Το κείμενο έστειλε ο αναγνώστης μας Αναστάσιος-Σπυρίδων Μαλεσιάδας
Μόσχα, χειμώνας του 1941.
Ύστερα από την εισβολή και την προέλασή τους στην ενδοχώρα, οι γερμανικές δυνάμεις βρίσκονταν στα πρόθυρα της σοβιετικής πρωτεύουσας.
Κάθε εφεδρεία του Κόκκινου Στρατού έσπευδε να υπερασπιστεί την Μόσχα και να αποτρέψει την κατάληψή της από τη Βέρμαχτ. Άνδρες από τα Ουράλια, τη Μογγολία, τις στέπες και τον Καύκασο συγκεντρώνονταν για να σωθεί η πόλη.
Αυτές τις σκοτεινές στιγμές, δεν υπήρχαν εξαιρέσεις ανδρών από την υπηρεσία, κάθε άνδρας ήταν πολύτιμος. Ανάμεσά τους και ο ποιητής Αλεξέι Αλεξάντροβιτς Σουρκόφ.
Στρατιώτης, δημοσιογράφος, ποιητής, πολεμικός ανταποκριτής
Ο ποιητής Αλεξέι Αλεξάντροβιτς Σουρκόφ, γεννήθηκε το 1899 στο Γιάροσλαβ από αγροτική οικογένεια. Τα πρώτα του ποιήματα εκδόθηκαν το 1918 και την ίδια χρονιά κατατάχτηκε στον Κόκκινο Στρατό, στο πλαίσιο του ρωσικού εμφυλίου και ύστερα του ρωσο-πολωνικού πολέμου.
Πολέμησε ως το 1922 ως πολυβολητής του ιππικού. Στο Μεσοπόλεμο, ασχολήθηκε με την δημοσιογραφία και καταξιώθηκε ως ποιητής λαμβάνοντας πολλές τιμητικές διακρίσεις.
Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες, συγγραφείς και δημοσιογράφοι, αντί για όπλα έπιασαν τις πένες, τα καβαλέτα, τα μουσικά όργανα και στρατεύτηκαν στην υπηρεσία της προπαγάνδας και της τόνωσης του ηθικού των στρατευμάτων.
Ο Σουρκόφ τότε υπηρετούσε ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας του Κόκκινου Στρατού. Μετέβη στην πρώτη γραμμή του μετώπου και πολλές φορές βρέθηκε εκτεθειμένος στα πυρά των Γερμανών.
Την ίδια εποχή, εξέδωσε αρκετές ποιητικές συλλογές με κυριότερη θεματική ως ήταν φυσικό, τον πόλεμο, την αγάπη και τις απώλειες των συντρόφων του.Η «Ζεμλιάνκα»
Κατά τις μάχες περιμετρικά της Μόσχας και πριν την αντεπίθεση των Σοβιετικών που έσωσε την πρωτεύουσα, ο Σουρκόφ έγραψε το περίφημο ποίημά του «Ζεμλιάνκα», που σημαίνει όρυγμα, οχυρή κατασκευή στο ύπαιθρο, με σκέπαστρο. Η ρωσική λέξη «ζεμλιά» σημαίνει «έδαφος» ή «γη» και με την κατάληξή της αυτή συμβολίζει και τη γυναίκα που είναι το γόνιμο έδαφος της Ρωσίας.
Η NKVD, η Μυστική Αστυνομία Εσωτερικών Υποθέσεων, η οποία έδρασε ως στρατιωτική αστυνομία κατά τη διάρκεια του πολέμου, με παραινέσεις και οδηγίες του γενικού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιωσήφ Στάλιν, λογόκρινε από τα γράμματα των οπλιτών που αποστέλλονταν από το μέτωπο στις οικογένειες, μέχρι και βιβλία ή τραγούδια.
Όσο διεξάγονταν οι μάχες για την υπεράσπιση της πόλης, ο Σουρκόφ έγραψε το ποίημα και ο συνθέτης Κονσταντίν Λιστόφ το μελοποίησε.
Εξαπλώθηκε ταχύτατα στα χείλη των στρατιωτών και σύντομα, έγινε το αγαπημένο τραγούδι της πρώτης γραμμής του μετώπου. Από το Λένινγκραντ έως τη Μόσχα και από την Ουκρανία έως τις ατελείωτες πεδιάδες, οι άνδρες στα ορύγματά τους τραγουδούσαν τη «Ζεμλιάνκα». Όπως ακριβώς και οι Γερμανοί την «Λιλί Μαρλέν». Τα λόγια του τα συνόδευε μόλις ένα ακορντεόν (όπως το αναφέρει και το ποίημα), καθώς κάθε λόχος είχε τουλάχιστον ένα στην κατοχή του:Η φωτιά τρεμοπαίζει στο στενό καμίνι
το ρετσίνι στάζει από το ξύλο, σαν δάκρυ
και το ακορντεόν μες στο καταφύγιο
μου τραγουδά για το χαμόγελο και τα μάτια σου.Οι θάμνοι μου ψιθυρίζουν για σένα
σε ένα χιονισμένο τοπίο κοντά στη Μόσχα
πάνω απ’ όλα όμως θέλω ν’ ακούσεις
πόσο λυπημένη είναι η ζωντανή φωνή μου.Τώρα, είσαι πολύ μακριά,
μας χωρίζουν απάτητα χιόνια
είναι τόσο δύσκολο να ‘ρθω να σε βρω
μόνο τέσσερα βήματα απέχει ο θάνατος ΄δω…Τραγούδα ακορντεόν, σε πείσμα της χιονοθύελλας
φώναξε την ευτυχία, που έχασε το δρόμο της
ζεσταίνομαι μέσα στο κρυφό καταφύγιο
από την άσβεστη αγάπη σου.
Ύστερα από την εισβολή και την προέλασή τους στην ενδοχώρα, οι γερμανικές δυνάμεις βρίσκονταν στα πρόθυρα της σοβιετικής πρωτεύουσας.
Κάθε εφεδρεία του Κόκκινου Στρατού έσπευδε να υπερασπιστεί την Μόσχα και να αποτρέψει την κατάληψή της από τη Βέρμαχτ. Άνδρες από τα Ουράλια, τη Μογγολία, τις στέπες και τον Καύκασο συγκεντρώνονταν για να σωθεί η πόλη.
Αυτές τις σκοτεινές στιγμές, δεν υπήρχαν εξαιρέσεις ανδρών από την υπηρεσία, κάθε άνδρας ήταν πολύτιμος. Ανάμεσά τους και ο ποιητής Αλεξέι Αλεξάντροβιτς Σουρκόφ.
Στρατιώτης, δημοσιογράφος, ποιητής, πολεμικός ανταποκριτής
Ο ποιητής Αλεξέι Αλεξάντροβιτς Σουρκόφ, γεννήθηκε το 1899 στο Γιάροσλαβ από αγροτική οικογένεια. Τα πρώτα του ποιήματα εκδόθηκαν το 1918 και την ίδια χρονιά κατατάχτηκε στον Κόκκινο Στρατό, στο πλαίσιο του ρωσικού εμφυλίου και ύστερα του ρωσο-πολωνικού πολέμου.
Πολέμησε ως το 1922 ως πολυβολητής του ιππικού. Στο Μεσοπόλεμο, ασχολήθηκε με την δημοσιογραφία και καταξιώθηκε ως ποιητής λαμβάνοντας πολλές τιμητικές διακρίσεις.
Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες, συγγραφείς και δημοσιογράφοι, αντί για όπλα έπιασαν τις πένες, τα καβαλέτα, τα μουσικά όργανα και στρατεύτηκαν στην υπηρεσία της προπαγάνδας και της τόνωσης του ηθικού των στρατευμάτων.
Ο Σουρκόφ τότε υπηρετούσε ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας του Κόκκινου Στρατού. Μετέβη στην πρώτη γραμμή του μετώπου και πολλές φορές βρέθηκε εκτεθειμένος στα πυρά των Γερμανών.
Την ίδια εποχή, εξέδωσε αρκετές ποιητικές συλλογές με κυριότερη θεματική ως ήταν φυσικό, τον πόλεμο, την αγάπη και τις απώλειες των συντρόφων του.Η «Ζεμλιάνκα»
Κατά τις μάχες περιμετρικά της Μόσχας και πριν την αντεπίθεση των Σοβιετικών που έσωσε την πρωτεύουσα, ο Σουρκόφ έγραψε το περίφημο ποίημά του «Ζεμλιάνκα», που σημαίνει όρυγμα, οχυρή κατασκευή στο ύπαιθρο, με σκέπαστρο. Η ρωσική λέξη «ζεμλιά» σημαίνει «έδαφος» ή «γη» και με την κατάληξή της αυτή συμβολίζει και τη γυναίκα που είναι το γόνιμο έδαφος της Ρωσίας.
Η NKVD, η Μυστική Αστυνομία Εσωτερικών Υποθέσεων, η οποία έδρασε ως στρατιωτική αστυνομία κατά τη διάρκεια του πολέμου, με παραινέσεις και οδηγίες του γενικού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιωσήφ Στάλιν, λογόκρινε από τα γράμματα των οπλιτών που αποστέλλονταν από το μέτωπο στις οικογένειες, μέχρι και βιβλία ή τραγούδια.
Όσο διεξάγονταν οι μάχες για την υπεράσπιση της πόλης, ο Σουρκόφ έγραψε το ποίημα και ο συνθέτης Κονσταντίν Λιστόφ το μελοποίησε.
Εξαπλώθηκε ταχύτατα στα χείλη των στρατιωτών και σύντομα, έγινε το αγαπημένο τραγούδι της πρώτης γραμμής του μετώπου. Από το Λένινγκραντ έως τη Μόσχα και από την Ουκρανία έως τις ατελείωτες πεδιάδες, οι άνδρες στα ορύγματά τους τραγουδούσαν τη «Ζεμλιάνκα». Όπως ακριβώς και οι Γερμανοί την «Λιλί Μαρλέν». Τα λόγια του τα συνόδευε μόλις ένα ακορντεόν (όπως το αναφέρει και το ποίημα), καθώς κάθε λόχος είχε τουλάχιστον ένα στην κατοχή του:Η φωτιά τρεμοπαίζει στο στενό καμίνι
το ρετσίνι στάζει από το ξύλο, σαν δάκρυ
και το ακορντεόν μες στο καταφύγιο
μου τραγουδά για το χαμόγελο και τα μάτια σου.Οι θάμνοι μου ψιθυρίζουν για σένα
σε ένα χιονισμένο τοπίο κοντά στη Μόσχα
πάνω απ’ όλα όμως θέλω ν’ ακούσεις
πόσο λυπημένη είναι η ζωντανή φωνή μου.Τώρα, είσαι πολύ μακριά,
μας χωρίζουν απάτητα χιόνια
είναι τόσο δύσκολο να ‘ρθω να σε βρω
μόνο τέσσερα βήματα απέχει ο θάνατος ΄δω…Τραγούδα ακορντεόν, σε πείσμα της χιονοθύελλας
φώναξε την ευτυχία, που έχασε το δρόμο της
ζεσταίνομαι μέσα στο κρυφό καταφύγιο
από την άσβεστη αγάπη σου.
Μόλις άκουσαν οι αξιωματικοί των Πολιτικών Τμημάτων το τραγούδι, το απαγόρευσαν σύμφωνα με τις εντολές του Στάλιν, χαρακτηρίζοντάς το μάλιστα «αντιπατριωτικό και απαισιόδοξο, καθότι δείχνει στους στρατιώτες πως μόνο θάνατος τους περιμένει και έτσι τους στερεί το πολεμικό πνεύμα».
Το τραγούδι τυπικά απαγορευόταν να αναπαράγεται, γι΄αυτό, όταν οι στρατιώτες το τραγουδούσαν, μπορούσαν να τιμωρηθούν για πειθαρχικό παράπτωμα από τους κομισάριους ή τους αξιωματικούς τους. Φυσικά, η απαγόρευση δεν μπόρεσε να εξαλείψει την διάθεση των στρατιωτών να το τραγουδήσουν και καμία τιμωρία δεν στάθηκε αρκετή μπροστά στην ανάγκη των ανδρών να εκφράσουν τα συναισθήματά τους.
Αναστάσιος-Σπυρίδων Μαλεσιάδας
Ιστορικός Ερευνητής
Όσοι αναγνώστες επιθυμούν να στέλνουν κείμενα μπορούν να μας τα στέλνουν στη διεύθυνση: [email protected] Εφόσον τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις, που έχουν να κάνουν με το ύφος της ιστοσελίδας, θα δημοσιεύονται. Η ΜτΧ δεν ευθύνεται για τυχόν ανακρίβειες στα κείμενα των αναγνωστών