Η διαφορά ηλικίας των γονιών του ήταν πολύ μεγάλη, σχεδόν σαράντα χρόνια.
Ο πατέρας τους ήταν ένας Βρετανος πεζοναύτης και η μητέρα του μία μαύρη Τζαμαϊκανή.
Η κοινωνία τους αντιμετώπιζε με καχυποψία και δεν έλειπαν οι προσβολές περί «ανάμειξης των φυλών».
Οι δυο τους παντρεύτηκαν, επισημοποιώντας τη σχέση τους, αλλά τα σχόλια δεν σταμάτησαν.
Ο γιος τους, τον οποίο ονόμασαν Νέστα, ως μιγάς, είχε κάπως ανοιχτόχρωμο δέρμα, προκαλώντας την προσοχή του κόσμου.
Τον φώναζαν κοροϊδευτικά «Γερμανό» κι εκείνος είχε φτάσει να βάφει το πρόσωπό του με φούμο για να φαίνεται πιο σκούρος.
Η κοινωνική πίεση ήταν τέτοια που ο πατέρας του αναγκάστηκε να ζήσει μακριά απ’ την οικογένειά του, αλλά συνέχισε να τους στέλνει χρήματα.
Ήταν ένας τρυφερός άνθρωπος, σύμφωνα με τη σύζυγό του, ο οποίος όμως έχασε κάθε επαφή με τον γιο του, μεγαλώνοντας.
Μετά τον θάνατό του, έπαψαν να έρχονται τα χρήματα και ο εικονιζόμενος μετακόμισε με την μητέρα του στην πρωτεύουσα της Τζαμάικα, όπου αντιμετώπιζαν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες.
Ακόμα και ένα καινούριο ζευγάρι παπούτσια ήταν τεράστια πολυτέλεια.
Τον ενδιέφερε η μουσική, αλλά δεν είχε μάθει ποτέ να παίζει κάποιο όργανο.
Ξεκίνησε ως τραγουδιστής και έμαθε κιθάρα σε αρκετά μεγάλη ηλικία, όταν είχε ήδη κάνει τα πρώτα βήματα στη μουσική βιομηχανία.
Το 1964 το πρώτο σινγκλ που κυκλοφόρησε με τη μπάντα του, τους «Wailers», έφτασε στην πρώτη θέση των chart.
Η ήχος ήταν πολύ πιο ποπ από τα μετέπειτα τραγούδια του, με τα οποία έγινε γνωστός.
Στόχος του συγκροτήματος ήταν να εισέλθουν στην αμερικάνικη και βρετανική αγορά, γι’ αυτό και προσπαθούσαν να έχουν πιο «εύπεπτα» κομμάτια.
Αυτό άλλαξε όταν έφτασαν στο Λονδίνο, όπου τους ανέλαβε μια δισκογραφική εταιρεία που ήθελε να δοκιμάσει κάτι καινούριο και να εκμεταλλευτεί τον «εξωτικό» μουσικό.
Στα καινούρια άλμπουμ ήταν πιο έντονος ο «ρέγκε» ρυθμός, στοιχείο που έκανε τη μουσική του να ξεχωρίσει.
Το 1974 η καριέρα του απογειώθηκε με ένα τραγούδι που ακόμα και σήμερα ακούγεται σε όλο τον κόσμο.
Ο τίτλος του, «I Shot the Sherrif».
Ο νεαρός στη φωτογραφία με το κοστούμι και τη γραβάτα είναι ο Μπομπ Μάρλεϊ.