαίο γεγονός, τόσο για τον Τύπο, που της αφιέρωσε εκτενή ρεπορτάζ και εξώφυλλα, όσο και για τον ίδιο τον Φίνο, ο οποίος προκειμένου να την υποδεχτεί έκανε ανακαίνιση στα στούντιό του και αγόρασε υπερσύγχρονα μηχανήματα.
Το ρεπορτάζ της εποχής αναφέρει ότι ακόμα και οι τουαλέτες ανακαινίστηκαν για χάρη της Σανσόν.
Εκτός από την επένδυση στις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα, ο Φίνος έδωσε και έναν υψηλό μισθό στην πρωταγωνίστρια, η οποία δεν γνώριζε ελληνικά και ντουμπλαρίστηκε τελικά από την Θεανώ Ιωαννίδου.
Παρόλ’ αυτά η ταινία δεν σημείωσε την επιτυχία που υπολόγιζε ο Φίνος, με αποτέλεσμα να χάσει πολλά χρήματα.
Σύμφωνα με τους κριτικούς, ένας από τους λόγους της εμπορικής αποτυχίας, ήταν ότι οι δύο πρωταγωνιστές δεν «έδεσαν» με αποτέλεσμα να μην είναι πειστικοί στους ρόλους τους.
Μια άγνωστη πληροφορία για την ταινία, η οποία προκαλεί έκπληξη, είναι η συμμετοχή του Κώστα Γκουσγκούνη.
Ο ηθοποιός που έγινε γνωστός ως πρωταγωνιστής του ερωτικού κινηματογράφου, στην αρχή της καριέρας του εργαζόταν ως κομπάρσος σε ταινίες.
Στην ταινία κάνει ένα γρήγορο πέρασμα ως καφετζής. Τον βλέπουμε (αγνώριστο σε νεαρή ηλικία), να σερβίρει τον Δημήτρη Χορν και να έχουν ένα μικρό διάλογο.
Ο Γκουσγκούνης σερβίρει και ο ταμίας Χόρν που είναι πνιγμένος από τους λογαριασμούς μετά βίας σηκώνει το κεφάλι του για να του μιλήσει.
Στο βιογραφικό του Γκουσγκούνη αναφέρεται επίσης ότι εμφανίστηκε ως κομπάρσος στην «Αγνή του λιμανιού» και στη «Θεία απ’ το Σικάγο».
Δείτε το απόσπασμα όπου εμφανίζεται ο Γκουσγκούνης ως γκαρσόνι.
https://youtu.be/T5Gth2gFFRg?t=11m4s