1903, Ελβετία.
Ο 20χρονος νεαρός της φωτογραφίας έχει συλληφθεί από την ελβετική αστυνομία, γιατί συμμετείχε στη διοργάνωση γενικής απεργίας.
Έμεινε δύο βδομάδες στη φυλακή μέχρι που τον απέλασαν. Επέστρεψε στη χώρα του, την Ιταλία και σχεδόν αμέσως, έφυγε πάλι για την Ελβετία.
Το 1904, τον απέλασαν ξανά, γιατί είχε πλαστογραφήσει τα χαρτιά του.
Είχε καταφύγει στην Ελβετία το 1902 για να μην υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Ήταν φανατικός θιασώτης του αντιπολεμικού κινήματος και για αυτό έγινε λιποτάκτης.
Τον Δεκέμβριο του 1904 δόθηκε γενική χάρη στους λιποτάκτες και μπόρεσε επιτέλους να εγκατασταθεί στην πατρίδα του χωρίς ενοχές.
Ο νεαρός επαναστάτης και φιλειρηνιστής ήταν ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο μελλοντικός δικτάτορας της Ιταλίας.
Όταν έφτασε για πρώτη φορά στην Ελβετία, ο Μουσολίνι εργάστηκε σε διάφορες οικοδομές, για να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Τη σκληρή δουλειά συνόδευσε η ασταμάτητη μελέτη των κειμένων του φιλοσόφου Φρίντριχ Νίτσε και πολλών κοινωνιολόγων και συνδικαλιστών.
Αγαπημένος του ήταν ο συνδικαλιστής Ζορζ Σορέλ, που υποστήριζε ότι ο διεφθαρμένος καπιταλισμός έπρεπε να ανατραπεί με τη βία και τη γενική απεργία.
Ο Μουσολίνι ήταν νέος, μορφωμένος και νοσταλγούσε την πατρίδα του. Αναγκαζόταν να δουλεύει σε χειρωνακτικές εργασίες, που δεν προκαλούσαν το μυαλό του.
Ήταν θέμα χρόνου να «παρασυρθεί» από το σοσιαλιστικό κίνημα. Άρχισε να γράφει στην ιταλική σοσιαλιστική εφημερίδα «L’Avvenire dei Lavoratori» και να οργανώνει συναντήσεις του ιταλικού σοσιαλιστικού κινήματος.
Η συνδικαλιστική του δράση στην Ελβετία έληξε με φαντασμαγορικό τρόπο.
Οργάνωσε μία γενική απεργία, που προκάλεσε βίαια επεισόδια και οδήγησε στη σύλληψη και την απέλασή του.
Η ιστορία του Μπενίτο Μουσολίνι είχε μόλις αρχίσει και κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η εκκίνηση δεν θα είχε καμία σχέση με το φινάλε.