Το 1991 έγινε μια από τις μεγαλύτερες αεροπορικές τραγωδίες που έχουν συμβεί ποτέ στην Ελλάδα.
Ένα στρατιωτικό αεροπλάνο C130 συνετρίβη λίγο πριν φτάσει στον προορισμό του, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν και οι 63 επιβαίνοντες (σμηνίτες και πλήρωμα).
Στις 5 Φεβρουαρίου του 1991 ένα πολεμικό αεροσκάφος C130 με αριθμό 748, απογειώθηκε από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας, με προορισμό το Ηράκλειο της Κρήτης, μέσω Αγχιάλου, όπου θα έκανε στάση για να παραλάβει κι άλλα άτομα. Στο αεροσκάφος επέβαιναν 58 σμηνίτες και 5 μέλη του πληρώματος.
Την περίοδο εκείνη, ο πόλεμος στον Περσικό Κόλπο βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη ακι οι Αμερικανοί σφυροκοπούσαν ιρακινούς στόχους.
Η φύλαξη στη βάση της Σούδας είχε πολλαπλασιαστεί.
Το C 130 είχε απογειωθεί στο πλαίσιο διατεταγμένης αποστολής, σχετικής με την εμπλοκή της Ελλάδας στα πολεμικά γεγονότα.
Είκοσι λεπτά μετά την απογείωση, το αεροπλάνο χάθηκε από τα ραντάρ. Είχε επικοινωνήσει με τον πύργο ελέγχου στον Αλμυρό, ζητώντας άδεια προσγείωσης, την οποία είχε λάβει. Έκτοτε, η επικοινωνία χάθηκε.
Αμέσως ξεκίνησε μια τεράστια επιχείρηση εντοπισμού του, η οποία όμως δεν είχε άμεσα αποτελέσματα.
Για σχεδόν 4 ημέρες γίνονταν έρευνας τόσο από ξηράς όσο και από αέρος, οι οποίες δεν κατάφεραν να φέρουν στο φως κανένα ίχνος του C 130.
Τα συντρίμμια του εντοπίστηκαν τελικά από τον πιλότο ενός στρατιωτικού ελικοπτέρου, στο όρος Όθρυς, στην κορυφή Τσατάλι.
Κανένας από τους 63 επιβαίνοντες δεν επέζησε του δυστυχήματος.
Η περισυλλογή των θυμάτων έγινε αμέσως και η τραγωδία έγινε πρωτοσέλιδο.
Οι εκδοχές που ακούστηκαν για το δυστύχημα ήταν διαφορετικές.
Το πρώτο σενάριο υποστήριζε ότι οι αρχές ήξεραν από την πρώτη στιγμή που βρίσκονταν τα συντρίμμια του αεροσκάφους, αλλά θέλησαν να προστατεύσουν κάποιο «μυστικό» και έτσι καθυστέρησαν να φτάσουν στο σημείο της συντριβής. Ειπώθηκε μάλιστα, ότι υπήρχαν επιζώντες που περίμεναν βοήθεια, η οποία δεν έφτασε εγκαίρως.
Το σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε.
Η δεύτερη εκδοχή έλεγε ότι στην περιοχή πετούσε και άλλο αεροσκάφος, πιθανώς εχθρικό, το οποίο αποσυντόνισε τα όργανα του C 130 και το οδήγησε σε πτώση.
Το σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε.
Η τρίτη διατύπωση ανέφερε πως το αεροσκάφος μετέφερε εκρηκτικά, τα οποία προκάλεσαν έκρηξη στον αέρα, γεγονός που οδήγησε τον πιλότο σε μοιραία αναγκαστική προσγείωση.
Οι υποστηρικτές αυτής της εκδοχής ενίσχυαν την άποψή τους λέγοντας ότι αμέσως μετά την ανεύρεση των συντριμμιών, ελικόπτερα Σινούκ, απομάκρυναν από την περιοχή αγνώστου περιεχομένου κιβώτια, ενώ η περισυλλογή των νεκρών δεν έγινε παρουσία ιατροδικαστή.
Το σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε.
Το γεγονός ότι κανένα σενάριο δεν επιβεβαιώθηκε, αλλά ούτε και διαψεύστηκε, προκάλεσε αντιδράσεις από τους συγγενείς των θυμάτων, οι οποίοι ζητούσαν να μάθουν την αλήθεια και να υπάρξει δικαίωση.
Το επίσημο πόρισμα για το δυστύχημα δεν δόθηκε στη δημοσιότητα με την αιτιολόγηση ότι επρόκειτο για στρατιωτικό απόρρητο, αλλά δηλώθηκε με κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν κρύβεται κανένα μυστήριο πίσω από την τραγωδία.
Η δίκη έγινε 3 χρόνια μετά. Κατηγορούμενος ήταν ο χειριστής του πύργου ελέγχου του Αλμυρού, ο οποίος καταδικάστηκε σε 2ετή φυλάκιση με αναστολή.
Σε δίκη του 1996, ο κατηγορούμενος αθωώθηκε παμψηφεί, αλλά λίγα χρόνια αργότερα, σε ηλικία 52 ετών, έφυγε από τη ζωή λόγω κατάθλιψης.
Πολλοί έκαναν λόγο για το 64ο θύμα του δυστυχήματος.
Δείτε στο βίντεο της «Μηχανής του Χρόνου» το χρονικό της αεροπορικής τραγωδίας και τη συγκλονιστική μαρτυρία του δημοσιογράφου Γιώργου Αυγερόπουλου και του φωτορεπόρτερ Σπύρου Τσακίρη, που ήταν από τους πρώτους που έφτασαν στην περιοχή ταυτόχρονα με τους διασώστες.
«Όταν φτάσαμε το σκηνικό ήταν απίστευτο. Έβλεπες μπροστά σου τη σκηνή, που το αεροσκάφος έπεφτε», αναφέρουν.