Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη πιθανόν το 1870 στην Αμερική. Ένας άνθρωπος βρίσκεται στην κορυφή ενός λόφου που σχηματίζουν χιλιάδες κρανία από βίσονες και κρατάει ένα από αυτά στο χέρι του. Ένας δεύτερος ποζάρει στηρίζοντας το πόδι του πάνω σε ένα κρανίο.
Είναι μόνο ένα δείγμα της μαζικής εξόντωσης που υπέστησαν τα ζώα. Οι Βίσονες είναι τα μεγαλύτερα θηλαστικά της Αμερικής, ζούνε σε κοπάδια και φημίζονται για το νόστιμο κρέας τους.
Μέχρι τον 18ο αιώνα υπολογίζεται ότι εκατομμύρια βίσονες ζούσαν στην Αμερική . Έναν αιώνα αργότερα, μόνο μερικές χιλιάδες είχαν καταφέρει να επιζήσουν.
Οι βίσονες ήταν η κύρια πηγή τροφής των Ινδιάνων για χιλιάδες χρόνια. Έτρωγαν το κρέας τους και χρησιμοποιούσαν τα κόκκαλά τος για να φτιάξουν εργαλεία και όπλα.
Ωστόσο, το είδος απειλήθηκε από τους Ευρωπαίους που αποίκησαν τον νέο κόσμο.
Όταν οι λευκοί έφτασαν στην Αμερική, ξεκίνησαν να εμπορεύονται μεγάλες ποσότητες από το κρέας τους. Με τα κόκαλα έφτιαχναν λίπασμα και με το δέρμα, ρούχα.
Εκτός από την εμπορική τους αξία, οι βίσονες εξολοθρεύτηκαν για έναν ακόμα λόγο. Γιατί οι Αμερικάνοι ήθελαν να εκτοπίσουν τους Ινδιάνους. Αν τους στερούσαν τη βασική πηγή τροφή τους, θα δυσκολεύονταν να επιβιώσουν. Όπως και έγινε.
Μάλιστα ο αμερικάνικος στρατός προέτρεπε τους κυνηγούς να σκοτώνουν τους βίσονες, δίνοντας τους χρήματα.
Ο πιο γνωστός κυνηγός βισόνων ήταν ο Μπάφαλο Μπιλ, ο οποίος κατά τη διάρκεια του αμερικανικού εμφυλίου είχε αναλάβει την τροφή των εργατών και σκότωσε σε δεκαεπτά μήνες 4.280 βίσονες. Το προσωνύμιο «Μπάφαλο Μπιλ» του το έδωσαν όταν σκότωσε σε οχτώ ώρες 68 βίσονες.
Αρχές του 20ου αιώνα οι αμερικάνικες κυβερνήσεις πήραν τα απαραίτητα μέτρα και πλέον υπολογίζεται πως στην Αμερική ζουν 500.000 χιλιάδες βίσονες, εκ των οποίων οι μισοί ζουν στον Καναδά. Τελικά είχαν σχετικά καλύτερη τύχη από τους Ινδιάνους.