Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Αλέκος Αλεξανδράκης, έχοντας ήδη μια επιτυχημένη πορεία στον κινηματογράφο και το θέατρο, αποφάσισε να κάνει το πρώτο του εγχείρημα πίσω από τις κάμερες, υπογράφοντας τη σκηνοθεσία της ταινίας «Συνοικία το Όνειρο», με σενάριο Τάσου Λειβαδίτη και Κώστα Κοτζιά.
Πρωταγωνιστής ήταν ο ίδιος και στο πλευρό του, η πρώην σύζυγός του Αλίκη Γεωργούλη και άλλοι γνωστοί και ταλαντούχοι ηθοποιοί.
Το κόστος της ταινίας ήταν υψηλό, καθώς τα περισσότερα γυρίσματα ήταν εξωτερικά.
Ο Αλεξανδράκης και η Γεωργούλη κατάφεραν να ξεπεράσουν τις οικονομικές δυσκολίες, αλλά βρήκαν μπροστά τους το τέρας της λογοκρισίας.
Η συμμετοχή του Μάνου Κατράκη και η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη δυσκόλεψε ακόμα περισσότερο τα πράγματα, καθώς ήταν στιγματισμένοι από τη λογοκρισία.
Το πρόβλημα ήταν ότι η ρεαλιστική ταινία του Αλεξανδράκη έδειχνε πολλή φτώχεια, γεγονός που ενόχλησε.
Σύμφωνα με τους επικριτές, την περίοδο εκείνη, η κυβέρνηση Καραμανλή προσπαθούσε να ανορθώσει την ελληνική οικονομία και να κάνει ελκυστική τη χώρα στους ξένους τουρίστες και επενδυτές και η ταινία εμπόδιζε το έργο της.
Έτσι η επιτροπή λογοκρισίας την έκοψε.
Οι αρμόδιοι αστυνομικοί ψαλίδισαν το φιλμ με τις ενοχλητικές σκηνές και το έκαψαν, ώστε να εξαφανιστεί για πάντα.
Μάλιστα είχαν καλέσει και τον ίδιο τον Αλεξανδράκη να παρευρεθεί και να δει την ταινία του να καίγεται στην πυρά. Ο σκηνοθέτης όχι μόνο δεν πήγε, αλλά όταν ήρθε η ώρα να βγει η ταινία (πετσοκομμένη) στις αίθουσες δήλωσε: «Από τη στιγμή που κόπηκε, δεν με αφορά».
Αφού η αστυνομία έκοψε και έραψε το φιλμ, δόθηκε στην ταινία άδεια προβολής.
Παρ’ ολ’ αυτά όμως, η πρεμιέρα διεκόπη βίαια από αστυνομικούς, που εισέβαλαν στην κινηματογραφική αίθουσα και κατέβασαν τον γενικό διακόπτη, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των επίσημων καλεσμένων.
Δείτε στο βίντεο της «Μηχανής του Χρόνου» την ιστορία της ταινίας «Συνοικία το Όνειρο» που λόγω της επέμβασης των λογοκριτών, παρόλο που έλαβε πολύ καλά σχόλια από τους κριτικούς, κατέληξε σε εισπρακτική αποτυχία.
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του διδάσκοντας υποκριτική στο Εργαστήρι του Διαμαντόπουλου.
Το 2001 του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη.
Πέθανε στις 8 Νοεμβρίου του 2005, έπειτα από μακροχρόνια μάχη με τον καρκίνο.