Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν χρησιμοποιηθεί πολλά ζώα, όπως άλογα, μουλάρια, σκύλοι και περιστέρια. Όμως, η ευαισθησία τους στα δηλητηριώδη αέρια ήταν τόσο μεγάλη, ώστε έπρεπε να βρεθεί τρόπος προστασίας.
Όπως φαίνεται και στη φωτογραφία, η οποία τραβήχτηκε το 1916, οι Γερμανοί στρατιώτες εξόπλιζαν τα μουλάρια με ειδικές αντιασφυξιογόνες μάσκες, οι οποίες κάλυπταν το ρύγχος από την εισπνοή αερίων, όπως το φωσγένιο.
Θεωρούσαν -εσφαλμένα- ότι τα μάτια των ζώων δεν επηρεάζονταν, ούτε δάκρυζαν από τις διάφορες χημικές ουσίες.
Για αυτό το λόγο, οι μάσκες τους ήταν με τέτοιο τρόπο κατασκευασμένες, ώστε να προστατεύουν μόνο τις μουσούδες και το στόμα τους.
Όπως αποδείχτηκε όμως, τα μάτια τους ήταν ευάλωτα στο χλώριο, επομένως και στα αέρια που παράγονταν από αυτό.
Από το ένα εκατομμύριο βρετανικά μουλάρια που στάλθηκαν στον πόλεμο για να βοηθήσουν τα στρατεύματα, μόνο 62.000 κατάφεραν να επιβιώσουν.
Ουκ ολίγα ζώα βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή και θυσιάστηκαν μαζί με τους στρατιώτες.
Πολλά από αυτά μάλιστα υπέφεραν μέχρι να καταλήξουν, παρατημένα στα δάση, με τα όρνια και τα άγρια ζώα να τα κατασπαράζουν.
Μέχρι και τη λήξη του πολέμου, τα ζώα αυτά αποδείχτηκαν κομβικής σημασίας, ως μέρος της όλης πολεμικής προσπάθειας.
Άλογα, γάιδαροι, μουλάρια, ακόμη και καμήλες μετέφεραν τρόφιμα, νερό και πολεμοφόδια στους πολεμιστές της πρώτης γραμμής.
Σκυλιά και περιστέρια χρησιμοποιούντο για την προώθηση μηνυμάτων, ενώ γάτες εκπαιδεύονταν για να κυνηγάνε αρουραίους στα χαρακώματα.
Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, έχει διαπιστωθεί πως και τα καναρίνια ήταν επίσης πολύτιμα, αφού μπορούσαν να ανιχνεύσουν δηλητηριώδη αέρια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Ο αγώνας των ανθρακωρύχων ώστε οι σύντροφοί τους, τα άλογα, να έχουν δικαιώματα. Οι Έλληνες εργάτες στις στοές του Βελγίου πρωτοστάτησαν, ώστε τα περήφανα ζώα να έχουν στάβλους και όταν γερνούν να γλυτώνουν το σφαγείο…