Ο Γιάννης Μαρής θεωρείται κατά πολλούς ο θεμελιωτής της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Τσιριμώκος και υπήρξε συγγενής του Ηλία Τσιριμώκου, που διετέλεσε για ένα μικρό χρονικό διάστημα πρωθυπουργός το 1965.
Ο Μαρής, πολιτικοποιήθηκε σε νεαρή ηλικία προσχωρώντας στο ΕΑΜ.
Η αλλαγή του επωνύμου του σημειώθηκε κυρίως για να μην ταυτίζεται με τον ξάδελφό του, που κυριαρχούσε στη πολιτική ζωή.
Το ψευδώνυμο «Μαρής» ωστόσο προέκυψε τυχαία.
Μετά το τέλος του πολέμου ακολούθησε το επάγγελμα του δημοσιογράφου αρθρογραφώντας στην εφημερίδα «Μάχη».
Διέθετε φλογερή πένα, γεγονός το οποίο ενόχλησε και καθώς ήταν αριστερός εξορίστηκε την περίοδο του εμφυλίου στη Γυάρο.
Η εξορία δεν κράτησε πολύ και όταν επέστρεψε, εργάστηκε στις εφημερίδες Απογευματινή και Ακρόπολις.
Μετά τον Εμφύλιο απογοητεύτηκε από τις εξελίξεις και θεωρούσε ότι δεν υπήρχε ένα πραγματικά Σοσιαλιστικό κόμμα.
Συγχρόνως οι διαφωνίες του με την πορεία της Αριστεράς τον οδήγησαν στην απόφαση να μην ασχοληθεί ξανά με την πολιτική.
Εξαίρεση αποτελεί μόνο η συμμετοχή του στις έρευνες για τη διελεύκανση της δολοφονίας του Γρηγορίου Λαμπράκη.
Από το 1953 ο Μαρής, παράλληλα με τη δημοσιογραφία θα ασχοληθεί με ένα διαφορετικό είδος γραφής: Το αστυνομικό μυθιστόρημα.
Η αρχή γίνεται με το περίφημο Έγκλημα στο Κολωνάκι στο περιοδικό «Οικογένεια», το οποίο ήταν εικονογραφημένο.
Η επιτυχία ήταν άμεση και το μυθιστόρημα δεν άργησε να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνιστές τους Χρήστο Τσαγανέα, Μάρω Κοντού, Διονύση Παπαγιαννόπουλο και Ανδρέα Μπάρκουλη.
Στη συνέχεια, το 1954 δημοσίευσε στην Απογευματινή, επίσης σε συνέχειες, το Έγκλημα στα παρασκήνια. Ακολούθησαν δεκάδες μυθιστορήματα με πιο γνωστά τη Μελωδία του θανάτου, Μπούμερανγκ, Έγκλημα στη Μύκονο, Το καλοκαίρι του φόβου, Εκείνη τη νύχτα, Μία γυναίκα από το παρελθόν, Ζήτημα ζωής και θανάτου και άλλα.
Το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν αποτελούσε κάτι πρωτοφανές για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς ήδη από τα χρόνια του Μεσοπολέμου δημοσιεύονταν είτε αυτοτελή είτε σε συνέχειες, ιστορίες Ελλήνων και ξένων συγγραφέων σε εφημερίδες. Όμως τα μυθιστορήματα του Μαρή έγιναν ανάρπαστα και ξεχώρισαν για την πλοκή και τους χαρακτήρες τους.
Η δημοσίευση κυρίως των πρώτων μυθιστορημάτων του στην Απογευματινή, διαβάστηκαν από χιλιάδες αναγνώστες και βοήθησε να γίνουν εξαιρετικά δημοφιλή.
Στα περισσότερα μυθιστορήματά του, ήρωας ήταν ο Αστυνόμος Γιώργος Μπέκας.
Σαν φιγούρα ερχόταν σε αντίθεση με τους λαμπερούς πρωταγωνιστές των βιβλίων, του οι οποίοι ενσάρκωναν την αστική τάξη της μεταπολεμικής Αθηναϊκής κοινωνίας.
Ο Μπέκας ήταν κοντός, εύσωμος, με μουστάκι και παλιομοδίτικο ντύσιμο. Δεν ήταν όμορφος και λαμπερός, αλλά ένας πανέξυπνος και πολύστροφος αστυνομικός, που με ευφυΐα και συστηματική έρευνα έλυνε τα εγκλήματα.
Μέσα από τα μυθιστορήματα του Γιάννη Μαρή αντικατοπτρίζεται η κοσμική Αθήνα του ’50 και του ’60.
Πρωταγωνιστές συνήθως είναι εφοπλιστές, μοιραίες γυναίκες, τυχοδιώκτες, δωσίλογοι της Κατοχής αλλά και καλλιτέχνες.
Μέσα από την αστυνομική πλοκή ο συγγραφέας ξεδίπλωνε τη μεταπολεμική Αθήνα, καθιερώνοντας ουσιαστικά και το λεγόμενο «αθηναϊκό μυθιστόρημα». Η απλή και μεστή γραφή του μαγνήτισαν το αναγνωστικό κοινό.
Έγραφε πάντοτε χειρόγραφα και σπάνια χρησιμοποιούσε γραφομηχανή, ενώ ποτέ δεν κρατούσε σημειώσεις. Αν και ορισμένοι τον είχαν χαρακτηρίσει υποτιμητικά«ευπώλητο», δηλαδή απλά εμπορικό, ο ίδιος δεν ενοχλούταν από αυτόν τον χαρακτηρισμό καθώς χαιρόταν για την απήχηση των βιβλίων του.
Σύντομα οι ιστορίες του σταμάτησαν να δημοσιεύονται στην Απογευματινή και άρχισαν να εκδίδονται από τις εκδόσεις Ατλαντίς ενώ έγιναν σενάριο και άλλων ταινιών.
Αναμφισβήτητα τα βιβλία του σε αρκετές σελίδες τους είναι μια «φωτογραφία» της εποχής.
Ωστόσο δεν εγκατέλειψε ποτέ τη δημοσιογραφία και πέθανε το Νοέμβριο του 1979.