Φεβρουάριος 1991. Ο αμερικάνος λοχίας Κεν Κοζακίεβιτς κλαίει όταν μαθαίνει ότι δίπλα του κείτεται το πτώμα του φίλου και συγκάτοικού του, Άντι Αλάνιζ.
Ανάμεσά τους, με τα μάτια καλυμμένα με γάζες, βρίσκεται ο ελληνικής καταγωγής δεκανέας Μάικ Τσαγκαράκης.
Ήταν η τελευταία μέρα του πολέμου στον Περσικό Κόλπο. Ο πόλεμος είχε ουσιαστικά λήξει όταν ο 20χρονος Αλάνιζ έχασε τη ζωή του από ένα στρατιωτικό λάθος.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, κάλεσε να γίνει λήξη πυρός στις 27 Φεβρουαρίου.
Ωστόσο, υπήρχε ακόμα μία αποστολή για τη μονάδα του πυροβολικού, που υπηρετούσε ο Κοζακίεβιτς μαζί με τον Αλάνιζ.
Έπρεπε να ερευνήσουν και να καταστρέψουν ό,τι εξοπλισμό είχε απομείνει στη βάση της αποκαλούμενης «ελίτ φρουράς» του Σαντάμ Χουσείν.
Ο Κοζακίεβιτς βρισκόταν σε ένα από τα τρία οχήματα που πλησίαζαν τη βάση όταν δέχτηκαν επίθεση.
Δεν πρόλαβαν καν να αντιδράσουν στις ριπές. Το αποτέλεσμα ήταν δύο νεκροί, οχτώ τραυματίες.
Τα πυρά ήταν φίλια. Προέρχονταν από αμερικάνικο τανκ που νόμισε ότι τα οχήματα ανήκαν στον εχθρό.
Από τους επιζώντας, οι δύο έχασαν το πόδια τους και ένας άλλος το μάτι του.
Ο Κοζακίεβιτς ήταν τυχερός. Έσπασε τον αριστερό του καρπό.
Τραυματίες και νεκροί φορτώθηκαν στα ελικόπτερα που θα τους μετέφεραν σε ασφαλές μέρος.
Εκεί έμαθε ο Κοζακίεβιτς τι απέγινε ο καλύτερός του φίλος. Τη στιγμή αυτή απαθανάτισε ο φωτογράφος Ντέιβιντ Τέρνλι, ο οποίος κέρδισε το βραβείο World Press Photo of the Year.
Η εικόνα δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 1991 στο περιοδικό Life, με την εξής λεζάντα:
“Αν μία εμπειρία μπορούσε να περιγράψει τον πόνο του πολέμου, αυτή θα ήταν ο χαμός ενός φίλου. Αν μία φωτογραφία μπορούσε να περιέχει τη φρίκη του πολέμου, θα ήταν αυτή. Ήταν η οδύνη στο πρόσωπο του Κοζακίεβιτ που κοιτούσε απ’ τα πρωτοσέλιδα δεκάδων εφημερίδων, αυτή που έβγαλε το πέπλο της αθωότητας απ’ τη νίκη και επιβεβαίωσε, για ακόμα μία φορά, ότι δεν υπάρχει πόλεμος χωρίς φρίκη”.
Ο Κοζακίεβιτς έκλαψε ξανά όταν είδε τη φωτογραφία, καθώς ανάρρωνε στη Γερμανία. Ήταν η τελευταία φορά.
Ακολούθησε μία θριαμβευτική υποδοχή στις ΗΠΑ, αφού είχε γίνει το σύμβολο του πολέμου. Ξένοι τον αγκάλιαζαν και επευφημούσαν.
Γρήγορα όλα αυτά ξεχάστηκαν και ο Κοζακίεβιτς έφτασε στα όρια του αλκοολισμού για να ξεπεράσει τους εφιάλτες του.
Η μητέρα του ήταν περήφανη για τη φωτογραφία, αλλά ο ίδιος δεν αναφερόταν ποτέ σε αυτήν, ούτε στις εμπειρίες του πολέμου.
Μιλούσε μόνο με τον Μάικ Τσαγκαράκη, με τον οποίον συναντιόταν κάθε δύο χρόνια στους γιατρούς που τους εξέταζαν για υπολείμματα ουρανίου.
Και οι δύο αντιμετώπιζαν ψυχολογικά και οικονομικά προβλήματα, είχαν χωρίσει απ’ τις συζύγους τους, δεν είχαν παιδιά και είχαν σκεφτεί να αυτοκτονήσουν.
Σταδιακά, με τη βοήθεια ψυχιάτρου, οι στρατιώτες άρχισαν να επανέρχονται.
Ωστόσο, ο Κοζακίεβιτς δεν νιώθει έτοιμος να συναντήσει την κόρη του φίλου του Αλάνιζ, που γεννήθηκε στις 13 Μαΐου 1991, τρεις μήνες μετά τον θάνατό του.
Ο Αλάνιζ και η σύζυγός του πέρασαν μόλις δύο βδομάδες μαζί πριν να φύγει για τον πόλεμο. Δεν βρέθηκαν ποτέ ξανά μαζί.