Η Ελένη Κικίδου υπήρξε μια από τις σπάνιες περιπτώσεις ανθρώπων, που διέθεταν παραφυσικές δυνάμεις, τις οποίες προσέφερε απλόχερα σε επιστημονικά πειράματα, στην αντίσταση, στην εξιχνίαση εγκλημάτων, στους φίλους και σε όσους είχαν ανάγκη.
Δεν ζητούσε λεφτά, δεν έκανε εμπόριο ελπίδας.
Δεν ήταν μέντιουμ της κακιάς ώρας, χαρτορίχτρα ή ταχυδακτυλουργός.
Ήταν διάμεσος με όλη τη σημασία της λέξης.
Αυτός ήταν ο κατάλληλος όρος για άτομα όπως η Κικίδου, που μπορούσαν να κάνουν διόραση, διαλογισμό, πρόγνωση και ότι άλλο σχετίζεται με αυτές τις εξαιρετικά σπάνιες ικανότητες.
Υπήρξε η μικρότερη μαθήτρια του απόστρατου του Πολεμικού Ναυτικού και ιδρυτή της Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών, Άγγελου Τανάγρα.
Σκοπός της εταιρείας που χρηματοδοτούσε η οικογένεια Μπενάκη, ήταν η οργάνωση πειραμάτων και η επιστημονική μελέτη και ανάλυση παραφυσικών και παραψυχολογικών φαινομένων.
Τα στελέχη της Εταιρείας ήταν η κοινωνική, πολιτική, πνευματική και καλλιτεχνική ελίτ του τόπου.
Ο Τανάγρας περιέβαλε με αγάπη το νεαρό κορίτσι και αυτό δεν το ξέχασε ποτέ. Τον θεωρούσε δάσκαλό της.
Πήρε μέρος σε πολλά πειράματα και συνεργάστηκε με τις υπόλοιπες κοπέλες για την επίτευξή τους.
Όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η δράση της Εταιρείας σταμάτησε.
Η Ελένη Κικίδου είχε χάσει όλες τις φίλες της από την Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών και προσπαθούσε να επιβιώσει στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής.
Η φήμη της, όμως, στην πόλη των Αθηνών και στα μεγάλα ή μικρά σαλόνια, υπήρχε ακόμη.
Η Κικίδου προσέφερε τις υπηρεσίες της στην κατοχή, οργανώνοντας συσσίτια.
Οι καλές της σχέσεις με τους Ιταλούς, της επέτρεπαν να βρίσκει τρόφιμα, τα οποία έδινε στον κόσμο.
Το 1941, ο αντιστασιακός Γιάννης Ματσούκας την προσέγγισε μέσω ενός οικογενειακού φίλου της.
Τη μύησε σε ένα δρόμο πίσω από την πλατεία Κοτζιά.
Το κωδικό της όνομα ήταν Παυφλόσκαγια Νούμερο 13.
«Ο πόλεμος ήταν άγριος κι έπρεπε να επιβιώσω. Εκείνο το απόγευμα, όμως, έμπαινα για τα καλά στην Αντίσταση, και το ήξερα, ένιωθα ότι θα έπαιζα τη ζωή μου κορώνα γράμματα», είπε πολλά χρόνια μετά η Κικίδου.
Η αποστολή που της ανατέθηκε, ήταν να βρεθεί δίπλα στους ανώτατους αξιωματικούς του ιταλικού στρατού.
Με τις ικανότητές της θα μπορούσε να «διαβάζει» τα σχέδια τους.
Αρκετές φορές καταφέρε να αποσπάσει καλές πληροφορίες για τις κινήσεις τους.
Βρέθηκε δίπλα στον Ιταλό στρατηγό Τζελόσο, τον οποίον η Αντίσταση ήθελε να τον απαγάγει.
Η Ελένη Κικίδου έπρεπε να οδηγήσει τον στρατηγό σε ένα συγκεκριμένο σημείο.
«Δεν πρόλαβα. Τον είχαν ήδη μεταφέρει στην Ιταλία κι εγώ βρισκόμουν φυλακισμένη κάπου έξω από τη Ρώμη».
Πριν κρατηθεί σε διάφορες φυλακές της Ιταλίας είχε βοηθήσει αποφασιστικά την απελευθέρωση δύο συναγωνιστών της.
Η Ελένη Κικίδου δεν ήταν μέντιουμ-απατεώνας.
Είχε στενές σχέσεις με τον καλλιτεχνικό κόσμο και με υψηλά κοινωνικά πρόσωπα.
Για τις υπηρεσίες που προσέφερε, είτε με τη μέθοδο της αυτό-ύπνωσης, είτε με την επιπλέον αίσθησή της, πολλές φορές δεν έπαιρνε χρήματα.
«Υπάρχουν άνθρωποι µε ψυχολογικά προβλήµατα, άνθρωποι επιρρεπείς στη χειραγώγηση, άνθρωποι ακόµη µε ψυχολογικές διαστροφές, που δίνουν εκατομμύρια σε δήθεν µάγους, ή ακόµη και σε δήθεν σατανιστές.
Εάν η κυρία τάδε δεν έδινε 2,5 εκατομμύρια σε µάγους και τα δώριζε σε όσους τα είχαν ανάγκη, τότε µπορεί να µην έλυνε το πρόβληµά της, αλλά σίγουρα θα αισθανόταν καλύτερα και ίσως να µην κατέληγε στο ψυχιατρείο.
Οι περισσότερες περιπτώσεις ανθρώπων, που απευθύνονται σε δήθεν µάγους, είναι όσοι δεν έχουν αυτοπεποίθηση, όσοι δεν πιστεύουν στον εαυτό τους και αντιµετωπίζουν ψυχολογικά και σεξουαλικά προβλήµατα», τόνιζε σε συνέντευξή της.
Η διάμεσος Ελένη Κικίδου βοήθησε καθοριστικά τουλάχιστον δύο φορές την Ελληνική Αστυνομία, να βρει τους δολοφόνους και να εξιχνιάσει πολύκροτες υποθέσεις, που είχαν συνταράξει το πανελλήνιο.
Η μία ήταν η πολύκροτη υπόθεση του Δράκου της Βουλιαγμένης, το 1953.
Για την εξιχνίαση της δολοφονίας με σεξουαλικά κίνητρα στον Κολωνό, πατήστε εδώ.
Πηγή: Ψυχικές Έρευνες στην Ελλάδα, Νικόλαος Κουμαρτζής, εκδόσεις ΔΙΟΝ