Η φωτογραφία είναι από μια πασίγνωστη και πολύβουη συνοικία της Αθήνας.
Στις μέρες μας η κεντρική λεωφόρος είναι συνήθως γεμάτη με αυτοκίνητα ενώ διαθέτει πολλά μπαρ, εστιατόρια και καφετέριες.
Στο παρελθόν στον ίδιο δρόμο γινόταν «νυφοπάζαρο», αφού νέοι και νέες από όλες τις γύρω περιοχές έκαναν εκεί τη βόλτα τους, γνωρίζονταν μεταξύ τους και δεν ήταν λίγες οι φορές που πολλοί κατέληγαν στον γάμο.
Στο πιο κεντρικό σημείο της περιοχής, στον αριθμό 109 της λεωφόρου υπάρχει ένας ιστορικός κινηματογράφος, που λειτουργεί από το 1925 και είναι από τους παλιότερους των Αθηνών.
Το λέει άλλωστε και η πινακίδα στην είσοδο «Από το 1925, ψυχαγωγεί και τέρπει».
Είναι ο κινηματογράφος Παλλάς στο Παγκράτι.
Στις αίθουσές του, μια κλειστή και μια θερινή στην ταράτσα, έχουν προβληθεί χιλιάδες ταινίες.
Τις δεκαετίες 1950 και 1960 γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του και έκοβε περίπου 5000 εισιτήρια την ημέρα, ειδικά τα καλοκαίρια που λειτουργούσαν και οι δύο αίθουσες!
Οι επιδόσεις αυτές είναι εξωπραγματικές για τους σημερινούς κινηματογράφους, ακόμα και γι αυτούς που λειτουργούν μέσα σε πολυπληθή εμπορικά κέντρα με χώρους μαζικής εστίασης.
Ο ιδιοκτήτης του κ. Ματθαίος Πόταγας παρά τα 90 του χρόνια, δεν το βάζει κάτω και δηλώνει πως όσο είναι στη ζωή, το Παλλάς θα λειτουργεί και θα προβάλλει ταινίες. Και μέχρι στιγμής, το κάνει.
«Σινέ Παλλάς. Λεωφόρος Υμηττού 109 στο κέντρο του Παγκρατίου, όπου και το σιντριβάνι», αναφέρει στο ηχογραφημένο μήνυμα ο 90χρονος κ.Πόταγας, που συνεχίζει με τις προβολές των ταινιών, οι οποίες εξακολουθούν να είναι τρεις ημερησίως σε πείσμα των καιρών.
Οι αναμνήσεις του ιδιοκτήτη, ο οποίος διαδέχτηκε τον πατέρα του και ανέλαβε τα ηνία της επιχείρησης το 1953, είναι πολλές.
Σαν μικρό παιδάκι πρόλαβε τη γειτονιά με χωματόδρομους και κάρα.
Σε συνέντευξή του στο penna.gr ανέφερε πως κάποτε ένας Γερμανός τουρίστας που βρέθηκε στην Ελλάδα για διακοπές, φεύγοντας είπε: «Δύο πράγματα θα θυμάμαι από τη χώρα σας. Τον Παρθενώνα και το σινέ Παλλάς».
Μια άλλη ιστορία που διηγήθηκε στη συνέντευξη ήταν: “Ήταν το 1944 στην κατοχή όταν οι Γερμανοί στρατιώτες εισέβαλαν σε τούτο εδώ το χώρο. Συνέλαβαν τον ξάδερφο μου, μα εγώ ήξερα πως δεν είχε γίνει τυχαία. Μας είχε “δώσει” ο διερμηνέας τους, γιατί κάποτε ήθελε να μπει στον κινηματογράφο, αλλά ο ξάδερφος μου δεν τον άφησε γιατί δεν είχε εισιτήριο. Μας τη φύλαγε φαίνεται. Εγώ σηκώθηκα να υπερασπιστώ το συγγενή μου. Με συνέλαβε και εμένα. Μας οδήγησαν σε κάποιες φυλακές στην οδό Βουλιαγμένης. Ήμασταν ίσα με 300-400 νέοι. Εμένα με άφησαν γιατί ήμουν μικρός. Ο ξάδερφος μου γύρισε έπειτα από 3 με 4 χρόνια και γρήγορα πέθανε. Βλέπεις είχε προσβληθεί από φυματίωση. Αυτά δεν τα λογαριάζεις…”
Οι επισκέπτες κάθε εποχή, εντυπωσιάζονται από τη μουσική που ακούγεται στα διαλείμματα των ταινιών.
Κλασσική και ακούσματα των ‘30ς είναι μια παράδοση για την οποία έγινε γνωστό το Παλλάς και την οποία τηρεί μέχρι σήμερα ο ιδιοκτήτης.
«Ποτέ – Κανένας κινηματογράφος δεν προέβαλε τόσες πολλές καλές ταινίες, όσες θα προβάλη φέτος το Παλλάς», γράφει μια αφίσα που ανανεώνει κάθε χρόνο τη χρονολογία της.