Το όνομά της σημαίνει «ευγνώμων» στα αραβικά και της το έδωσε ο Λιβανέζος πατέρας της.
Από αυτόν κληρονόμησε την αγάπη της για τις λέξεις και την ποίηση.
Στα τέσσερα έγραψε το πρώτο της ποίημα και στα οχτώ ολοκλήρωσε τους στίχους για το πρώτο της τραγούδι.
Παράλληλα, άρχισε να ασχολείται με τον χορό και ιδιαίτερα τον χορό της κοιλιάς, που γνώρισε μέσω του ανατολίτη πατέρα της.
Στα 10 εντυπωσίασε τους κριτές σε ένα διαγωνισμό τραγουδιού και κέρδισε το πρώτο βραβείο.
Τρία χρόνια αργότερα υπέγραψε συμβόλαιο με δισκογραφική εταιρεία και κυκλοφόρησε δίσκο.
Οι πρώτες της προσπάθειες δεν ήταν πολύ πετυχημένες και επέλεξε να συγκεντρωθεί στα μαθήματά της και να αφήσει την καριέρα για αργότερα.
Επέστρεψε στο στούντιο για ηχογράφηση, αφού τελείωσε το σχολείο και ένιωθε πια έτοιμη να δημιουργήσει τον δικό της, ιδιαίτερο ήχο. Είχε έντονη επιρροή από τη ροκ μουσική, από λάτιν, αλλά και αραβικά κομμάτια.
Ο συνδυασμός αποδείχτηκε φοβερά πετυχημένος. Μέσα σε λίγα χρόνια, είχε κατακτήσει την Λατινική Αμερική και επεκτάθηκε στην Ευρώπη, όπου βρισκόταν σταθερά στις πρώτες θέσεις των μουσικών chart.
Απέμεναν μόνο οι Η.Π.Α., όπου δεν είχε ελπίδα να ξεχωρίσει χωρίς αγγλόφωνα τραγούδια.
Δημιούργησε το αγγλικό άλμπουμ με τη βοήθεια της Γκλόρια Έστεφαν, η οποία διόρθωνε τα αγγλικά της.
Πολλοί κριτικοί σχολίασαν αρνητικά την προσπάθειά της να γράψει σε μια ξένη γλώσσα, λόγω της έντονης προφοράς της ή επειδή πίστευαν ότι χανόταν ο φυσικός ρυθμός των λέξεων.
Παρ’ όλα αυτά, το πρώτο single που κυκλοφόρησε, με τίτλο «Whenever, Wherever» ξετρέλανε τους Αμερικάνους, οι οποίοι άρχισαν να λικνίζονται στους λατινο-αραβικούς ρυθμούς της.
Η εικονιζόμενη είναι ασφαλώς η Κολομβιανή Σακίρα.