Τα πρώτα βήματα: Οι κορσέδες που είδε στην ντουλάπα της γιαγιάς του, αποτέλεσαν την πρώτη πηγή έμπνευσης για να σχεδιάσει ρούχα σε εφηβική ηλικία. Ο λόγος για τον αυτοδίδακτο μετρ της μόδας Ζαν Πολ Γκοτιέ που άφησε ιστορία στην πασαρέλα με τις επαναστατικές και ανατρεπτικές του δημιουργίες.
Ο Γκοτιέ γεννήθηκε στις 24 Απριλίου του 1952 σε ένα προάστιο του Παρισιού. Ο πατέρας του ήταν λογιστής και η μητέρα του ταμίας. Από πολύ μικρός του άρεσε να διαβάζει περιοδικά μόδας και να σχεδιάζει τα δικά του σκίτσα με ρούχα.
Πηγή έμπνευσης αποτέλεσαν και οι ιστορίες που του έλεγε για τις γυναίκες στις αρχές του αιώνα, που έσφιγγαν τους κορσέδες για να φαίνεται ότι έχουν πιο λεπτή μέση. Έφηβος πια, χρησιμοποιούσε τη φαντασία του για να γλιτώνει το σχολείο και να μένει σπίτι να σχεδιάζει ρούχα και να μαθαίνει τα μυστικά του μακιγιάζ και της κομμωτικής από τη γιαγιά.
Σε ηλικία 17 ετών ανακοίνωσε στους γονείς του ότι ήθελε να γίνει σχεδιαστής και να μετακομίσει στο Παρίσι και εκείνοι έπαθαν σοκ. Ζήτησαν τη συμβουλή ενός ζωγράφου που ζούσε στην ίδια γειτονιά, εάν είναι φυσιολογικό να έχουν έναν γιο που σχεδιάζει γυναικεία ρούχα.
Στα 18 του χρόνια, ο Γκοτιέ έπιασε δουλειά ως βοηθός σχεδιαστή στον οίκο Πιερ Καρντέν. Ύστερα από μερικούς μήνες τον έδιωξαν, γιατί εξαντλήθηκε από την πολλή δουλειά και ταυτοχρόνως από το διάβασμα για το σχολείο. Η ενασχόληση του όμως στον οίκο Καρντέν, τον εισήγαγε στην έννοια της «ανακύκλωσης» στη μόδα που αποτέλεσε τη βασική αρχή των δημιουργιών του. «Μπορείς να μαζέψεις από το δρόμο ένα πεταμένο κομμάτι ύφασμα και να το μετατρέψεις σε παπούτσι» του έλεγε ο Καρντέν.
Η επιτυχημένη πορεία
Όταν αποφάσισε να παρουσιάσει την πρώτη προσωπική κολεξιόν σε ηλικία 24 ετών, το κατεστημένο της μόδας τον αγνόησε και εκείνος ανίκανος να βρει χρηματοδότη στη Γαλλία, στράφηκε στην Ιαπωνία.
Η πρώτη του επίδειξη με θέμα «Τζέιμς Μποντ» το 1980, πραγματοποιήθηκε χάρη στα γεν και του χάρισε το τίτλο «το τρομερό παιδί» της μόδας.
Τότε ξεκίνησε να σχεδιάζει αρκετές συλλογές και να κάνει επιδείξεις, όπου διασταυρώθηκαν η μόδα του δρόμου με τα ατελιέ της υψηλής ραπτικής.
Φόρεσε στις γυναίκες σκληρά δερμάτινα μπουφάν, φούστες με κρινολίνο και πάνινα παπούτσια.
Έβαλε τους κορσέδες στα φορέματα υψηλής ραπτικής, ενώ το 1985 πρωτοπαρουσίασε τις φούστες για άντρες, ανατρέποντας τα στερεότυπα των φύλων ή τουλάχιστον το προσπάθησε.
Στην πασαρέλα χρησιμοποιούσε μοντέλα με τατουάζ και πίρσινγκ, εύσωμες γυναίκες και ηλικιωμένους άνδρες, τραβώντας την προσοχή και προκαλώντας έντονες κριτικές, θετικές και αρνητικές.
Το 1988 αποφάσισε να διευρύνει το επαγγελματικό του πεδίο. Έβγαλε ένα σινγκλ με το κομμάτι «How to do that?», στο οποίο ακούγονται αποσπάσματα από συνέντευξη του σχεδιαστή στο BBC, μιξαρισμένα τυχαία. Στο βιντεοκλίπ του τραγουδιού, ο Γκοτιέ υποτίθεται ότι πιέζεται από έναν αόρατο δημοσιογράφο που του ζητεί συγκεκριμένες απαντήσεις στα «γιατί;» της μόδας.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ο Γκοτιέ υπέστη μια προσωπική και επαγγελματική απώλεια, όταν η σύντροφός του Φρανσίς Μενούγκ πέθανε από AIDS. Παρόλα αυτά δεν το έβαλε κάτω και συνέχισε την ανατρεπτική του πορεία στον χώρο της μόδας.
Η περιοδεία «Blond Ambition» της Μαντόνα του έδωσε την ευκαιρία να σχεδιάσει το διάσημο κωνικό σουτιέν.
«Το μπούστο τρυπάει σχεδόν το σακάκι. Είναι ένας συνδυασμός δύναμης και αισθησιασμού», είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο Γκοτιέ «υπέγραψε» το πρώτο του άρωμα ενώ έκανε την δική του τηλεοπτική εκπομπή με τίτλο «Eurotrash».
Το 1999 συνεργάστηκε με τον γαλλικό οίκο μόδας Hermes, αγοράζοντας το 35% των μετοχών της εταιρείας.
Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους, ο Γκοτιέ έγινε καλλιτεχνικός διευθυντής της εταιρείας και σχεδίαζε παράλληλα και δικά του ρούχα.
Προσέθεσε και άλλα αρώματα στη συλλογή του, ενώ λάνσαρε μια σειρά ρούχων για παιδιά. Κατάφερε να γίνει ο αγαπημένος σχεδιαστής πολλών διασημοτήτων, όπως της Ναόμι Γουότς, της Νικόλ Κίντμαν και της Μαριόν Κοτιγιάρ, ενώ σχεδίασε τα κοστούμια για πολλές κινηματογραφικές ταινίες, όπως «Το πέμπτο στοιχείο», «Κίκα», «Η πόλη των χαμένων παιδιών» κλπ.
Μετά από σχεδόν 40 χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2014, ο διάσημος δημιουργός κατέβασε ρολά….
«Οι εμπορικοί περιορισμοί, καθώς και ο φρενήρης ρυθμός των κολεξιόν δεν αφήνουν την ελευθερία ούτε και τον απαραίτητο χρόνο για φρέσκιες ιδέες και καινοτομίες. Αυτή είναι μια νέα αρχή, όπου θα έχω τη δυνατότητα να εκφράσω ξανά τη δημιουργικότητά μου πλήρως και χωρίς περιορισμούς», εξήγησε ο 62χρονος σταρ της μόδας, ο οποίος θα συνεχίσει να δημιουργεί κομμάτια της Υψηλής Ραπτικής .