Ένα καλοκαιρινό βράδυ Δευτέρας του 1960, μερικοί Αθηναίοι που έψαχναν κάποιον ραδιοσταθμό στα υπερβραχέα κύματα, αναζητώντας ξένη μουσική, άκουσαν ξαφνικά μια γυναικεία φωνή να λέει: «Εδώ RBC. Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός νεολαίας. Θα ακούσετε πρόγραμμα με τις τελευταίες διεθνείς μουσικές επιτυχίες».
Η φωνή ήταν άγνωστη και μιλούσε άπταιστα ελληνικά. Λίγα δευτερόλεπτα μετά την εκφώνηση άρχισε να παίζει μουσικό πρόγραμμα με ξένες επιτυχίες της εποχής.
Όσοι άκουγαν είχαν μείνει άφωνοι από την ευκρίνεια του σήματος. Ούτε παράσιτα, ούτε αλλοιώσεις.
Τα μπάσα και τα πρίμα κάθε κομματιού ακούγονταν άψογα.
Εκείνη την εποχή οι ακροατές είχαν συνηθίσει να ακούν ξένη μουσική κυρίως από ραδιοσταθμούς εκτός Ελλάδας, τους οποίους «έπιαναν» στα υπερβραχέα. Αυτό που τους παραξένεψε ήταν η άριστη ποιότητα του ήχου.
Όπως ήταν φυσικό αναρωτήθηκαν πού βρισκόταν αυτός ο σταθμός.
Δύο ώρες αργότερα ακούστηκε η ίδια φωνή:
«Εδώ RBC. Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός νεολαίας. Το πρόγραμμά μας τελείωσε. Θα μας ακούσετε πάλι την προσεχή Δευτέρα, στις 9 το βράδυ, ακριβώς μέχρι τις 11, στα υπερβραχέα κύματα και επί μήκους 90 μεγακύκλων».
Το νέο διαδόθηκε από στόμα σε στόμα και η εκπομπή απέκτησε περισσότερους ακροατές.
Κάθε Δευτέρα, την ίδια ώρα το RBC ήταν στον αέρα, με καινούργιες επιτυχίες. Η εκπομπή εμπλουτίστηκε με πρόζα και παρατάθηκε κατά μία ώρα.
Μέχρι που κάποια Δευτέρα η εκπομπή σταμάτησε. Μερικούς μήνες αργότερα λύθηκε το μυστήριο του άγνωστου σταθμού που κρατούσε συντροφιά στην αθηναϊκή νεολαία.
Την απάντηση έδωσε τηλεγράφημα του πρακτορείου Reuters που δημοσιεύθηκε σε όλες τις εφημερίδες της εποχής.
Το RBC σήμαινε Rigillis Broadcasting Corporation – κατά το British Broadcasting Corporation, που είναι τα αρχικά του BBC.
O πομπός του βρισκόταν εγκατεστημένος σε διαμέρισμα πολυκατοικίας στην οδό Ρηγίλλης. Τον είχε κατασκευάσει ο, 20χρονος φοιτητής του Πολυτεχνείου, Λέανδρος Αναγνωστόπουλος.
Ο νεαρός είχε κλίση στα ηλεκτρονικά από μαθητής και μέχρι να φτάσει στο RBC είχε πειραματιστεί με μικρότερους πομπούς.
Για την κατασκευή τους χρησιμοποιούσε απομεινάρια παλιών ραδιοφώνων και άλλων παρόμοιων συσκευών καθώς και εξαρτήματα που αγόραζε από διάφορα καταστήματα. Όλοι τους λειτούργησαν με επιτυχία αλλά η εμβέλειά τους ήταν μικρή.
Όταν εισήχθει στο Πολυτεχνείο και απέκτησε τις σχετικές γνώσεις, έφτιαξε έναν μεγαλύτερης εμβέλειας πομπό, μετέτρεψε δωμάτιο του διαμερίσματός του σε στούντιο και έβγαλε στον αέρα τον πρόγραμμά του.
To σημαντικότερο πλεονέκτημα του νέου πομπού ήταν ότι λειτουργούσε με σύστημα FM, το οποίο χρησιμοποιούσαν σχεδόν όλοι οι ξένοι σταθμοί των υπερβραχέων για άριστη απόδοση εκπομπής. Πρόκειτο για σύστημα που ούτε το κρατικό ραδιόφωνο δεν χρησιμοποιούσε τότε.
Στο πλευρό του ο 20χρονος Λέανδρος είχε τρεις κολλητούς φίλους με τους οποίους έστησε το μουσικό ραδιόφωνο και διαμόρφωσε το πρόγραμμα.
Όνειρό τους ήταν να καθιερώσουν έναν ραδιοφωνικό σταθμό που να απευθύνεται αποκλειστικά στη νεολαία, με ξένη μουσική.
Όμως, ένα μoιραίο λάθος οδήγησε στο άδοξο τέλος του RBC. Από μικρή μετατροπή του μήκους κύματος, οι εκπομπές του «έπεσαν» πάνω στα ραδιοτηλέφωνα του ΟΤΕ.
Ένα ωραίο πρωί ο φοιτητής κλήθηκε από το αστυνομικό τμήμα της περιοχής και ο σταθμός σίγησε για πάντα.
Με αυτόν τον τρόπο έληξε η σύντομη ζωή του Rigillis Broadcasting Comapany που είχε βρει φανατικούς ακροατές…
*Οι πληροφορίες προέρχονται από το περιοδικό Εικόνες, τεύχος του 1961 και οι φωτογραφίες είναι του Κ. Ραφαηλίδη.