Χαβάη, 1967.
Στη φωτογραφία, ο μπόμπιρας ήταν μόλις 6 χρονών και λάτρευε τους πειρατές.
Όταν μεγάλωσε, διάλεξε μια πιο ήρεμη ζωή.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια στη Νέα Υόρκη και μετά στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ.
Τώρα, έχει ξεχάσει τελείως τα περιπετειώδη όνειρα της παιδικής του ηλικίας και εργάζεται σε ένα οβάλ γραφείο.
Βέβαια, οι αποφάσεις του επηρεάζουν όλο τον πλανήτη.
Είναι ο Μπαράκ Ομπάμα, ο Πρόεδρος των Η.Π.Α.
Δίπλα του, είναι η μητέρα του, Αν Ντάναμ.
Ο πατέρας του λείπει απ’ τη φωτογραφία, όπως έλειπε και απ’ όλη του τη ζωή.
Τον έλεγαν κι εκείνο Μπαράκ Ομπάμα και ήταν ο πρώτος Αφρικανός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης.
Το 1960, όταν γνώρισε τη 18χρονη Αν Ντάναμ, ήταν 23 ετών και παντρεύτηκαν ένα χρόνο μετά.
Έξι μήνες και δύο μέρες μετά τον γάμο, γεννήθηκε ο Μπαράκ ο Νεότερος.
Τότε αποκαλύφθηκε, ότι ο μεγάλος Μπαράκ ήταν ήδη παντρεμένος και είχε δύο παιδιά.
Δεν υπήρχε όμως κανένα προβλημα.
Για να παντρευτεί δεύτερη φορά, είχε πάρει άδεια απ’ την Κενυάτισσα σύζυγό του.
Προερχόταν από τη φυλή Λούο, όπου επιτρέπεται η διγαμία.
Μετά τη γέννηση του Μπαράκ, η Αν μετακόμισε στο Σιάτλ και ο σύζυγός της συνέχισε τις σπουδές του στη Χαβάη.
Το 1963 πήραν διαζύγιο.
Έκτοτε, ο μικρός Ομπάμα είδε τον πατέρα του μόνο για ένα μήνα, το 1971.
Σε μεγαλύτερη ηλικία, έγραψε ένα βιβλίο για τον πατέρα του, με τον τίτλο «Όνειρα απ’ τον Πατέρα μου».
Έγραφε: «Θυμάμαι τον πατέρα μου μόνο από ένα μήνα, όταν ήμουν 10 χρονών.
Πολύ αργότερα, συνειδητοποίησα ότι εκείνος μου έδωσε την πρώτη μπάλα του μπάσκετ και τότε με έπιασε η μανία με το μπάσκετ.
Εκείνος με πήγε να ακούσω τζαζ και μετά κόλλησα με τη μουσική.
Η απουσία του με έκανε να θέλω να γίνω καλός πατέρας.
Επειδή δεν τον είχα εγώ, θέλω τα κορίτσια μου να ξέρουν, ότι ο πατέρας τους είναι πάντα δίπλα τους».
Ο πατέρας του πέθανε το 1982 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Η μητέρα του πέθανε το 1995, από καρκίνο των ωοθηκών.
Σε ομιλία του το 2007, είπε: «Η μητέρα μου ήταν 52 χρονών, όταν πέθανε από καρκίνο των ωοθηκών και ξέρετε τι σκεφτόταν τους τελευταίους μήνες της ζωής της;
Δεν την ένοιαζε η ανάρρωση, δε προσπαθούσε να συμφιλιωθεί με τον θάνατο.
Η διάγνωση βγήκε, ενώ έψαχνε να βρει δουλειά και δεν ήξερε αν η ασφάλειά της θα κάλυπτε τα ιατρικά έξοδα.
Ήμουν ένα ράκος. Την έβλεπα να παλεύει με τη γραφειοκρατία και τα νοσοκομεία.
Ξέρω πώς είναι να βλέπεις έναν αγαπημένο σου άνθρωπο να υποφέρει, εξαιτίας του κατεστραμμένου συστήματος υγείας».
Στις 23 Μαρτίου του 2010, υπέγραψε το «Obamacare», τον μεταρρυθμιστικό νόμο που παρέχει οικονομικά προσιτή ιατρική περίθαλψη στους Αμερικάνους.